Δευτέρα 23 Ιουλίου 2012

1603 - Παραστάσεις τεσσάρων αρχιεπισκόπων Θεσσαλονίκης σε τοιχογραφίες της Μονής Βατοπαιδίου


Στην προσπάθεια συγκεντρώσεως του σχετικού υλικού για τους Αγίους του Άθω1, οι οποίοι και αποτελούν την κατεξοχήν δόξα του αγιωνύμου Όρους, επισημάναμε στη μεγάλη μονή Βατοπεδίου τέσσερις απεικονίσεις αρχιεπισκόπων Θεσσαλονίκης. Πρόκειται για τοιχογραφίες που βρίσκονται στο καθολικό της μονής, μέσα στο ιερό Βήμα, στο χώρο της Προθέσεως. Οι δύο είναι ζωγραφισμένοι στο βόρειο τοίχο και οι άλλοι δύο απέναντι, στην προς την Πρόθεση πλευρά του βόρειου πεσσότοιχου του Βήματος. Και συγκεκριμένα: 

Στο βόρειο τοίχο, πάνω από το παράθυρο του νιπτήρα, σε στηθάριο, εικονίζεται (εικ.1) επίσκοπος με την επιγραφή: Ο ΑΓ(ΙΟC) ΓΕώΡΓΙΟC ΘΕCCΑΟΝΙΚΗC. Παριστάνεται αγένειος. Με το δεξί του χέρι ευλογεί και με το αριστερό κρατεί κλειστό ευαγγέλιο. Φορεί ανοιχτόχρωμο φελώνιο και ωμοφόριο. Τα μαλλιά του είναι καλοχτενισμένα και χωρισμένα στη μέση. Η ηλικία του είναι μάλλον μέση. Το αγένειο του προσώπου του μας θυμίζει ανάλογες παραστάσεις εικονογραφήσεως σπανών ή ευνούχων. Η τοιχογραφία δεν έχει επιζωγραφιστεί και διατηρείται σε καλή κατάσταση.

Δίπλα στον Γεώργιο, προς το τέμπλο του ναού, είναι ζωγραφισμένος άλλος ιεράρχης (εικ.2), ολόσωμος, αλλά από τη μέση και κάτω η τοιχογραφία είναι κατεστραμμένη. Με δυσκολία διαβάζουμε την αρχική επιγραφή: Ο ΑΓ(ΙΟC) ΒΑCΙΛΕΙΟC ΘΕCCΑΟΝΙΚΗC Ο ΓΛΥΚΥC. Στη νεότερη επιγραφή παραλείπεται το Γλυκύς. Το εγκόλπιο πιθανότατα προστέθηκε κατά την επιζωγράφιση. Τα μαλλιά είναι πλούσια, το γένι κανονικό και στο πρόσωπο γίνεται προσπάθεια αποδόσεως ατομικών χαρακτηριστικών.

Απέναντι ακριβώς από τον Βασίλειο τον Γλυκύ, στο βόρειο πεσσότοιχο του Βήματος, εικονίζεται άλλος ιεράρχης ολοσωμος (εικ.3). Κάτω από τη νεώτερη επιγραφή διακρίνεται η αρχική: Ο ΑΓ(ΙΟC) ΒΑCΙΛΕΙΟC ΘΕCCΑΟΝΙΚΗC. Κι εδώ το εγκόλπιο πιθανότατα προστέθηκε κατά την επιζωγράφιση. Η ομοιότητα των προσώπων των δύο Βασιλείων είναι εμφανής.

Στην ίδια πλευρά, επάνω από την πόρτα που ενώνει την πρόθεση με το Βήμα, εικονίζεται άλλος ολόσωμος ιεράρχης (εικ.4) με την επιγραφή: Ο ΑΓΙΟC ΕΥCΤΑΘΙΟC ΘΕCCΑΟΝΙΚΗC. Δίπλα του εικονογραφούνται οι άγιοι Νικηφόρος και Πρόκλος Κωνσταντινουπόλεως.
Το καθολικό του Βατοπεδίου, ένα από τα μεγαλύτερα και ωραιότερα του Άθω, κτίστηκε στο τέλος του 10ου αιώνα και αγιογραφήθηκε το έτσι 13122, όπως μαρτυρεί επιγραφή που βρίσκεται στο μεσημβρινό τοίχο του εξωνάρθηκα3. Οι τοιχογραφίες του επιζωγραφήθηκαν πολλές φορές. Μερικές όμως απ’ αυτές φαίνεται ότι έχουν μείνει σχεδόν απείραχτες, ώστε να μας δίνουν την αρχική μορφή της ζωγραφικής. «Γενικά μπορούμε να πούμε πως οι ζωγράφοι του ναού και του εξωνάρθηκα ήταν ίσως περισσότεροι από έναν» παρατηρεί ο καθηγητής Ξυγγόπουλος4. Η τεχνοτροπία των τοιχογραφιών βρίσκεται πολύ κοντά στη ζωγραφική του Πρωτάτου, χωρίς να μπορούν να φθάσουν στο ύψος της τέχνης του. Ο ίδιος θεωρεί πιθανή την υπόθεση πως οι ζωγράφοι, που χρησιμοποιήθηκαν για την ανακαίνιση του κατεστραμμένου από τους ενωτικούς του Μιχαήλ Η΄ Παλαιολόγου καθολικού, στάλθηκαν από τη Θεσσαλονίκη και πως μια τέτοια υπόθεση μπορεί να μας εξηγήσει τη συγγένεια της τεχνοτροπίας με το Πρωτάτο5.
Η τοιχογραφία με τον άγιο Γεώργιο, όπως αναφέραμε, δεν επιζωγραφήθηκε και αυτό μας βοηθάει στο να την τοποθετήσουμε χρονικά. Τα τεχνοτροπικά χαρακτηριστικά και η μορφή των γραμμάτων της επιγραφής μας επιτρέπουν να πούμε ότι πρόκειται για τμήμα της παλαιολόγιας ζωγραφική του καθολικού. Το ίδιο παρατηρούμε και στον Ευστάθιο. Τα πορτραίτα των δύο Βασιλείων, παρά τη δυσκολία που έχουμε λόγω της επιζωγραφήσεως –η οποία έγινε μάλλον στο δεύτερο μισό του περασμένου αιώνα- και, βοηθούμενοι από τα χαρακτηριστικά των προσώπων τους και από τις διακρινόμενες αρχικές επιγραφές, μπορούμε να τα τοποθετήσουμε κι αυτά στην ίδια εποχή.
Η ταύτιση των τεσσάρων αγίων των τοιχογραφιών με αρχιεπισκόπους Θεσσαλονίκης, που μνημονεύονται στο Συνοδικό6 ή στους επισκοπικούς καταλόγους της μητροπόλεως7, γίνεται με σχετική ευκολία. Ο άγιος Γεώργιος μπορεί να ταυτιστεί με τον μόνο Γεώργιο που μνημονεύεται στο Συνοδικό και έζησε στις αρχές του 11ου αιώνα, πριν από τον Θεοφάνη (1031-1038). Άλλη πληροφορία, απ’ όσο γνωρίζω, δεν έχουμε γι’ αυτόν. Το ότι παρίσταται αγένειος σημαίνει ότι την εποχή της ζωγραφήσεως η εικονογραφική του παράδοση ήταν ζωντανή. Ο Βασίλειος Γλυκύς δεν είναι άλλος από τον μνημονευόμενο στο Συνοδικό Βασίλειο μοναχό, που έζησε στα μέσα του 13ου αιώνα8. Τον Βασίλειο θα πρέπει να τον ταυτίσουμε με τον γνωστό συγγραφέα του Βίου του αγίου Ευθυμίου του νέου (†898)9. Ο Βασίλειος εκάρη μοναχός από τον Ευθύμιο το 875 και ίδρυσε την τιμώμενη στο όνομα της Αναλήψεως αγιορειτική μονή, την γνωστή ως του αγίου Βασιλείου, κοντά στη μονή Χιλανδαρίου. Η τοιχογραφία νομίζω ότι μας βοηθάει να ενισχύσουμε, παρά τις σοβαρές αντιρρήσεις10, την άποψη της εκλογής αυτού του Βασιλείου στο θρόνο της Θεσσαλονίκης, όπως και η πράξη της Εκκλησίας τον θέλει. Ο Ευστάθιος, τέλος, ταυτίζεται με τον γνωστότατο λόγιο αρχιεπίσκοπο Θεσσαλονίκης του 12ου αιώνα Ευστάθιο τον Κατάφλωρο, ο οποίος ετίμησε το θρόνο και τον εκλέισε πάνω από είκοσι χρόνια με τη θαυμαστή και πολύπλευρη δράση του.
Οι παραστάσεις του Γεωργίου και των δύο Βασιλείων, με τα μέχρι σήμερα δεδομένα, είναι μοναδικές. Από την Εκκλησία τιμάται ως άγιος μόνον ο Βασίλειος (1η Φεβρουαρίου), ενώ οι άλλοι δύο μνημονεύονται ως άγιοι για πρώτη φορά εδώ. 

Λεπτομέρεια της εικ.4
φωτογραφία από το βιβλίο
ΙΕΡΑ ΜΕΓΙΣΤΗ ΜΟΝΗ ΒΑΤΟΠΑΙΔΟΥ
τόμος Α’
Ο Ευστάθιος αναγνωρίστηκε, λίγα χρόνια μετά το θάνατό του, όπως μας πληροφορεί ο Μιχαήλ Χωνιάτης, από το λαό ως άγιος και θαυματουργός11. «Του εν αγίοις πατρός ημών Ευσταθίου μητροπολίτου Θεσσαλονίκης» διαβάζουμε σε τίτλο ενός έργου του. Παραστάσεις του αγίου με διαμορφωμένο συγκεκριμένο εικονογραφικό τύπο υπάρχουν στο ναό του Αγίου Νικήτα στο χωριό Τσούτσερ στο Μαυροβούνι των Σκοπίων (πριν από το 1316)12, στον Άγιο Γεώργιο του Στάρο Ναγκορίτσινο (1317-1318)13 και στο καθολικό της μονής της Γκρατσάνιτσα (1321)14. Και στα τρία μνημεία που αναφέραμε σημειώνεται ως «Άγιος Ευστάθιος Θεσσαλονίκης». Στο πρώτο μνημείο εικονίζεται ολόσωμος στο βόρειο τοίχο του ιερού Βήματος με ανοικτό ειλητάριο, στο δεύτερο σε προτομή με ευαγγέλιο στη δεύτερη ζώνη της κόγχης του Ιερού μαζί με άλλους ιεράρχες και στο τρίτο σε στηθάριο στην αψίδα της Προθέσεως. Η έξοδος της λατρείας του αγίου Ευσταθίου από τα στενά τοπικά πλαίσια στις αρχές του 14ου αιώνα οφείλεται στις στενές πολιτιστικές και καλλιτεχνικές σχέσεις της Θεσσαλονίκης με τη Σερβία. Η ζωγραφική των δύο πρώτων μνημείων έγινε από τους γνωστούς Θεσσαλονικείς ζωγράφους Μιχαήλ Αστραπά και Ευτύχιο και του τρίτου από εργαστήριο θεσσαλονικέων καλλιτεχνών αγνώστου ονόματος. Οι απεικονίσεις του μητροπολίτη της Θεσσαλονίκης και στα τέσσερα μνημεία παρουσιάζουν διαμορφωμένο εικονογραφικά το πρόσωπο του ιεράρχη: ψηλό μέτωπο και πλούσιο οξύ γένι.
Η ύπαρξη των παραστάσεων αυτών στη μονή Βατοπεδίου οπωσδήποτε δεν είναι χωρίς λόγο. Εμείς πρόχειρα μπορούμε να μνημονεύσουμε τις στενές σχέσεις της μονής, αλλά και του Αγίου Όρους γενικότερα, με τη Θεσσαλονίκη. Αν οι ζωγράφοι του καθολικού ήταν Θεσσαλονικείς, τότε έχουμε έναν πρόσθετο λόγο. Από τους ιεράρχες μας ο Βασίλειος ήταν Αγιορείτης. Το ότι ο Γλυκύς στο Συνοδικό μνημονεύεται ως μοναχός, ίσως να σημαίνει ότι μόνασε και στο Όρος. Τον Γεώργιο προφορική παράδοση στη μονή τον φέρει ως προερχόμενο από Βατοπεδινό κελλί.
Στη «φιλόχριστον και φιλομόναχον και μαρτυροπλούτιστον» πόλη Θεσσαλονίκη και ιδιαίτερα στην αποστολική της Εκκλησία δίνεται ο λόγος για την ανάλογη τιμή και προβολή των τεσσάρων αυτών αγίων αρχιεπισκόπων της.

Ιερομόναχος Ιουστίνος Σιμωνοπετρίτης


τεύχος 5
         Ιούνιος-Ιούλιος 1983


 Παραπομπές:

 1. Eτοιμάζεται από τον υπογραφόμενο και τον Μοναχό Μωυσή εργασία με τίτλο: «Οι Άγιοι του Άθω». Θα περιέχει εκτενή εισαγωγή, βιογραφικά λήμματα, μηνολόγιο, πλούσιο εικονογραφικό υλικό και βιβλιογραφία.
  2. Οι τοιχογραφίες δημοσιεύτηκαν στου G. Millet, Monuments de l’ Athos, Paris 1927, pin. 81-94.
  3. Η επιγραφή, με σχετικές παρατηρήσεις, στους G. Millet –J. Pargoire –L. Petit, Recueil des inscriptions chretiennes de l’ Athos, Paris 1904, σ.16 αρ. 48.
  4. Α. Ξυγγοπούλου, «Μνημειακή ζωγραφική του Αγίου Όρους», Νέα Εστία, τεύχος 1286 (1.2.1981), 154-155.
  5. Α. Ξυγγοπούλο, όπ.π., σ. 155.
  6. L. Petit, «Le synodikon de Thessalonique», Echos d’ Orient 18 (1916-1919) 236-254. V Laurent, «La liste episcopale du synodikon de Thessalonique», Echos d’ Orient 32 (1933) 300-310. J. Gouillard, «Le synodikon de l’ Orthodoxie. Edition et commentaire», Tranaux et Memories 2 (1967) 14.
  7. Χαρ. Τζώγα, «Θεσσαλονίκης μητρόπολις», ΘΗΕ, τ. 6, Αθήναι 1965, στ. 461.
  8. V Laurent, «La succession episcopale de la metropole de Thessalonique dans la premiere moitie dy XIIIe siècle», Byzantinische Zeitschrift 56(1963) 284-296.
  9. L. Petit, «Vie et office de saint Euthyme le Jeune», Revue de l’ Orient chretien 8 (1903) 168-205.
10. Βλ. το άρθρο της Denise Papachryssanthou, «La Vie de saint Euthyme le Jeune et la metropole de Thessalonique a la fin du IXe et au debut du Xe siècle«, Revue des Etudes Byzantines 32 (1974) 225-245.
11. Ευδ. Τσολάκη, Βυζαντινοί ιστορικοί και χρονογράφοι, Θεσσαλονίκη 1978, σ. 72-73.
12. P. Miljkovic-Pepek, Deloto na zografite Mihailo I Eutihij, Skopje 967, s. 54. Τις παραστάσεις στον Άγιο Νικήτα και το Στάρο Ναγκορίτσινο μου υπέδειξε ο επιμελητής Αρχαιοτήτων Σωτήρης Κίσσας, που ασχολείται με την εικονογραφία του αγίου Ευσταθίου Θεσσαλονίκης. Τον ευχαριστώ θερμά.
13. P. Miljkovic-Pepek, όπ.π., σ. 59.
14. Απεικονίσεις: V. Petkovic, La peinture serbe du moyen-age, II, Beogrand 1934, πιν. LXXIIb. Φαίδ. Κουκουλέ, Θεσσαλονίκης Ευσταθίου τα λαογραφικά, τ.Α΄, Αθήναι 1950 (εκτός κειμένου). Eustazio di Tessalonica, La espugnazione di Tessalonica, έκδ. St. Kyriakidis-V. Rotolo, Palermo 1961, πίν., IV. Πρβλ. A. Xyngopoulos, Thessalonique et la peinture macedonienne, Athenes 1955, σ. 56-57.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου