Δευτέρα 12 Μαρτίου 2012

916 - Ο εορτασμός της Χιλιετούς πορείας του Κοινοβιακού Μοναστηριακού πολιτεύματος στο Άγιο Όρος (V)


Από το Βιβλίο ΑΓΙΟΝ ΟΡΟΣ,
του Σιμωνοπετρίτη Μοναχού Ανδρέα,
τ. Γραμματέα της Ιεράς Κοινότητος του Αγίου Όρους



ΕΟΡΤΑΣΤΙΚΕΣ ΕΚΔΗΛΩΣΕΙΣ ΣΤΟ ΑΓΙΟ ΟΡΟΣ
     (7/20 - 11/24 Ιουνίου 1963)

... Μετά την θείαν Λειτουργίαν εσχηματίσθη ιερά πομπή και ελιτανεύθη πέριξ του Ιερού Ναού του Πρωτάτου η εφέστιος εικών του «Άξιον Εστίν», την οποίαν ηκολούθησαν άπαντες.

 
Οι εορταστικές εκδηλώσεις της Χιλιετηρίδας στο Αγιο Όρος έλαβαν χώρα ως ακολούθως:
Κατ' αρχήν, σύμφωνα με το Πρόγραμμα, ο εορτασμός αυτός είχε ορισθεί να γίνει στην Πρωτεύουσα του Αγίου Όρους, τις Καρυές, όπου εδρεύει η Ανωτάτη Αρχή του Τόπου, η Ιερά Κοινότης, η Διοίκηση, η Υποδιοίκηση Χωροφυλακής και όλες οι Δημόσιες Υπηρεσίες, την Κυριακή των Αγίων Πατέρων 12/25 Μαΐου και στην Ιερά Μονή Μεγίστης Λαύρας, την Δευτέρα της 13/26 Μαΐου. Αλλά επειδή την 6/19 Μαΐου, ησθένησε ο Βασιλιάς, τροποποιήθηκε το Πρόγραμμα και ειδοποιηθήκαμε, ότι ο Εορτασμός στο Άγιο Όρος θα γίνει, εις μεν τις Καρυές την Κυριακή της 10/23 Ιουνίου, εις δε την Μεγίστη Λαύρα, την επομένη Δευτέρα 11/24 Ιουνίου. 
Έτσι το πρωί της Πέμπτης 7/20 Ιουνίου 1963, μετά από απόφαση της Ιεράς Κοινότητος, όλοι οι Αντιπρόσωποι της Ιεράς Κοινότητος και οι Προϊστάμενοι των Ιερών Μονών, συγκεντρώθηκαν στο επίνειο του Αγίου Όρους, τον λιμένα της Δάφνης, όπου περί ώραν 9ην πρωινήν, αφήχθη η Α.Θ. Παναγ. ο Οικουμενικός Πατριάρχης μας Κος Κος Αθηναγόρας και η συνοδεία αυτού, την οποία αποτελούσαν οι Σεβασμιότατοι Μητροπολίτες Δέρκων κ. Ιάκωβος, Πριγκιποννήσου κ. Δωρόθεος, Ηλιουπόλεως κ. Μελίτων, Φιλαδελφίας κ. Ιάκωβος, Σταυρουπόλεως κ. Μάξιμος, οι Διάκονοι Αγάπιος και Γαβριήλ, ο Μεγάλος Υπομνηματογράφος και Καθηγητής κ. Φωτιάδης, ο φωτογράφος κ. Πεφάνης και ο Μεγάλος Πριμηκύριος.
Την Α.Θ. Παναγιότητα μετά της Συνοδείας αυτής υπεδέχθη και παρέλαβε, από τον λιμένα Αλεξανδρουπόλεως, με το Πολεμικό σκάφος του Βασιλικού Ναυτικού «ΠΥΡΠΟΛΗΤΗΣ», αντιπροσωπεία της Κεντρικής Επιτροπής εορτασμού Χιλιετηρίδος  εκ των: Μακαριωτάτου Αρχιεπισκόπου Αθηνών και πάσης Ελλάδος Χρυσοστόμου, μετά Ιεραρχών, μελών της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος, των μελών της Εκτελεστικής Επιτροπής, του Σεβ. Ρόδου κ. Σπυρίδωνος, του Καρπαθοκάσου κ. Αποστόλου, του Μηλιτουπόλεως κ. Ναθαναήλ κ.ά. επισήμων. Οι ανωτέρω υποδεχθέντες εξήλθον πρώτοι και εις τον λιμένα Δάφνης και υπεδέχθησαν ομού μετά των Πατέρων και Προεστών του Αγίου Όρους, του Πρωτεπιστάτου κ.λπ. την Α.Θ.Π. τον Οικουμενικόν Πατριάρχην, προς τον οποίον απεδόθησαν τιμές από το παρατεταγμένο άγημα Ναυτών του Πολεμικού σκάφους και ερρίφθησαν 21 κανονιοβολισμοί κατά την έξοδο του Πατριάρχη από το Πολεμικό πλοίο.

Τον Πατριάρχη εξελθόντα, προσεφώνησε, με απόφαση της Ιεράς Κοινότητας ο Πρωτεπιστάτης Προηγούμενος κ. Νικάνωρ Χιλιανδαρινός, δι' ολίγων, ως εξής:

«Παναγιώτατε Πάτερ και Δέσποτα
Υποκλινόμεθα προσκυνητώς άπαντες προ της Υμετέρας Θειοτάτης Παναγιότητος και εκ χειλέων ταπεινών, την στιγμήν ταύτην, μεθ' απάντων των Μοναστών του Αγιωνύμου Όρους της Δεσποτείας Σου, ψάλλομεν και άδομεν τω Αναστάντι Χριστώ τω Θεώ ημών, Ευλογημένος ο ερχόμενος εν ονόματι Κυρίου, ως ευ παρέστητε!»

Ο Παναγιώτατος ηυχαρίστησε, δι' ολίγων, τους Πατέρας και ευλογήσας πάντας, ηυχήθη υπέρ του Ιερού ημών Τόπου. Εν συνεχεία ησπάσθη και ηυλόγησε ένα έκαστο εξ ημών. Εν συνεχεία επεβιβάσθησαν άπαντες αυτοκινήτων και εσχηματίσθη πομπή, η οποία έλαβε την προς Καρυάς άγουσαν.

Εις την είσοδον των Καρυών και εις επί τούτω κατασκευασθείσαν αψίδα, υπεδέχθησαν τον Παναγιώτατον τα γηραιότερα μέλη της Ιεράς Κοινότητος, μετά της Ιεράς Επιστασίας, προηγηθείσης εκ Δάφνης, ο Μιλητουπόλεως κ. Ναθαναήλ, ο Διοικητής του Αγίου Όρους κ. Κ.Σ. Κωνσταντόπουλος, και πλήθος παρατεταγμένων Κληρικών εν στολή κ.λπ. Πατέρες και Ασκηταί της Ερήμου, εις τα πρόσωπα των οποίων έλαμπεν η χαρά και ο θρησκευτικός ενθουσιασμός.
Προ της αψίδος ο Παναγιώτατος ενεδύθη τον Μανδύαν και δια του ιερού ύμνου «Αξιον εστιν» ήρχισεν η πομπή κατευθυνομένη εις τον ιερόν Ναόν του Πρωτάτου, προ του οποίου ησπάσθη η Α.Θ.Π. το ιερόν Ευαγγέλιον, το οποίον έφερε εις χείρας ο Πρωτοπρεσβύτερος.  Αφού εισήλθε η πομπή στο Ναό εψάλη Δοξολογία από τη χορωδία των μαθητών της Αθωνιάδος Εκκλησιαστικής Σχολής, ην πάνυ δεξιοτέχνως διηύθυνεν ο Καθηγητής της Βυζαντινής Μουσικής και Γραμματεύς της Ιεράς Κοινότητος, Ανδρέας Μοναχός Θεοφιλόπουλος προς τον οποίον ο Παναγιώτατος Οικουμενικός Πατριάρχης επέδωκε Χρυσούν Σταυρόν.
Μετά την Δοξολογίαν, τον Παναγιώτατον προσεφώνησεν εκ μέρους του Σώματος της Ιεράς Κοινότητος, ο Πανοσιολογιώτατος Αντιπρόσωπος της Ιεράς Μονής Βατοπεδίου Προηγούμενος π. Κωνσταντίνος, ειπών τα εξής:

«Παναγιώτατε και Θειότατε Δέσποτα,
Το Αγιώνυμον Όρος της Δεσποτείας Σου, δια των εκπροσώπων αυτού, υποδέχεται σήμερον, εν τω Πανιέρω Ναώ του Πρωτάτου, την Υμετέραν Θειοτάτην και Προσκυνητήν ημίν Παναγιότητα, την Πάνσεπτον Κορυφήν της Μητρός ημών Μεγάλης του Χριστού Εκκλησίας και τον οικείον Πατέρα ημών και Δεσπότην ερχόμενον, ευδοκία Θεού και Πατρική συγκαταβάσει Αυτού, εις τα Σκηνώματα του Κυρίου τα αγαπητά, τας Πατριαρχικάς και Σταυροπηγικάς ιεράς Μονάς και τα ιερά Εξαρτήματα αυτών, ίνα, επ' ευκαιρία των επ' αισίοις οιωνοίς εορταστικών εκδηλώσεων, χιλιετούς πορείας του Ιερού τούτου Τόπου, ευλογήση, αγιάση και στηρίξη ημάς, εις το θέλημα του Αναστάντος Κυρίου. Ιστορική όντως και ευλογημένη η ημέρα αύτη, ην εποίησεν ο Κύριος, καθ' ην το Όρος το Αγιον πεπλήρωται χαράς και αφάτου αγαλλιάσεως, επί τη εν Αυτώ παρουσία της Υμετέρας Θεοτιμήτου αγίας μορφής.
Παναγιώτατε, ο εορτασμός της Χιλιετηρίδος του Αγίου Όρους, είναι απαύγασμα εξ ολοκλήρου των μεγάλων ιδεών και σοφών στοχασμών Σας υπέρ του Ορθοδόξου Μοναχισμού και της δόξης της Μιας, Αγίας, Καθολικής και Αποστολικής του Χριστού Εκκλησίας και τς όλως ιδιαιτέρας πατρικής στοργής και αγάπης Σας προς τους Μοναστάς και Μιγάδας αυτού. Με τας σκέψεις αυτάς και εν υιϊκή ευλαβεία και αφοσιώσει υποδεχόμεθα, εν χαρά πολλή και συγκινήσει, τον πνευματικόν ημών Πατέρα και Δεσπότην, υποκλινόμενοι βαθυσεβάστως και προσκυνητώς»


Ο Παναγιώτατος αντεφώνησεν εις ταύτα, δι εμπνευσμένου όντως λόγου, πλέξας εγκώμιον εις όλας τας τάξεις του Αγιορειτικού πληθυσμού, των Ιερών Μονών, των Σκητών, των Κελλίων, των Ερημιτών και Αναχωρητών και πάσης άλλης τάξεως.
Πατρικώς προέτρεψε πάντας ημάς, ίνα μετά του αυτού ζήλου, ως και οι Πατέρες ημών, συνεχίσωμεν των εκείνων ιερόν αγώνα υπέρ πάντων, ευχηθείς προς τον Ύψιστον όπως καταξιώση τον Αγιώνυμον Τόπον, ίνα εορτάση και την δευτέραν χιλιετή αμφιετηρίδα αυτού και συνεχίση ανά τους αιώνας την μακραίωνα αυτού ιστορικήν ιεράν αποστολήν. Ευλογήσας δε πάντας, προσηυχήθη επ' αρκετόν προ της Σεπτής Αγίας εικόνος «Αξιον εστίν» και εδεήθη μετά θέρμης πολλής τη Παντανάσση Μαρία, υπέρ της ειρήνης του σύμπαντος κόσμου και ενώσεως των αγίων του Θεού Εκκλησιών κατά το θέλημα του Υιού Της το άγιον.
Κατόπιν έγινε δεξίωση στο Ιερικοινοτικό Μέγαρο και στη συνέχεια απεσύρθησαν όλοι προς ανάπαυση λόγω του πολλού κόπου του ταξιδίου.

Παρασκευή 8/21 Ιουνίου 1963
Ενώπιον της Α.Θ.Π. του Οικουμενικού Πατριάρχου και των λοιπών Επισήμων, έγινε ειδική τελετή, κατά την οποία διενεργήθησαν εξετάσεις των τελειοφοίτων μαθητών της Αθωνιάδος Σχολής και εψάλησαν ωραία μουσικά μαθήματα, συνθέσεις του οσιολογιωτάτου Καθηγητού της Μουσικής της Αθωνιάδος Σχολής Ανδρέου Μοναχού και θαυμασίως ερμηνευθέντα υπό της χορωδίας των μαθητών της Σχολής, κυρίως δε το Πολυχρόνιον της Α.Θ. Παναγιότητος και άλλα.
Τον πανηγυρικόν εξεφώνησε ο Σχολάρχης, Σεβ. Μητροπολίτης Μιλητουπόλεως κ. Ναθαναήλ. Ακολούθησε η απονομή των απολυτηρίων, τα οποία παρελάμβανον οι μαθητές από τα χέρια του Πατριάρχη, ο οποίος, στο τέλος, εξεφώνησε λαμπρό λόγο, αναφερθείς εις την σκοπιμότητα επαναλειτουργίας της Σχολής, τονίσας ιδιαιτέρως τα εξ αυτής προερχόμενα αγαθά, συνεχάρη και ηυχήθη την Ιερά Κοινότητα, την Εφορία της Σχολής, τον Σχολάρχη και τους Καθηγητάς αυτής, εξάρας όλως ιδιαιτέρως το υπ' αυτών επιτελούμενον έργον.
Προς τιμήν του Πατριάρχου παρετέθη γεύμα, στο οποίο παρεκάθεσαν όλοι οι επίσημοι και το απόγευμα έγιναν από της Α.Θ. Παναγιότητος και των επισήμων διάφοροι επισκέψεις εις την Ιερά Μονή Κουτλουμουσίου και την Βατοπεδινή Σκήτη του Αγίου Ανδρέου, οι οποίες βρίσκονται κοντά στις Καρυές.

Σάββατο 9/22 Ιουνίου 1963
Με ειδικό Πολεμικό πλοίο του Βασιλικού Ναυτικού αφίχθησαν στον λιμένα της Δάφνης οι Προκαθήμενοι των Ορθοδόξων Εκκλησιών και οι Μακαριώτατοι Πατριάρχαι Ιεροσολύμων Βενέδικτος, Σερβίας Γερμανός, Ρουμανίας Ιουστινιανός, Βουλγαρίας Κύρριλλος, οι εκπρόσωποι των Πατριαρχείων Αλεξανδρείας, Μόσχας, της Εκκλησίας Κύπρου, Πολωνίας, Τσεχοσλοβακίας και Φινλανδίας, ως και εκπρόσωποι των ετεροδόξων Εκκλησιών, Αντιπροσωπεία του Παγκοσμίου Συμβουλίου Εκκλησιών, ο εν Κωνσταντινουπόλει Πατριάρχης των Αρμενίων, ο οποίος εξεπροσώπει και τον Καθολικόν πάσης Αρμενίας. Τούτους υπεδέχθη, εις τον λιμένα Δάφνης, το Σώμα της Ιεράς Κοινότητος και στις Καρυές η Α.Θ.Π. ο Οικουμενικός Πατριάρχης με τους λοιπούς επισήμους, όπου στον Ιερό Ναό του Πρωτάτου εψάλη πανηγυρική Δοξολογία, από την Χορωδία των μαθητών της Αθωνιάδος Εκκλησιαστικής Σχολής και άλλους ιεροψάλτες της Ερήμου, από τους αδελφούς Δανιηλαίους, Καρτσωναίους και τον Θωμά Χρυσοχόου. Στη συνέχεια τους Πατριάρχες προσεφώνησε εκπρόσωπος της Ιεράς Κοινότητος, με τον ακόλουθο ωραίο λόγο:
«Μακαριώτατοι,
Αρον κύκλω τους οφθαλμούς σου Σιών και ίδε, ιδού γαρ ήκασί Σοι, θεοφεγγείς ως φωστήρες, εκ Δυσμών και Βορρά και Εώας τα τέκνα Σου.
Περιχαρείς και εόρτιοι υποδεχόμεθα τας Υμετέρας Πολυσεβάστους Μακαριότητας, Ηγέτας των Ορθοδόξων Πατριαρχικών Θρόνων, με τον ύμνον της εκστάσεως και θείας ανατάσεως του θείου υμνωδού. Διότι έκστασις ομολογούμεν, ότι κατέχει τας ψυχάς μας και θάμβος τας διανοίας μας καλύπτει, εις ύψη δε αιθερίας πνευματικής πτήσεως μεταφερόμεθα, όταν εδώ εις τα ύψη τα ιστορικά και τας κορυφάς του Αγιωνύμου Όρους, συναντώνται σήμερον τα ύψη τα πνευματικά και αι διοικητικαί κορυφαί της Ορθοδοξίας, ανακύπτοντες ως όρθροι εωθινοί και αστέρες απλανείς, εξ ανατολών, βορρά και εώας, ως φωστήρες θεοφεγγείς, Πατριάρχαι ή Αντιπρόσωποι αυτών και Αρχιεπίσκοποι Εκκλησιών, ως φώτα σωστικά, εις μίαν αρμονίαν πανορθοδόξου ενότητος. Δρυς ευθυτενείς και άκαμπτοι, εις θείον φέγγος δογμάτων και παραδόσεως αποστολικής, εδώ εις τας γοητευτικάς υπωρείας, ένθα τα δάση των δρυών των πνευματικών, αμιλλώνται εις αύξησιν των ευσκιοφύλλων φυσικών τοιούτων, υπό την υψηκάριον Δρυν του αιωνοβίου Θρόνου, την θεοτίμητον κορυφήν της Ορθοδοξίας, τον Οικουμενικόν ημών Πατριάρχην Αθηναγόραν τον Α΄, τον και εμπνευστήν των όσων, ευδοκία Θεού, λαμβάνουν χώραν, επί τω εορτασμώ της Χιλιετηρίδος του Ιερού ημών Τόπου.
Κλίνοντες τας ταπεινάς κεφαλάς ημών, προ των θεοτιμήτων Υμών κεφαλών, δεδοξασμένων απασών και λελαμπρυσμένων, εις πορείαν πνευματικήν, κατά τον μακραίωνα ρουν της ιστορίας, εκάστη σεμνυνομένη, δια τα εμβλήματα και σήματα δόξης περιλάμπρου, προσαγορεύουσα αυτάς, δια των ταπεινών χειλέων μας και χαιρετίζομεν την εις το Όρος τούτο, το Αγιον, θριαμβευτικήν ανάβασιν της ηνωμένης Ορθοδόξου στρατευομένης Εκκλησίας, διαβεβαιούμενοι Αυτάς, ότι και ημείς στρατιώται υπάρχοντες, εις αγώνα ενωτικόν, από χιλίων και πλέον ετών, εις καθήκον προσευχής και ασκήσεως, δεν παύομεν τας δεήσεις υπέρ Υμών και των χριστεπωνύμων πληρωμάτων Σας, και τους παλμούς των καρδιών ημών, πάντοτε αισθανόμενοι εντόνους, υπέρ των Μοναχικών Ταγμάτων Υμών και των εν ασκήσει διαβιούντων, θεαρχίω Υμών νεύματι.
Δέξασθε την αΐδιον ευγνωμοσύνην της Ιεράς ημών Κοινότητος και των Μοναστών του Αγιωνύμου ημών Όρους και την έκφρασιν εκ του βυθού της δεομένης ψυχής μας απροσμετρήτου αφοσιώσεως. Υμείς οι αετοί της Ορθοδόξου Πίστεως, από ημάς τους αετιδείς και τα στρουθία τα μονάζοντα επί του δώματος τούτου, του εγκαλλωπίσματος της Ορθοδοξίας και σεμνού περιδεραίου προγονικής πολυτίμου δόξης του δικεφάλου αετού της Ορθοδοξίας και συγκαταβήτε να ακούσητε, επί τη επισκέψει Υμών μετά του ωραίου εφυμνίου ¨ως ωραίοι οι πόδες υμών των ερχομένων και ευαγγελιζομένων προς ημάς αγαθά, των ευαγγελιζομένων την ειρήνην¨».
Ο Μακαριώτατος Πατριάρχης Ιεροσολύμων κ. Βενέδικτος, εκ μέρους όλων, απήντησε δι' ολίγων, ευχαριστήσας την Ιεράν Κοινότητα και ηυχήθη, όπως ο Ιερός ημών Τόπος, συνεχίσει την ζωήν και δράσιν αυτού, επ' ωφελεία της Εκκλησίας και του Γένους, να αξιώσει δε αυτόν ο Κύριος ο Θεός, να εορτάσει και την δευτέραν χιλιετηρίδα αυτού με μεγαλυτέραν λαμπρότητα.

Στη συνέχεια ακολούθηε δεξίωση στην αίθουσα του Ιεροκοινοτικού Μεγάρου και απεσύρθησαν άπαντες εις τα καθωρισμένα από το Πρόγραμμα καταλύματα.

Το απόγευμα εψάλη εις τον Ιερό Ναό του Πρωτάτου Μέγας Εσπερινός, χοροστατούντος και προϊσταμένου του Οικουμενικού Πατριάρχου ημών κ. Αθηναγόρου και με συμμετοχή όλων των Πατριαρχών και λοιπών Ορθοδόξων Εκκλησιών.
Μετά τον Εσπερινόν, στην αίθουσα και πάλι του Ιεροκοινοτικού Μεγάρου έλαβε χώραν πνευματική συγκέντρωση, κατά την οποία εξεφωνήθησαν ωραίοι πνευματικοί λόγοι, ύμνοι και εγκώμια εις τον Ιερόν Αθω και τους κατοίκους αυτού, από την Α.Θ.Π. του Οικουμενικού Πατριάρχου Αθηναγόρα, από τον Αρχιεπίσκοπο Αθηνών και πάσης Ελλάδος κ. Χρυσόστομο, από τον Καθηγητή Αμίλκα Αλιβιζάτο, τον Πρωθιερέα των Ανακτόρων και Καθηγητή Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης Ιερώνυμο Κοτσώνη και τον Καθηγούμενο της Ι.Μ. Διονυσίου Αρχιμ. Γαβριήλ. Όλοι αναφέρθηκαν στον προορισμό και την αποστολή του Μοναχού, καθώς και στη ζωή και δράση του Αγίου Όρους Αθω. Ακολούθησε Δείπνο και ανάπαυσις.
Κυριακή 10/23 Ιουνίου 1963
Την 5η πρωϊνή άρχισε να ψάλλεται ο Πανηγυρικός Όρθρος, στον ιστορικό Ιερό Ναό του Πρωτάτου.
Την 8η π.μ. κατέπλευσε στον λιμένα της Δάφνης το Β. Πλοίο «ΠΟΛΕΜΙ-ΣΤΗΣ», φέρον την Α.Μ. τον Βασιλέα Παύλον, την Α.Β.Υ. τον Διάδοχον, τότε, Κωνσταντίνον, την Α.Β.Υ. τον Πρίγκιπα Μιχαήλ και την Βασιλικήν Συνοδείαν, Υπασπιστάς, Ανωτάτους Αξιωματικούς, Ναυάρχους, Στρατηγούς κλπ. 


Εν τω μεταξύ, με τα ατμόπλοια «Μαρινέλλα», «Κανάρης», «Πολικός» και το υπερωκεάνειο «Μαριάνα», τα οποία παρεχώρησε δωρεάν, στην Επιτροπή Εορτασμού Χιλιετηρίδος, ο ευπατρίδης Εφοπλιστής κ. Ιωάννης Λάτσης, είχαν αφιχθεί οι προσκεκλημένοι και επίσημοι, περί τους 800, οι οποίοι μαζί με τους από ξηρά αφιχθέντες προσκυνητές, υπερέβησαν τους χιλίους πεντακοσίους, με αποτέλεσμα να μη τους χωρούν οι δρομίσκοι της Κωμοπόλεως, όπου συνωθούντο όπισθεν της στρατιωτικής παρατάξεως στην είσοδο και τους δρόμους, για να υποδεχθούν τον Βασιλέα και τους εκπροσώπους της Κυβερνήσεως.
Αφού ετελέσθη ο Όρθρος εις τον Ιερόν Ναόν του Πρωτάτου, ο Οικουμενικός Πατριάρχης και οι λοιποί εκπρόσωποι και Πατριάρχες των Ορθοδόξων Εκκλησιών κατήλθον εκ της μεγάλης αιθούσης του Ιεροκοινοτικού Μεγάρου λαμπροφορεμένοι τα αποστράπτοντα ιερά Βυζαντινά άμφιά τους, σε τελετική πομπή και εισήλθον στον Ναό για την έναρξη της θείας Λειτουργίας.

Την 9ην π.μ. κωδωνοκρουσίαι χαρμόσυνοι ανήγγελον την άφιξιν του Βασιλέως προ του Ναού, οπότε ο Οικουμενικός Πατριάρχης, εν στολή και άκρως συγκεκινημένος, έδραμε προς την πύλην, έχων ανά χείρας το Ιερόν Ευαγγέλιον. Ενηγγαλίσθη τον Ανακτα και προσφέρων το ιερόν Ευαγγέλιον εις προσκύνησιν, κατησπάζετο αυτόν.
Κατόπιν συνεχίσθη η θεία Λειτουργία με συμμετοχή όλων των Πατριαρχών και εκπροσώπων των Ορθοδόξων Εκκλησιών. Ο Βασιλεύς Παύλος ο Α΄ απήγγειλε το Σύμβολον της Πίστεως, το «Πιστεύω...» μετά πολλής κατανύξεως και της δεούσης προσοχής και ευλαβείας, τόσον αυτού, όσον και του Διαδόχου, τότε, Κωνσταντίνου, του Πρίγκιπος Μιχαήλ και όλου του ιερού εκκλησιάσματος.

Μετά την ανάγνωσιν του Ιερού Ευαγγελίου, εν τη θεία Λειτουργία, ανεγνώσθη υπό της Α.Π.Θ. του Οικουμ. Πατριάρχου το ακόλουθον μήνυμα:
«Αινετόν και ευλογητόν το τίμιον Όνομα του Παναγάθου Θεού, καταξιώσαντος την αγίαν ημών Εκκλησίαν, τον ιερόν και περίπυστον τούτον Τόπον και πάντας ημάς, ίνα εορτάσωμεν αξίως κατά το έτος τούτο την πρώτην χρυσήν χιλιετηρίδα του Αγιορειτικού Μοναχισμού, ου πατήρ εγένετο ο άγιος Αθανάσιος ο Αθωνίτης δια της υπ' αυτού, χάριτι θεία, ουχί μακράν της θαλάσσης και υπό την σκέπην του υψηλού τούτου Όρους ανεγερθείσης ιεράς Μονής της Μεγίστης Λαύρας. Είναι δε ο εορτασμός ούτος ιερόν μνημόσυνον και απότισις οφειλετικής τιμής προς τον μέγαν εκείνον Μοναχόν, και άμα προς πάντας τους δια μέσου των αιώνων πολυαρίθμους του αγίου τούτου Τόπου πολιτών, οίτινες, υπό θείου φλεγόμενοι έρωτος, έδωκαν τα πάντα, ίνα αγοράσωσι τον πολύτιμον μαργαρίτην, και δια της σιωπής, της προσευχής και της αυταπαρνήσεως, καθάραντες και εξαγνίσαντες την ψυχήν και τον νουν, εκοινώνησαν και προσωμίλησαν τω Θεώ.
Μακαρίζομεν και ευλογούμεν τούτους, και διότι ταυτοχρόνως ανεδείχθησαν συνεχισταί και ιερουργοί της γνησίας Ορθοδόξου ασκητικής ζωής και παραδόσεως, ως αύτη διεμορφώθη εν τοις πρωταρχικοίς κέντροις του Ανατολικού Μοναχισμού, ευθαρσείς πρόμαχοι της Ορθοδοξίας, άγρυπνοι φύλακες των ιερώ και οσίων της πίστεως, συντηρηταί ανεκτιμήτων αξιών του ανθρωπίνου πολιτισμού.
Είμεθα ευτυχείς, διότι επ' αισίοις εγενόμεθα προσκυνηταί των αγιασμάτων του ιερού τούτου Τόπου και θαυμασταί των εξόχων μνημείων, κειμηλίων και παντοίων έργων της ιεράς και της θύραθεν σοφίας και τέχνης, άπερ εδημιούργησε το ασκητικόν βίωμα και απεθησαύρισεν ο ζήλος και η φιλοτιμία των Αγιορειτών Πατέρων.
Το Αγιον τούτο Όρος είναι και εσαεί θα παραμείνη Κιβωτός του ακραιφνούς Ορθοδόξου Μοναχικού ιδεώδους και ιερών παραδόσεων, ως αύται βιούνται δια μέσου των αιώνων, σάλπιγξ ανοθεύτου χριστιανικού πνεύματος, γαλήνιος λιμήν ταλαιπωρουμένων ψυχών, το δε όνομα αυτού προσφιλές και γλυκύ εις τα ώτα και εν ταις καρδίαις των Ορθοδόξων και παντός χριστιανού. Δια τούτο και πολλοί ευλαβείς επισκέπται και προσκυνηταί κατ' έτος προσέρχονται εις αυτό, ίνα αποπνεύσωσι επί τι την ζείδωρον αύραν της γαλήνης και της εσωτερικής περισυλλογής, μετάσχωσί πως εις την υπό των Μοναχών και των Ερημιτών αυτού αδιαλείπτως αναφερόμενην προσευχήν και τας νυχθημέρους αυτών υπέρ εαυτών και των εν τω κόσμω εν πίστει αδελφών γονυκλισίας, λαβώσί τι εκ του αντιφεγγίσματος της Μοναχικής ψυχής, της μεταρσιώσεως αυτής, και της μελωδίας του σύμπαντος, και ακούσωσιν αντιλάλους εκ του υπερπέραν και κατανυκτικούς ήχους εκ του θεοσκεπούς τούτου Όρους.
Η πνευματικότης του Όρους τούτου αποβαίνει ιδιαιτέρως αναγκαία κατά την σύγχρονον ημών εποχήν. Η κατ' αυτήν πίστις εις την παντοδυναμίαν του ανθρώπου και η υπερεκτίμησις των εν τω φυσικώ πεδίω επιτεύξεων αυτού, η στροφή της προσοχής εις τα παροδικά και πεπερασμένα του αισθητού κόσμου, απέστρεψαν τους ανθρώπους από του απολύτου και του αιωνίου, απεξένωσαν τούτους από του εσωτερικού αυτών κόσμου, εν ω συντελείται η προς τον Θεόν επαφή, και έψυξαν αυτών την πίστιν. Την ελάττωσιν δε της πίστεως και την στροφήν προς τον έξω κόσμον ηκολούθησεν η μείωσις της αγάπης και η διατάραξις της εσωτερικής αυτών γαλήνης και ειρήνης, η αποξήρανσις της πνευματικής αυτών ψυχής, μακράν του Θεού εν ανησυχία επιζητούσης την δικαίωσιν του λόγου της υπάρξεως αυτής, και μη ικανοποιουμένης υπό των ματαίων υποσχέσεων και επαγγελιών της απίστου και εωσφορικής περί του κόσμου και του βίου θεωρίας.
Εάν οι άνθρωποι έδιδαν μείζονα προσοχήν προς το σιωπηλόν μήνυμα, όπερ δια της υπάρξεως και της ενθέου αυτών πολιτείας απευθύνουσι προς αυτούς οι Αναχωρηταί της ερήμου, οι θυσιάζοντες τα πάντα δια τον Θεόν, ¨ίνα Θεόν κερδίσωσι¨, και ¨συνεχόμενοι εις το αναλύσαι και συν Χριστώ είναι¨, εάν απέδιδον μείζονα σημασίαν εις τας θρησκευτικάς και ηθικάς αξίας, θα έζων αταλαιπώρους και εν ειρήνη, η φιλαλληλία θα συνήνου τους λαούς και αι πνευματικαί και υλικαί δυνάμεις της ανθρωπότητος θα κατηναλίσκοντο εις οικοδομήν και ουχί εις όλεθρον, εις επούλωσιν πληγών, εις έργα ειρήνης και ανθρωπίνου μεγαλείου.
Ο Αγιορειτικός Μοναχισμός θα συνεχίση και εφεξής την ιεράν αυτού αποστολήν εν τη Εκκλησία, εν η ούτος εγεννήθη και ήνθισε, και δι ης υπάρχει, ως δια της αμπέλου το κλήμα. Εν πεποιθήσει δε λέγομεν, ότι την από του χιλιετούς τούτου σταθμού περαιτέρω προς τους αιώνες πορείαν αυτού ο Αγιορειτικός Μοναχισμός θα συνεχίση αξίως προς το ηγιασμένον και κατά Θεόν ένδοξον αυτού παρελθόν, και κατ' ανταπόκρισιν προς επιτακτικάς ανάγκας των καιρών και το βαθύτερον πνευματικόν αίτημα του χριστιανικού κόσμου και της ανθρωπότητος.
Περί τούτου εγγυώνται αυτή η δυναμική φύσις του πνευματικού τούτου εν τη ιστορία και τη ζωή της Εκκλησίας φαινομένου, επιμαρτυρουμένη ήδη ενώπιον των οφθαλμών ημών υπό της θαυμαστής επιβιώσεως αυτού επέκεινα μακρών αιώνων, και της ζωηράς συναισθήσεως χρέους από μέρους των ιερών ανδρών του τόπου τούτου, προς πιστήν λατρείαν τω Θεώ και διακονίαν τοις ανθρώποις εν ταις εσωτάταις αυτών ανάγκαις. Η περί του Αγίου τούτου Όρους φιλόστοργος και ανύστακτος μέριμνα της καθ' ημάς Αγίας του Χριστού Μεγάλης Εκκλησίας, υφ' ης την πνευματικήν δικαιοδοσίαν και υπάτην κηδεμονίαν και εποπτείαν τούτο τελεί. Το υπέρ αυτού βαθύ ενδιαφέρον πασών των αδελφών Αγιωτάτων Ορθοδόξων Εκκλησιών. Η προστασία και γενναιόδωρος προσοχή και πρόνοια του κυριάρχου Κράτους και επί πάσιν η πνευματικότης και ο μυστικισμός της Ορθοδοξίας, εξ ης αδύνατον, ίνα ελλείπη η τοσούτον ευγενής και υψηλή εκδήλωσις και έκφρασις της χριστιανικής θρησκείας, ο Ορθόδοξος Μοναχισμός.
Του ενταύθα Μοναχισμού τούτου την χιλιετή αμφιετηρίδα εορτάζοντες δεν πανηγυρίζομεν ιστορικήν επέτειον γεγονότος παρωχημένου, αλλά υπέρ την φθοράν του χρόνου νίκην ενός βιώματος, βιώματος δε μοναδικού της Ορθοδοξίας. Εξ ετέρου επί τη αισία αφίξει εις τον ιστορικόν τούτον σταθμόν, δεν τελούμεν απλώς εορτασμόν, αλλά μυσταγωγούμεν την είσοδον του βιώματος τούτου εις νέαν περίοδον. Δι' ο και ιδιαζόντως κατά την εύσημον ταύτην στιγμήν η τε ενταύθα σεμνή Μοναστική παράταξις και η Ορθοδοξία δέον όπως ενωτισθώσι της φωνής της ερήμου, καλούσης εις αυτοσυγκέντρωσιν και ανασύνταξιν των πνευματικών δυνάμεων της Εκκλησίας και του Μοναχισμού αυτής, εν ετοιμασία προς ικανήν μεν θεραπείαν ιδίων αναγκών και αναπλήρωσιν των ιδίων υστερημάτων, προσφοράν δε και διάθεσιν του αδαπανήτου θησαυρού της Ορθοδοξίας εις την υπηρεσίαν του αγίου σκοπού της εν Χριστώ ενότητος σύμπαντος του χριστιανικού κόσμου και της μεγάλης υποθέσεως της ¨ευδοκίας και της ειρήνης¨ των ανθρώπων.
Εν τω πνεύματι τούτω και εν ευχαριστηρίοις και ικετηρίοις δεήσεσι μετά των σεβαστών εν Χριστώ αδελφών ημών, Μακαριωτάτων και Αγιωτάτων Πατριαρχών και Προέδρων των Ορθοδόξων Εκκλησιών και των συλλειτουργών Αγίων Αρχιερέων, του συμπαριστουμένου και συμπροσευχομένου ημίν ευσεβεστάτου ορθοδόξου Βασιλέως Παύλου του Α΄, του και υψηλού προστάτου του ιερού τούτου τόπου, της συμπαρούσης και συμπροσευχομένης χορείας των Ιερωτάτων Ιεραρχών, και ιεράς παρατάξεως των οσιοτάτων Πατέρων και της παρεμβολής του περιουσίου λαού, επισφραγίζομεν την, χάριτι Θεού, διανυθείσαν πρώτην χιλιετίαν της Μοναχικής Πολιτείας του Αγίου τούτου Όρους και θησαυρίζομεν ταύτην εν τη ιστορία και τη πνευματική εμπειρία της Αγίας ημών Ορθοδόξου Εκκλησίας και της ανθρωπότητος καθόλου.
Καθαγιάζοντες δε και εγκαινιάζοντες την επ' αισίοις αρχομένην νέαν ιστορικήν περίοδον του Αγιορειτικού Μοναχισμού, παρακατιθέμεθα ταύτην τω καιρούς και χρόνους εν τη ιδία εξουσία θεμένω Θεώ. Ου το άπειρον έλεος και η άμαχος προστασία, πρεσβείαις της Κυρίας του ιερού τούτου περιβόλου Υπεραγίας ημών Θεοτόκου, ικεσίαις δε του οσίου Πατρός ημών Αθανασίου του εν Αθω και πάντων των εν οσιότητι ενταύθα αθλησάντων και τελειωθέντων, σκέποι πάντας και διαφυλάττοι το Αγιον τούτο Όρος και τους εν αυτώ ενασκουμένους εν ακμή πνευματική, εις θέωσιν μεν αυτών και οικοδομήν του Σώματος της Εκκλησίας, δόξαν δε της Παναγίας και Ζωαρχικής Τριάδος. Αμήν».

Μετά την θείαν Λειτουργίαν εσχηματίσθη ιερά πομπή και ελιτανεύθη πέριξ του Ιερού Ναού του Πρωτάτου η εφέστιος εικών του «Αξιον εστιν», την οποίαν ηκολούθησαν άπαντες.
Μετά το πέρας της ιεράς λιτανείας και της τελετής,  εις το Μέγαρον της Ιεράς Κοινότητος έγινε δεξίωση προς τιμήν της Α.Μ. του Βασιλέως, της Α.Θ.Π. του Πατριάρχου και των λοιπών επισήμων. Παρετέθη γεύμα, κατά το οποίο σε σχετική προσφώνηση της Α.Θ.Π. του Οικουμ. Πατριάρχου η Α.Μ. ο Βασιλεύς απήντησεν ως εξής:
«Παναγιώτατε,
Με εξαιρετικήν όλως και βαθυτάτην συγκίνησιν επαναβλέπω τους ιερούς του Αθωνος τόπους, οι οποίοι μου είναι λίαν οικείοι και ιδιαζόντως προσφιλείς ήδη από της εποχής, ότε την βασιλικήν αλουργίδα έφερεν ο αείμνηστος αδελφός μου. Το δε γεγονός ότι η αγαθή του Θεού Πρόνοια επεφύλαξεν, ίνα το όνομά μου και ο Οίκος μου συνδεθούν προς της Χιλιετηρίδος του Θεοφρουρήτου τούτου Όρους την επέτειον, θεωρώ ως ανεκτίμητον του Παναγάθου ευλογίαν, λαμπρυνομένην από την ευλαβή παρουσίαν της Υμετέρας σεπτής και φίλης της Ορθοδόξου Εκκλησίας κορυφής περιβαλλομένης υπό των σεβασμίων Μακαριωτάτων Προκαθημένων και των Σεβασμιωτάτων Ιεραρχών των αδελφών Αγιωτάτων Ορθοδόξων Εκκλησιών, και εν υποδειγματική και θεαρέστω του πνεύματος ενότητι πλαισιουμένης υπό των «εκ δυσμών και βορρά και θαλάσσης και εώας» προσελθόντων εκλεκτών εκπροσώπων άλλων ομολογιών και περικλεών θρησκευτικών και επιστημονικών Ιδρυμάτων ή ονομαστών του χριστιανικού Βυζαντίου και του Ορθοδόξου πνευματικού βίου ερευνητών.
Οσάκις ευρίσκομαι ενταύθα και εξαιρέτως κατά την εύσημον ταύτην ημέραν, καταλαμβάνομαι υπό ιερού δέους αναπνέων την πνευματικήν ευωδίαν, την αρωματίζουσαν αύραν της περισυλλογής και της εν κατανύξει θεαρέστου προσευχής, την οποίαν εδημιούργησαν αι αναρίθμητοι στρατιαί των εν αμέμπτω βιοτή και αγνή πολιτεία και αυστηρά ασκήσει, είτε εν Κοινοβίοις είτε κατά μόνας διαλαμψάντων, οι οποίοι διήλθον τον χρόνον της εν τω παρόντι κόσμω παροικίας των «ως ξένοι και πάροικοι», διότι αυτών «το πολίτευμα εν Ουρανοίς υπάρχει».
Αισθάνομαι δε εντονωτάτην συγκίνησιν, αναλογιζόμενος ότι και περί ημάς ίπτανται αι ευλαβείς ψυχαί των εν μακαρία και θεοφιλεί λήξει γενομένων ισχυρών Ανάκτων, οι οποίοι είτε ως συναθληταί ήθλησαν ενταύθα, είτε ως προστάται και ευεργέται των αγιωνύμων ιερών του Αθωνος Ιδρυμάτων πολλαχώς μετ' αυτού συνεδέθησαν.
Ούτω οι δεσμοί οι συνδέοντες την Βασιλείαν του Οίκου μου προς την μοναδικήν εν τη Οικουμένη Μοναστικήν Πολιτείαν δεν είναι μόνον προσωπικοί, αλλά και ιστορικοί.
Παναγιώτατε,
Ως είναι κάλλιον γνωστόν εις την Υμετέραν Παναγιότητα, η ωφελιμοκρατική και υλιστική περί της ζωής αντίληψις, μέχρι πρό τινων δεκάδων ετών, ημφεσβήτει και αυτήν την χρησιμότητα ου μόνον του Μοναχισμού, αλλά και πάσης πνευματικής ανατάσεως. Αι καταπληκτικαί όμως της Επιστήμης κατακτήσεις και τα γιγαντιαία όντως βήματα, επί των ημερών μας, εις τας θετικάς και ιδίως τας λεγομένας φυσικάς επιστήμας συντελούμενα, απέδειξαν ότι εν τω κόσμω δεν υφίσταται μόνον η ύλη αλλά και το πνεύμα, ο δε άνθρωπος δεν είναι μηχανή αλλά μία ψυχοσωματική οντότης, διακρινομένη εκ πάντων των λοιπών του Θεού δημιουργημάτων. Αι επιστημονικαί αύται διαπιστώσεις ανανέωσαν και πάλιν εις την σκέψιν μας την θείαν αλήθειαν ότι «ουκ επ' άρτω μόνον ζήσεται άνθρωπος». Το βασικόν τούτο δίδαγμα, περί της ανάγκης της πνευματικής του ανθρώπου τροφοδοσίας και υπάρξεως ενός ανωτέρου πνευματικού κόσμου, προς τον οποίον αισθανόμεθα εσωτερικήν έλξιν και προς τον οποίον κατά βάθος ποθούμεν να πορευώμεθα, έχει ως αποστολήν να υπενθυμίζη εις ημάς, τους εν τω κόσμω διαβιούντας, ο Αθως και γενικώτερον ο Μοναχισμός.
Η συχνή αύτη προς τον άνθρωπον υπόμνησις αποτελούσα εις πάσαν εποχήν την δικαίωσιν της υπάρξεως του Μοναχισμού, είναι αναγκαιοτάτη, κατά τους παρόντας ιδία καιρούς, ότε η επιτευχθείσα υλική πρόοδος τυχόν παρερμηνευομένη, δυνατόν να προκαλέση εις την σκέψιν μας αισθήματα αυταρεσκείας και αυταρκείας έναντι του Θεού.
Δια τούτο οι πάντες προσδοκούν, ότι από την τάξιν κυρίως των Μοναχών θα προέλθουν οι άνθρωποι της ζεούσης πίστεως, του ενθέου ζήλου, της παραδειγματικής αυταπαρνήσεως της Εκκλησίας, οι οποίοι ταπεινώς και εν ασημότητι θα συμβάλουν εις την διασφάλισιν της ψυχικής μας ισορροπίας και εις την ομαλήν λειτουργίαν της Κοινωνίας. Κατά το παρελθόν ο Μοναχισμός και ιδία ο εν Αθω, μεγάλως συνέβαλεν εις την διατύπωσιν και κατά μέγα μέρος εις την διαφύλαξιν αλωβήτων των θησαυρών της ορθοδόξου Αληθείας, πνευματικότητος και ευλαβείας, του πλούτου της θείας ημών Λατρείας και της απαραμίλλου χριστιανικής Τέχνης, εις την διακράτησιν της εθνικής συνειδήσεως των ορθοδόξων λαών, εις την δημιουργίαν των υπερόχων και φωτεινών της μαθήσεως κέντρων, με την υψηλήν του νου και της ψυχής δια της δαψιλούς των θύραθεν και των ιερών Γραμμάτων καλλιεργείας, και των τόσων άλλων, άτινα ο Μοναχισμός και ο Αθως προσέφερον εις την Εκκλησίαν, το Ελληνικόν και τα άλλα του Αίμου μέχρι και του απωτάτου βορρά έθνη, και πολύ πέραν αυτού εις τον πολιτισμόν και την ημέρωσιν των λαών. Σήμερον ο Μοναχισμός και ιδία ο Αθως καλούνται να προσθέσουν και άλλας πνευματικάς δάφνας εις τον κατάφορτον ήδη πνευματικόν στέφανον, τον οποίον επαξίως κατά την μακραίωνα ιστορίαν των έχουν δια των αγώνων των κατακτήσει.
Παναγιώτατε,
Εν όψει της υψίστης ταύτης σπουδαιότητος του Μοναχικού ιδεώδους, διά τε την θρησκευτικήν και εθνική μας ζωήν, η Ελληνική Πολιτεία αποβλέπει εις την Αθωνίτιδα Δημοκρατίαν μεθ' όλως ιδιαιτέρας στοργής και θεωρεί ως ιδιαζόντως σημαντικήν δια το έθνος ημών ευλογίαν το γεγονός, ότι ο Αθως περιλαμβάνεται εντός των ορίων του Ελληνικού Βασιλείου.
Αισθάνομαι δε εμαυτόν λίαν ευτυχή δυνάμενος να διαπιστώσω, ότι η Ελληνική Πολιτεία, μετά χρηστών ελπίδων ατενίζουσα προς την αρξαμένην δευτέραν του Αγίου Όρους χιλιετηρίδα, είναι πρόθυμος να συμβάλη έτι μάλλον, ίνα εσαεί ο Ιερός Αθως παραμείνη ο ισχυρότατος πνευματικός Φάρος, ο οποίος θα αυγάζη μυριάδας και εκατομμύρια ψυχών πολύ πέραν των ορίων και της Ελλάδος και της Ορθοδοξίας «έως εσχάτων της γης».
Έτσι έληξε το Επίσημο Γεύμα.

Κυριακή 10/23 Ιουνίου 1963 (Απόγευμα)
Η Α.Μ. ο Βασιλεύς ημών Παύλος, η Α.Θ.Π. ο Οικουμενικός ημών Πατριάρχης και λοιποί επίσημοι παρηκολούθησαν ειδική τελετή, η οποία οργανώθηκε από την Αθωνιάδα Εκκλησιαστική Σχολή στην Ιερά Σκήτη του Αγίου Ανδρέου, εις την οποίαν χοροστατούντος του Σεβ. Μητροπολίτου Ροστόβου και Γεροσλάβ κ. Νικοδήμου, εψάλη υπό της χορωδίας της Αθωνιάδος Εκκλησιαστικής Σχολής, διευθυνομένης υπό του Μουσικού της Αθωνιάδος οσιολογιωτάτου Μοναχού Ανδρέου Θεοφιλοπούλου, μέγας Εσπερινός εις τον παμμέγαν Ιερόν Ναόν του Αποστόλου Ανδρέου του Πρωτοκλήτου, και ετελέσθη επίσημον μνημόσυνον υπέρ των Κτητόρων της Ιεράς Σκήτης ταύτης.
Μετά το πέρας της τελετής αυτής, επεβιβάσθημεν αυτοκινήτων και κατήλθομεν άπαντες εις τον λιμένα Δάφνης. Εκείθεν δε δια πλοίων επεραιώθημεν εις την Ιεράν Μονήν Μεγίστης Λαύρας.

Δευτέρα 11/24 Ιουνίου 1963
Εις την Ιεράν Μονήν Μεγίστης Λαύρας την πρωΐαν εγένετο ιερόν Πατριαρχικόν Συλλείτουργον, προεξάρχοντος του Οικουμενικού Πατριάρχου ημών κ. Αθηναγόρου. Εν αυτώ και πάλιν η Α.Μ. ο Βασιλεύς ημών Παύλος απήγγειλε το ιερόν Σύμβολον της Πίστεως ημών, εν βαθεία και καταφανεί συγκινήσει και πολλή προσοχή και κατανύξει τόσον αυτού, όσον και του, τότε, Διαδόχου Κωνσταντίνου, του σεμνοτάτου Πρίγκηπος Μιχαήλ και όλου του ιερού εκκλησιάσματος.
Μετά το Κοινωνικόν, ανεγνώσθη υπό του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Ηλιουπόλεως κ. Μελίτωνος και επεδόθη τοις Επιτρόποις της Μεγίστης Λαύρας, αναμνηστική αργυρά και ενεπίγραφος πλαξ, αναφερομένη εις την χιλιετή πορείαν και δράσιν της Μονής, από της ιδρύσεως αυτής υπό του Αγίου Αθανασίου. Μετά το πέρας της Λειτουργίας, ηκολούθησεν ιερόν προσκύνημα των Αρχειοθηκών και Θησαυροφυλακίου της Μονής υπό της Α.Μ. του Βασιλέως ημών, της Α.Θ.Π. του Πατριάρχου και όλων των επισήμων και εγένετο δεξίωσις εις την αίθουσαν υποδοχής της Μονής, εν τη οποία δια καταλλήλου ομιλίας ο Σεβ. Μητροπολίτης Μιλητουπόλεως Ναθαναήλ, Λαυριώτης τη κουρά, εκ μέρους της Μεγίστης - Ιεράς Μετανοίας του - ηυχαρίστησε την Α.Μ. τον Ανακτα Παύλον, την Α.Θ. Παναγιότητα τον σεπτόν Οικουμενικόν Πατριάρχην ημών Αθηναγόραν και τους άλλους επισήμους. Προς το τέλος της ομιλίας του επαρουσίασεν εις αυτούς τους Επιτρόπους της Μονής, οίτινες εν συνεχεία προσέφερον αναμνηστικά δώρα της Χιλιετηρίδος προς όλους τους επισήμους. Επηκολούθησεν επίσημον Γεύμα, μετά το τέλος του οποίου ανεχώρησαν εις τα πλοία, όπου επ' ολίγον αναπαυθέντες ανεχώρησαν εκείθεν δια Πειραιά και Θεσσαλονίκην.
Ο Οικουμενικός Πατριάρχης μετά της ακολουθίας του παρέμειναν εις την Μεγίστην Λαύραν. Επίσης μερικοί από τους ξένους Πατριάρχες παρέμειναν για προσκυνηματική περιοδεία εις τας λοιπάς Ιεράς Μονάς για μία εβδομάδα.
Η Α.Θ.Π. ο Οικουμενικός Πατριάρχης ημών, επισκεφθείς τας άλλας Ιεράς Μονάς κατέληξε και πάλιν εις τας Καρυάς, όπου το Σάββατον 17/30 Ιουνίου 1963, ωμίλησεν εις την αίθουσαν του Ιεροκοινοτικού Μεγάρου επί μακρόν και ανέλυσε πολλά πράγματα, σχέσιν έχοντα με τον Μοναχισμόν του Αγίου Όρους και την γενικήν εξέλιξιν της σημερινής Κοινωνίας, με τας αλματώδεις προόδους αυτής, εις όλους τους τομείς και όλους τους κλάδους της Επιστήμης και της Βιομηχανίας. Εζήτησεν ενώπιον της καθ' ημάς Κοινότητος, εν Συνεδρία αυτής, εάν έχη τις των Αντιπροσώπων απορίαν τινά, μεθ' ο κατήλθομεν άπαντες, δι οχημάτων εις τον λιμένα της Δάφνης. Ο Παναγιώτατος με την συνοδείαν του επεσκέφθη την Ιεράν Μονήν του Αγίου Παντελεήμονος και είτα την Ιεράν Μονήν Ξενοφώντος και εκείθεν, επιβιβασθείς πλοιαρίου διεπεραιώθη επί του εκεί αναμένοντος Πολεμικού σκάφους «ΠΥΡΠΟΛΗΤΗΣ» του Βασιλικού Ναυτικού, δι ου ανεχώρησεν εις Πειραιά. Εκ Πειραιώς ανήλθεν εις Αθήνας, όπου του έγινεν η προσήκουσα υποδοχή και ελειτούργησεν εις τον εν Αθήναις Μητροπολιτικόν Ναόν ευλογήσας το χριστεπώνυμον πλήρωμα της Πρωτευούσης και δι αυτού όλον το Ελληνικόν Βασίλειον ημών.
Ούτως έληξεν ο εορτασμός της Χιλιετηρίδος του Αγίου Όρους από της ιδρύσεως της πρώτης Μεγάλης Μονής, υπό του αγίου Αθανασίου του Αθωνίτου 963-1963, προς δόξαν του συντελεστού των αγαθών Τρισυποστάτου Θεού ημών, Πατρός Υιού και Πνεύματος Αγίου.
ΤΕΛΟΣ ΚΑΙ ΤΩ ΤΡΙΣΥΠΟΣΤΑΤΩ ΘΕΩ ΔΟΞΑ


Δείτε ένα όμορφο video:

Millennium Celebration And Monks On Mount Athos (1963)



Επίσης δείτε:
.
. .

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου