Ο
κόκκος του σινάπεως εβλάστανε ημέρα με την ημέρα, χρόνο με το χρόνο και «ηύξησε
και εγένετο εις δένδρον μέγα». Ψυχές που λαχταρούσαν μια ζωή ανώτερη, έφευγαν
την κοσμική σύγχυση. «Επιποθούσαν τον Θεόν τον ζώντα». Κι έτρεχαν στην έρημο.
Πήγαιναν να σκύψουν πρόθυμα τον αυχένα τους στην υπακοή του γερο-Δανιήλ.
Στους
δύο πρώτους υποτακτικούς προστέθηκαν οι Μικρασιάτες π.Δανιήλ και
π.Στέφανος, ο Ηπειρώτης π.Μελέτιος, ο Βορειοηπειρώτης π.Δαμασκηνός, ο
π.Κωνσταντίνος από τη Μυτιλήνη, ο π.Γεράσιμος από την Αθήνα, ο π.Γερόντιος και
ο π.Νήφων. όσο κι αν η ζωή στα Κατουνάκια είχε σκληρές απαιτήσεις, αυτοί δεν
τις υπελόγισαν. Τους είλκυε η αρετή και ο αγώνας και η διάκρισις ενός ανθρώπου
του Θεού…
Ένας
άνθρωπος του Θεού, ένας άνθρωπος, που απαρνήθηκε τον εαυτό του και σήκωσε το
σταυρό του για ν’ ακολουθήσει τον Εσταυρωμένο, είναι ένα κεφάλαιο, μία μεγάλη
αξία. Ένας μόνο άνθρωπος, μία σταυρωμένη για τον Ιησού ψυχή, είναι αυτός ο
ίδιος ο Χριστός, που διαιωνίζεται μέσα στους αγίους Του. «Χριστώ συνεσταύρωμαι˙
ζω δε ουκέτι εγώ, ζη δε εν εμοί Χριστός» διακηρύσσει ο Απ. Παύλος.
Γύρω
λοιπόν από ένα τέτοιο άνθρωπο, σαν το γερο-Δανιήλ, συσπειρώθηκαν όλες οι
ψυχικές και σωματικές δυνάμεις των αδελφών.
Μεγάλωσαν
την Καλύβη τους, κουβαλώντας νερό από τη Σκήτη της Αγ. Άννης, φύτεψαν ελιές και
καλλιέργησαν ένα μικρό κήπο, για τα καλοκαιρινά κυρίως. Στην ανέγερση του Ναού,
που αποπερατώθηκε το 1905, τους ενίσχυσε πολύ ο ξακουστός για την οσιότητά του
Ιερομόναχος Κοδράτος της μονής Καρακάλλου, άλλη μεγάλη σύγχρονη αγιορείτικη
μορφή, στην οποία, ως γνωστόν, έχουμε αφιερώσει το όγδοο τεύχος των «Σύγχρονων
Αγιορείτικων Μορφών». Και την πρωτοχρονιά του 1906 έπειτα από αγρυπνία, όπου
είχαν συρρεύσει πολλοί μοναχοί, έγιναν τα εγκαίνια του Ναού από τον Μητροπολίτη
Κάσου και Καρπάθου Νείλο.
Ο
ιδρώτας και οι κόποι των αδελφών ευοδώθηκαν. «Αναπαυτικότατη καλύβη διώροφος
ηγέρθη με κελλία, αίθουσαν υποδοχής και αίθουσαν ζωγραφικής, με στοάν
θεαματικότατην προς το ευρύ πέλαγος και με ένα πάγκαλλον ναόν εις το άνω
πάτωμα, εις μνήμην των οσίων Πατέρων των εν Άθω λαμψάντων, χάρμα και στόλισμα
του πετρώδους εκείνου και άγονου βουνού, ωσάν ένα πάλλευκον ούτως ειπείν
κρίνον, όπου από την ξηράν πέτραν ανεφύη ευωδιάζον αγιότητα και γαλήνην»
(Μωραϊτίδης).
Πρέπει
να σημειωθεί ότι καθ’ όλην τη διάρκεια των οικοδομικών εργασιών, παρουσιάζονταν
τα πιο απίθανα εμπόδια και σκάνδαλα. Ο εχθρός δεν τις ήθελε αυτές τις
οικοδομές. Μεταξύ των άλλων κατηγορήθηκε ο γερο-Δανιήλ στην Μ.Λαύρα, την
κυρίαρχο Μονή, ότι τα οικήματα αυτά πρόκειται να εξυπηρετήσουν τα προπαγανδιστικά
σχέδια των Ρώσων!
Κάποτε,
τόσο πολύ κορυφώθηκαν οι πειρασμοί, ώστε η συνοδεία ετοιμαζόταν να εγκαταλείψει
τα Κατουνάκια. « Πικρία και στενοχωρία μας περιεκύκλωσε – όπως σημειώνει κάπου
ο πρώτος υποτακτικός του γερο-Δανιήλ – και δεν ηξεύρομεν πού να καταφύγωμεν και
εις ποίον να στηριχθώμεν. Τα πάντα σκοτεινά, τα πάντα απελπιστικά». Στο τέλος
όμως ο πειραστής καταισχύνθηκε. Και πολλά από τα εμπόδια κατά θαυμαστό τρόπο
απέβησαν πολύ ευεργετικά, όπως θα ιδούμε στη συνέχεια.
Το
1904 απεφασίσθη να χτισθεί μεγάλη οικοδομή. Και ο αρχιτεχνίτης Μαστρογεώργης,
Αλβανός στην καταγωγή, άρχισε να βάζει τα θεμέλια. Τότε εξ αιτίας κατηγοριών
και συκοφαντιών η Λαύρα απέσυρε την άδεια και η εργασία διεκόπη επί έξι μήνες.
Όταν εδόθη πάλι η άδεια, ο Μαστρογεώργης ήταν απασχολημένος αλλού, και ανέλαβε
την εργασία ο Μαστροβασίλειος, Αλβανός και αυτός, που εργαζόταν στο Ρωσικό
Σεράγι στις Καρυές.
Επρόκειτο
για εκλεκτό άνθρωπο και άριστο τεχνίτη. Αυτός μελέτησε προσεκτικά το έδαφος,
όπου ο προηγούμενος τεχνίτης είχε τοποθετήσει τα θεμέλια, και το βρήκε
ακατάλληλο. Κατεδάφισε ό,τι είχε χτισθεί και έσκαψε δυόμιση μέτρα πιο βαθειά
μέχρις ότου βρήκε στερεά πέτρα. Έτσι η μεγάλη οικοδομή θεμελιώθηκε με κάθε
ασφάλεια και στερεότητα.
Και
επί πλέον δημιουργήθηκε ένα αρκετά ευρύχωρο υπόγειο, απαραίτητο για αποθήκη.
Πρόκειται για θαύματα της θείας Πρόνοιας. Από τα ενάντια να προκύπτουν τα
ενάντια! Ανεξιχνίαστα τα κρίματα του Κυρίου!
Ανάμεσα
στις δοκιμασίες που εγνώρισε ο γερο-Δανιήλ στα Κατουνάκια ήταν και ο παρ’
ολίγον θάνατος του υποτακτικού του Αθανασίου. Τι είχε συμβεί;
Είχαν
περάσει τέσσερα έτη από τότε που ο π. Αθανάσιος κατετάγη στην υπακοή του
Γέροντος. Κάποια ημέρα ένας φίλος μοναχός τους έφερε δύο τσιπούρες – φαγητό
άγνωστο στη σκληρή ασκητική ζωή της ερήμου. Μία ευφρόσυνη παρένθεσις μέσα στο
πενιχρό διαιτολόγιο! Ο π. Αθανάσιος κάθησε στο τραπέζι υπερβολικά κουρασμένος
και πεινασμένος. Θέλετε από απροσεξία, θέλετε από συνεργία του εχθρού, με τη
δεύτερη μπουκιά ένα μεγάλο κόκκαλο από τη ράχη του ψαριού καρφώνεται οριζόντια
μέσα στο φάρυγγά του! Πόνος, σφύξιμο στο λαιμό, δυσκολία στην αναπνοή, ασφυξία!
Ανήσυχος
ο Γέροντας παίρνει ένα κερί για να σπρώξει το κόκκαλο. Αλλά τίποτα δε γινόταν.
Δίνει στον πάσχοντα κόρα ψωμιού να τη φάγει, μήπως και το παρασύρει. Τίποτε!
Καμία λύσις δεν παρουσιαζόταν. Ο θάνατος φαινόταν πλέον βέβαιος. Ο Γέροντας
αναλύεται σε δάκρυα. Αλλά παρ’ όλο το φοβερό πρήξιμο, τον εξογκωμένο λαιμό και
τα φουσκωμένα μάτια, το απευκταίο αργούσε. Ήρθε το βράδυ, πέρασε η νύχτα,
ξημέρωσε η καινούρια μέρα.
Ο
γερο-Δανιήλ μέσα σ’ αυτή την τρικυμία έστρεψε την σκέψη του στον Άγιο Παύλο,
Πατριάρχη Κων/λεως. Μια ακτίνα ελπίδος έλαμψε στο πρόσωπό του.
-
Αθανάσιε, ας κάνουμε μία Λειτουργία στον Άγιο Παύλο τον ομολογητή. Ο Άγιος
αυτός έχει χάρη να θεραπεύει όσους πάσχουν στο λαιμό, διότι οι Αρειανοί επειδή
παραδεχόταν το ομοούσιον του Υιού προς τον Πατέρα, τύλιξαν και έσφιξαν το
ωμόφορό του στο λαιμό και τον έπνιξαν.
Ο
π. Αθανάσιος μη μπορώντας να ομιλήσει συγκατάνευσε και άρχισε να ζητεί με πόνο
ψυχής τη βοήθεια του Αγίου Πατριάρχου, οπότε του περνάει από το νου μια ιδέα:
Να βάλει το δάχτυλό του στο βάθος του φάρυγγος και να τραβήξει προς τα επάνω το
κόκκαλο. Τι άραγε θα προέκυπτε με μια τέτοια ενέργεια; Αλλά χωρίς δισταγμό τη
θέτει σε εφαρμογή και σώζεται! Το κόκκαλο, δυόμιση πόντους μεγάλο, το κρατάει
τώρα στο χέρι του! «Θαυμαστός ο Θεός εν τοις Αγίοις αυτού»! Δεν πρόλαβαν να
ζητήσουν τη βοήθεια του Αγίου, και η απάντησις ήρθε αυτοστιγμεί.
Λυτρωμένος
από βέβαιο θάνατο ο π. Αθανάσιος θα μπορεί τώρα, μεταξύ των άλλων, να κάνει και
περιοδείες, ζητώντας από διάφορα πρόσωπα συνδρομές για τις ανάγκες του
Μονυδρίου. Θα μπορεί να κανονίζει την αποστολή και την πώληση των εικόνων. Οι
οικοδομές τους είχαν φέρει τόσα χρέη… Και αργότερα στο ημερολόγιό του θα μπορεί
να σημειώνει τα αποτελέσματα των προσπαθειών του:
«Συνεισφοραί
υπέρ της οικοδομής οίκου και Ναού. Προσέφεραν: Ιωαννίκιος ζωγράφος, γρόσια 22.
Παχώμιος Κρής, γρόσια 22, 20. Σπυρίδων ιατρός, γρόσια 120. Παΐσιος Κυδωνιεύς,
γρόσια 67, 20. Σκήτη Βατοπεδίου, Ηρωδίων μοναχός, γρόσια 22, 20. Μονή
Βατοπεδίου παπα- Αζαρίας, γρόσια 22, 20. Ο Πνευματικός μου πατήρ Ματθαίος
Καρακαλληνός, ο δούς μοι τη συμμαρτυρίαν της Ιερωσύνης προσέφερε 50 Ναπολεόνια
χρυσά (γρόσια 5.000)… Η πρώτη μου περιοδεία εις το Άγιον Όρος, από την 13
Οκτωβρίου 1904 μέχρι την 30 Οκτωβρίου, συνήγαγε το ποσόν των 7.722 γροσίων».
Μόνο
με τέτοιους μόχθους και τρεξίματα μπορεί να μεταβληθεί σε κατοικήσιμη η σκληρή
και αφιλόξενη περιοχή των Κατουνακίων.
Το
1928, όταν ο γερο-Δανιήλ βρισκόταν στο ηλιοβασίλεμα πια της ζωής του, οι
αδελφοί έφεραν με σωλήνες και από πολύ μακριά πηγαίο νερό στην Καλύβη. Τώρα η
Καλύβη του γερο-Δανιήλ έγινε όασις πραγματική για τους οδοιπόρους που έρχονται
κουρασμένοι από τον Άγ. Βασίλειο, την Κερασιά, τα Καυσοκαλύβια ή από την Αγ.
Άννα. Και ακόμα για τους ασκητές που παίρνουν στη φιλόξενη στέγη της μιαν ανάσα
και συνεχίζουν μετά, στην απόλυτη ησυχία της ερήμου, τον τιτάνιο αγώνα τους με
το διάβολο.
Περνώντας
σήμερα από τα Κατουνάκια βλέπεις μια θαυμαστή δημιουργία. Την άρχισε ο
γερο-Δανιήλ πρώτος και τώρα την προχωρούν οι διάδοχοί του, στους οποίους,
πιστεύουμε, ότι μαζί με το όνομα άφησε και τη χάρη του. Πράγματι, στην Καλύβη
των Δανιηλαίων βρίσκεις μιαν ήσυχη γωνιά της ερήμου, όπου βασιλεύει σιωπηλή ζωή
και εργασία αληθινής μυρμηγκοφωλιάς. Και αυθόρμητα ανακράζεις με τον προφήτη
Ησαΐα: «Ευφράνθητι έρημος διψώσα, αγαλλιάσθω έρημος και ανθήτω ως κρίνον… Ότι
πολλά τα τέκνα της ερήμου μάλλον η της εχούσης τον άνδρα».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου