Νωρίτερα αυτό το έτος, όπως σημείωσα, ένα καλό μέρος
της προσοχής επικεντρώθηκε στο Άγιον Όρος, με αφορμὴ εν μέρει ένα 60λεπτο
ντοκυμαντέρ. Αυτό εμφανίσθηκε παράλληλα με ένα νέο βιβλίο για το Όρος: Veronica
della Dora, το Άγιον Όρος: Οραματιζόμενη το Άγιον Όρος, Οράματα για έναν ιερό
τόπο από τον Όμηρο μέχρι τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο (Εκδόσεις Πανεπιστημίου της
Βιρτζίνια, 2011), 336 σσ.
Αυτό το βιβλίο μεταφέρει κάποιες σημαντικές θέσεις
κορυφαίων επιστημόνων, μεταξύ των οποίων:
Alice-Mary Talbot: Είναι ένα εξαιρετικά πρωτότυπο
και καινοτόμο βιβλίο. Αν και κατ’ αρχάς θα μπορούσε να φαίνεται παράξενο για μια
γυναίκα επιστήμονα να γράψει ένα βιβλίο για ένα τόπο πού ποτέ δεν μπορεί να επισκεφθεί,
η Δρ della Dora γυρίζει αυτήν την πρόκληση προς όφελός της, εστιάζοντας
στο Άγιον Όρος ως «αντικείμενο του πόθου» και αναλύοντας πως διάφορες αντιλήψεις γι’ αυτό μεταφέρθηκαν κατά την διάρκεια των αιώνων σε θεατές και αναγνώστες, οι περισσότεροι από τούς οποίους ποτέ δεν πάτησαν οι ίδιοι το πόδι τους στον Άθωνα. Το βιβλίο δεν προορίζεται να είναι η «εσωτερική ιστορία» του Άθω, από την σκοπιά των μοναχών, αλλά ο Άθως όπως έχει θεαθεί «απ’ έξω».
στο Άγιον Όρος ως «αντικείμενο του πόθου» και αναλύοντας πως διάφορες αντιλήψεις γι’ αυτό μεταφέρθηκαν κατά την διάρκεια των αιώνων σε θεατές και αναγνώστες, οι περισσότεροι από τούς οποίους ποτέ δεν πάτησαν οι ίδιοι το πόδι τους στον Άθωνα. Το βιβλίο δεν προορίζεται να είναι η «εσωτερική ιστορία» του Άθω, από την σκοπιά των μοναχών, αλλά ο Άθως όπως έχει θεαθεί «απ’ έξω».
Μητροπολίτης Κάλλιστος Ware: Ανάμεσα στα πολλά
βιβλία που γράφηκαν για το Άγιον Όρος, είναι ένα οπό τα πιο συναρπαστικά και πρωτότυπα. Αποκαλύπτει μια πτυχή του Άθω, μέχρι σήμερα ελάχιστα διερευνημένη, και κάνει μια πραγματικά σημαντική συμβολή στις υπάρχουσες διατριβές. Η
Veronica della Dora δεν ασχολείται με την εξωτερική ιστορία της μοναστικής χερσονήσου, αλλά μάλλον με τον ρόλο που έχει παίξει κατά την διάρκεια των αιώνων, και συνεχίζει να παίζει, στην φαντασία των μοναχών, των προσκυνητών και των ταξιδιωτών. Όμορφα γραμμένο, σχολαστικά ερευνημένο, πλήρως εικονογραφημένο, είναι μια φανταστική δουλειά, αξιοσημείωτη για την διορατικότητά της.
Παρακάλεσα την συγγραφέα για μια συνέντευξη σχετικά
με το βιβλίο της, και παραθέτω τις απόψεις της:
Παρακαλώ μιλήστε μας για το ιστορικό σας.
Αποφοίτησα οπό το Πανεπιστήμιο της Βενετίας
στην Ιταλία και συνέχισα τις σπουδές μου στο Τμήμα Γεωγραφίας του Πανεπιστημίου
της Καλιφόρνια στο Λος Άντζελες. Πήρα το διδακτορικό μου το 2005 και μετά δύο
χρόνια ως μεταδιδακτορικός ερευνητής του ιδίου φορέα και στο Getty Research
Institute, επέστρεψα στην Ευρώπη, για να ξεκινήσω τον τρέχοντα διορισμό μου ως
Λέκτορα στην Γεωγραφία της Γνώσεως στο Πανεπιστήμιο του Μπρίστολ.
Βαπτίσθηκα Ορθόδοξη Χριστιανή στο Μετόχι της
Αγιορειτικῆς Μονής του Δοχειαρίου στον Σοχό-Λαγκαδά (Ἑλλάδα) το 2001, προτού
μεταβώ στις Η.Π.Α.
Ποιό είναι το υπόβαθρο που σε οδήγησε στην συγγραφή αυτού του βιβλίου;
Το μονοπάτι που με οδήγησε στην συγγραφή αυτού
του βιβλίου είναι και ακαδημαϊκό και πνευματικό. Ως πολιτιστική και ιστορική
γεωγράφος πάντα με ενδιέφερε η πορεία δημιουργίας τόπων και οι τρόποι με τους
οποίους οι άνθρωποι αντιλαμβάνονται τους τόπους και τα τοπία. Υπάρχει μια
βασική διάκριση μεταξύ των δύο αυτών εννοιών. Τον τόπο τείνουμε να τον
συνδέσουμε με την έννοια, την προσωπική εμπειρία, τα συναισθήματα. Το τοπίο με
την αισθητική ενατένιση. Πάντα το κοιτάζουμε οπό απόσταση.
Κατ’ αρχάς συνάντησα το Άγιον Όρος ως τοπίο. Κόντευα
να τελειώσω το Κολλέγιο, χωρίς να είμαι σίγουρη τι θα κάνω στην ζωή μου.
Αποφάσισα να μάθω ελληνικά για αλλαγή και να παρακολουθήσω ένα θερινό σχολείο
στην Θεσσαλονίκη. Ένα Σαββατοκύριακο τα αγόρια θα πήγαιναν στον Άθωνα. Στα
κορίτσια μας προσέφεραν μια μικρή κρουαζιέρα γύρω οπό την χερσόνησο. Την
προηγούμενη βραδιά έγινε μία φωτογραφική παρουσίαση. Εικόνες μαγευτικών κτιρίων
και μαυροφορεμένοι μοναχοί «ζώντας όπως πρίν οπό αιώνες» αιχμαλώτισαν την
φαντασία μου.
Το καράβι μας άφησε την Σιθωνία νωρίς το πρωί. Ο
σκούρος κώνος του Άθωνα άρχισε να διαφαίνεται στον ορίζοντα. Όταν περάσαμε το
τελευταίο μοναστήρι, Δοχειαρίου, ξαφνικά θυμήθηκα ότι κάποτε μίλησα με ένα
μοναχό από κει μέσω ασυρμάτου. «Στάσου! Πως θα μπορούσε ένας μοναχός να μιλάει στον ασύρματο;!» Δεν μπορούσα να συνδέσω τις εικόνες των αυστηρών κληρικών που
μελετούν αρχαία χειρόγραφα με HF πομποδέκτες και κεραίες. Έγινα περίεργη.
Αποφάσισα να χρησιμοποιήσω τα ελληνικά που ήξερα και
να του γράψω ένα γράμμα -οπό καθαρή περιέργεια, τίποτε άλλο. Πέρασαν μήνες.
«Ίσως οι μοναχοί να είναι μισογύνες και δεν γράφουν σε γυναίκες» σκέφθηκα. Μια
μέρα όμως βρήκα στο γραμματοκιβώτιό μου ένα φάκελο σφραγισμένο με τον δικέφαλο
αετό. «Αγαπητή Βερονίκη, λυπούμαι που άργησα τόσο πολύ να σου απαντήσω, αλλά
δούλευα στην ηπειρωτική χώρα όλο το καλοκαίρι και τώρα βρήκα το γράμμα σου».
Αποδείχθηκε ότι αυτός και μια μικρή ομάδα συμμοναστών του έκτιζαν ένα γυναικείο
μοναστήρι εκτός Αγίου Όρους, ένα τόπο όπου θα μπορούσαν οι γυναίκες να ζήσουν
την αγιορειτική λειτουργική ζωή.
Ο τύπος ευαισθητοποιήθηκε για τα σπασμένα ελληνικά
μου και προσέφερε βοήθεια. «Χαίρομαι πού προσπαθείς να μάθεις ελληνικά, όχι
μόνον γιατί είναι η μητρική μου γλώσσα, αλλά γιατί είναι η γλώσσα του
Ευαγγελίου. Ως μοναχός ωστόσο, δεν μου επιτρέπεται να διατηρώ αλληλογραφία με
γυναίκες, εκτός και έχεις πνευματικά ενδιαφέροντα. Έχεις;» «Είμαι αγνωστικιστής
και δεν γνωρίζω τίποτε για την Ορθοδοξία, αλλά θέλω να μάθω».
Αρχίσαμε να επικοινωνούμε, ορχικά με επιστολές κι
έπειτα δια τηλεφώνου. Ήθελα να τον ρωτήσω για την καθημερινή του ζωή και την
πίστη του. Με υπομονή και πατρική φροντίδα με άκουγε, διόρθωνε τα λάθη μου, μου
μάθαινε νέες λέξεις και με εισήγαγε στον κόσμο του.
Ένα χρόνο αργότερα τον συνάντησα στο γυναικείο
μοναστήρι. Έσκαβε τα θεμέλια ενός νέου κτιρίου με άλλους πατέρες κάτω από τον
καυτό μεσημεριάτικο ήλιο. Ένα μάτσο κάθιδρων, καλυμμένων με σκόνη γενειοφόρων
ανδρών ντυμένων με χιτώνες –σίγουρα δεν είναι η εικόνα του μοναχού πού είχα στο
μυαλό μου!
Πέρασα μερικές μέρες εκεί. Παρακολούθησα μια μακρά
αγρυπνία. Δεν μπορούσα να συλλάβω μια λέξη, αλλά η ψαλμωδία ηχούσε στο μυαλό
μου για πολλούς μήνες μετά την επιστροφή μου στο σπίτι. Του εκμυστηρεύθηκα
ανησυχίες και προσωπικά μου προβλήματα. Μου έδωσε σωστές συμβουλές πού τις
θεωρώ πολύτιμες για όλα μου τα χρόνια. Βρήκα ένα ασφαλές καταφύγιο. Ανέκτησα
την πίστη μου.
Επίσης διεπίστωσα ότι δεκάδες απλοϊκών ανθρώπων
στρέφονταν προς το μοναστήρι, συνήθως συντετριμμένοι, άνθρωποι πού υποφέρουν:
φτωχές οικογένειες, μητέρες ναρκομανών εφήβων, ζευγάρια πού έχασαν το μονάκριβο
παιδί τους, άρρωστοι στα τελευταία τους. Στον καθένα απ’ αυτούς οι μοναχοί
προσέφεραν άνεση, προσευχή, μερικές φορές ακόμη και οικονομική βοήθεια. Δεν
κήρυτταν, αλλά ζούσαν τα καθημερινά βάσανα των ανθρώπων από κοντά. Για όλους
αυτούς τους ανθρώπους ο Άθως εξακολουθεί να είναι ένας φάρος φωτός και ελπίδος.
Για μένα έχει γίνει «ειρωνικά» το πιο σταθερό ορόσημο σε μια ζωή συνεχών
αλλαγών και μετακινήσεων. Από τοπίο έγινε τόπος.
Πες μας γιατί έγραψες αυτό το βιβλίο;
Το βιβλίο αυτό γράφτηκε ορχικά ως διδακτορική
διατριβή μου. Όπως κάθε υποψήφιος διδάκτορας ήθελα να ασχοληθώ με ένα θέμα, με
το οποίο ήμουν αληθινά παθιασμένη.
Αρχικά πήγα στις Ηνωμένες Πολιτείες το 2001 με ένα
πρόγραμμα ανταλλαγής φοιτητών. Ήταν δυο μήνες μετά την βάπτισή μου και ακριβώς
τρεις μέρες μετά τις 9/11. Για ένα 23χρονο κορίτσι πού δεν έζησε ποτέ μόνο του,
πόσῳ μάλλον στο εξωτερικό, δεν ήταν εύκολο να εκτοξευθώ στην άλλη άκρη του
πλανήτη και μάλιστα κάτω οπό τέτοιες δραματικές περιστάσεις. Νομίζω πως ήταν
τότε πού ο σύνδεσμός μου με το Άγιον Όρος άρχισε να γίνεται πιο ισχυρός. Μέσα
στις καθημερινές δυσκολίες και αβεβαιότητες, ήξερα άτι οι πατέρες θα μου άναβαν
ένα κερί και αυτό μου έδινε δύναμη. Με ευχαριστούσε να σκέπτομαι ότι κάθε
νύχτα, όταν η Ευρώπη ακόμη κοιμότανε, οι μοναχοί σηκώνονταν να παν στην
Εκκλησία, για να προσευχηθούν για ὅλο τον κόσμο. Κάθε μέρα ἔβλεπα ἕνα μικρό
θαῦμα να συμβαίνει και αισθανόμουν πλησιέστερα στο Άγιον Όρος, αν και ήμουν τόσο
μακριά.
Την χρονιά πού ετοιμαζόμουνα για τις ABD εξετάσεις,
το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο είχε μόλις περάσει ένα ψήφισμα των θεμελιωδών
δικαιωμάτων στην Ευρωπαϊκή Ένωση, καλώντας την Ελληνική Κυβέρνηση να άρη το
άβατον οπό το Άγιον Όρος. Όλα τα άρθρα που διάβασα στον ημερήσιο τύπο και στο
διαδίκτυο μιλούσαν για τον αποκλεισμό των γυναικών οπό το Άγιον Όρος. Κανένα
δεν μιλούσε για τον κοινωνικό και πνευματικό ρόλο του Αγίου Όρους στην ζωή
χιλιάδων ανδρών και γυναικών, σαν εμένα, πού δεν μπορούσαν να το επισκεφθούν.
Ως ένας εντός-εκτός αισθάνθηκα ενοχλημένη για την γελοιοποίηση του Άθωνα και
των κατοίκων του στον Τύπο σαν ένα παλαιολιθικό εξωτικό, ξεκομμένο απ’ τον
υπόλοιπο κόσμο. Ως επιστήμονας άρχισα να ενδιαφέρομαι για την γενεαλογία αυτών
των αντιλήψεων και αναπαραστάσεων. Γενικότερα, άρχισα να ενδιαφέρομαι για τους
τρόπους με τους οποίους ένας τόπος κυκλοφορεί έξω από τα φυσικά του όρια.
Υποθέτω ότι ουσιαστικά ήθελα να αποδείξω ότι η
φυσική απόσταση δεν σημαίνει απαραίτητα αποκλεισμό από ένα τόπο, και
αντιστρόφως, η φυσική πρόσβαση δεν σημαίνει πάντα ένταξη. Οι ιστορίες πολλών
δυτικών περιηγητών του παρελθόντος και οι ανατολικές ερμηνείες τους για τον
Άθωνα φαίνεται να επιβεβαιώνουν το τελευταίο αυτό σημείο.
Τελικά, ήθελα να δείξω την πολιτιστική πολυπλοκότητα
του τόπου. Ανακάλυψα ότι οι περισσότερες επιστημονικές μονογραφίες και
τουριστικοί οδηγοί εστίαζαν μόνον σε ορισμένες πτυχές του Άθωνα, όπως η
βυζαντινή του κληρονομιά και ιερότητα. Καθώς άρχισα να αναδιφώ στα Αρχεία,
ανακάλυψα πληθώρα άλλων ιστοριών: προχριστιανικές ιστορίες, ιστορίες προσφύγων
πολέμου, βοτανολόγων, κοινωνιολόγων, στρατιωτικών και γυναικών. Κάποιες απ’
αυτές τις ιστορίες εμφανίστηκαν σε εδικές μελέτες σε διάφορες γλώσσες. Άλλες
ξεχάστηκαν στα σκονισμένα ράφια των βιβλιοθηκών. Σκέφθηκα ότι λαμβάνοντας αυτές
τις ιστορίες οπό τα Ἀρχεία και συγκεντρώνοντάς τες σε ένα τόμο, θα προσέθετα
μια άλλη διάσταση στην τρέχουσα γνώση για το Άγιον Όρος.
Για ποιόν γράφτηκε το βιβλίο-είχες ένα συγκεκριμένο
κοινό στο μυαλό;
Όταν ξεκίνησα να γράφω την διδακτορική μου
διατριβή, το κοινό πού είχα στο μυαλό μου ήταν κυρίως ακαδημαϊκό. Ωστόσο, καθώς
προχωρούσα και συναντούσα τόσες συναρπαστικές ιστορίες και εικόνες, ένιωθα όλο
και περισσότερο υποχρεωμένη να γράψω για ένα ευρύ κοινό πού ενδιαφέρεται για το
Άγιον Όρος. Σκέφθηκα ότι θα ήταν κρίμα να περιορίσω αυτό το υλικό σε ένα
εξειδικευμένο επιστημονικό κοινό. Όταν ξαναέγραψα το έργο για δημοσίευση, έθεσα
αυτό ως κύριο καθήκον μου, να εξαλείψω για παράδειγμα την επαγγελματική γλώσσα
και να προσπαθήσω να κάνω το βιβλίο προσιτό και ευχάριστο και στο μη
επιστημονικό κοινό.
Υπήρξαν εκπλήξεις που ανακάλυψες στην συγγραφή;
Ναι, σίγουρα. Υπήρξαν πολλές εκπλήξεις και
πιστεύω ότι αυτή είναι η ομορφιά της έρευνας: ξεκινάς με μια σειρά από
ερευνητικά ερωτήματα και προσδοκίες και καταλήγεις σε κάτι εντελώς διαφορετικό.
Για παράδειγμα, δεν είχα καθόλου ιδέα ότι το Άγιον Όρος ήταν ένα γεωπολιτικό
παρατηρητήριο για τους συμμάχους κατά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο ή ότι οι
ύστεροι βυζαντινοί λόγιοι και οι δυτικοί χαρτογράφοι της Αναγέννησης το
αναπαριστούσαν σαν κάποιο είδος μοναστικής ουτοπίας.
Joice Nankivell Loch |
Κάθε λογαριασμός ή εικόνα που συναντούσα κατά την
διάρκεια της έρευνάς μου ήταν μια έκπληξη από μόνη της. Βρήκα κάποιες παράξενες
ιστορίες, γραμμένες από εκκεντρικούς φιλέλληνες, πού κανονικά θα έδιναν διάλεξη
στο Τόγκας, από την αδηφάγο βιβλιομανία για τα πολύτιμα αθωνικά χειρόγραφα, ή
από τρελούς τυχοδιώκτες των αρχών του εικοστού αιώνα που κέρδισαν την φήμη ότι
διέσχισαν τις Άλπεις στην πλάτη ελέφαντα. Άλλες ιστορίες τις βρήκα
συγκινητικές. Για παράδειγμα, δεν μπορούσα να συγκρατήσω τα δάκρυά μου,
διαβάζοντας την αυτοβιογραφία της αυστραλιανός ηρωίδας του Δευτέρου Παγκοσμίου
Πολέμου και φιλάνθρωπης Joice Nankivell Loch, πού για πολλά χρόνια κατοικούσε
στον βυζαντινό πύργο της Ουρανούπολης με τον σύζυγό της, σώζοντας το χωριό από
την πείνα. Όπως εγώ και πολλές άλλες γυναίκες, η Joice αισθανόταν μέρος της
Αθωνικής κοινότητας, αν και δεν μπορούσε να διασχίσει τα φυσικά σύνορα.
Υπάρχουν παρόμοια βιβλία, και αν ναι, σε τι
διαφέρει το δικό σου;
Υποθέτω ότι δύο πράγματα κάνουν το βιβλίο μου
μοναδικό, ή τουλάχιστον σουί γκένερις: το πρώτο είναι η θηλυκή μου ιδιότητα
(και ως εκ τούτου η θέση μου). Το δεύτερο είναι η προσέγγισή μου ως
πολιτιστικού γεωγράφου. Δεν ενδιαφέρομαι τόσο για την πραγματική ιστορία του
τόπου (αυτή έχει ήδη γραφεί), ὅσο σε τρόπους θεωρήσεώς του και στα πολλαπλά
στενά κανάλια μέσα από τα οποία το Άγιον Όρος ταξίδεψε έξω από τα σύνορά του
μέσα στους αιώνες.
Από παλιά και από την αρχή, και, ας το πω έτσι, από
τότε πού ήμουνα στην κοιλιά της μητέρας μου, ανατράφηκα από τους μοναχούς της
Λαύρας. Καθ’ όλη την διάρκεια της ζωής μας ο σύζυγός μου κι εγώ ήμαστε
αφιερωμένοι στην Λαύρα και είχαμε πολλή πίστη σ’ αυτό, εξαιτίας της αρετής των
πατέρων πού ζουν εκεί και της αγαπητικής τους διαθέσεως… Στην Αγία Λαύρα ο
σύζυγός μου κι εγώ βρήκαμε λιμάνι σωτηρίας. (Α.Μ. Talbot, “Women
and Mt Athos”, στο Mount Athos and Byzantine Monasticism, p.78).
Όπως σχολίασε ἡ A.M.Talbot αυτή η γυναίκα θεωρούσε
τον ηγούμενο του μοναστηριού σαν πνευματικό της πατέρα, την Λαύρα σαν μητέρα
της, και τον εαυτό της σαν ένα από τα αδέλφια και τα παιδιά της Λαύρας-ενός
τόπου πού ποτέ δεν είδε ούτε από την βάρκα.
Πηγή:
(η επιλογή
των φωτογραφιών από keliotis)
Σχετικές
αναρτήσεις:
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου