Ἔχουν πολλὰ εἰπωθεῖ καὶ γραφτεῖ γιὰ
τὸν Ὅσιο, ὑπάρχει ἕνας πληθωρισμός λόγου, καὶ ἕνας συνωστισμός, γιὰ τὸ ποιὸς θὰ
μιλήσει, ποιὸς θὰ ἐκδώσει, ποιὸς θὰ ἐγκωμιάσει τὸν γέροντα. Ὡστόσο, κινδυνεύει
τὸ πέλαγος αὐτὸ τοῦ τυπωμένου λόγου νὰ σταθεῖ ἀνάμεσα σὲ μᾶς καὶ τὴ ζωντανὴ
φωνή του. Ὑπάρχουν μάλιστα πολλοί, ποὺ ἔχουν στὸ στόμα τους τὰ λόγια τοῦ
γέροντος, καὶ τὰ καταργοῦν μὲ τὴ ζωή τους.
Θὰ περιοριστῶ ἐδῶ σὲ μιὰ σχετικὰ ἀδημοσίευτη
πτυχὴ τῆς ζωῆς του, ποὺ εἶναι ἡ σχέση του μὲ τὸ μοναστήρι του, καὶ ἡ κληρονομιὰ
ποὺ ἄφησε στὴν ἀδελφότητα.
Τὸ 1979, στὴ θερμὴ ἱκεσία τοῦ
γέροντος νὰ τοῦ δώσει ὁ Θεὸς τόπο νὰ ἀναπαυθεῖ τὸν ὑπόλοιπο χρόνο τῆς ζωῆς του,
ἡ Φοβερὰ Προστασία τοῦ χάρισε τὴν Παναγούδα. Στὴ δική μας ἱκεσία, σὲ μέρες
δραματικές, καὶ βάσανα σὰν ἀφρισμένα κύματα, ἡ Φοβερὰ Προστασία ἔφερε στὴν Μονή
μας τὸν γέροντα. Ἐκεῖ, κοντὰ στὴν πύλη τοῦ Κουτλουμουσίου, τὸν συνάντησα, νέος
τότε ἡγούμενος, καθὼς ἐκεῖνος πορευόταν μὲ προορισμὸ τὰ Κατουνάκια, ὅπου τοῦ ἔλεγε
ὁ λογισμὸς νὰ ἐγκατασταθεῖ καὶ νὰ συνεχίσει τὸν ἀγῶνα του. Ἤθελε πρῶτα νὰ
προσκυνήσει τὴν Φοβερὰ Προστασία. Τότε τοῦ πρότεινα νὰ μείνει, καὶ νὰ πάρει ὅποιο
Κελλὶ θέλει, κι ἐμεῖς νὰ βοηθήσουμε στὴν ἀνακατασκευὴ τῶν ἀναγκαίων, καὶ νὰ εἶναι
κοντά μας, καὶ νὰ στηρίζει μὲ τὶς προσευχές του καὶ μὲ τὴν παραμυθία του τόσο ἐμᾶς
ὅσο καὶ τὸν κόσμο. Τὸν ἀνέπαυσε ἡ ἰδέα, καὶ ὑποσχέθηκε μάλιστα ὅτι θὰ μὲ
στηρίξει στὰ νέα καθήκοντά μου. Ἔγινε, κατʾ αὐτὸν τὸν τρόπο, μιὰ ἀνταλλαγὴ εἰλικρινοῦς
ἀγάπης. Ὁ ἕνας εἶπε στὸν ἄλλον «μεῖνον μεθ” ἡμῶν». Αὐτὴ ἡ καρδιακὴ συμφωνία εἶχε
καρπὸ τὴν εὐλογία τοῦ Θεοῦ μέσα στὶς δοκιμασίες, εὐλογία πού, πιστεύω, δὲν ἔχει
δώσει ἀκόμη ὅλους τοὺς καρπούς της.
Ἡ συμβολή του ἦταν ἰδιαίτερη σὲ μιὰ
ἐποχὴ ποὺ τὸ μοναστήρι μόλις ἄρχιζε ἕναν ἀγῶνα νὰ ξαναβρεῖ τὴ φυσιολογικὴ ζωή
του καί, ἄν θέλετε, τὴν ἀξιοπρέπειά του. Αὐτὸ δὲν θὰ γινόταν χωρὶς πειρασμοὺς
καὶ δοκιμασίες—ἄλλωστε μέσα σ” αὐτὰ σφυρηλατεῖται ὁ ἀληθινὸς μοναχός. Ἡ ἐνίσχυση
καὶ παραμυθία ποὺ ἔφθανε ἀπὸ τὸν γέροντα ἦταν ἕνα θεῖο δῶρο. Κάποια στιγμὴ μοῦ ἀπεκάλυψε
κάποια πράγματα, καὶ μεταξὺ ἄλλων μοῦ εἶπε: «Κάνε προσευχὴ καὶ περισυλλογή. Θὰ ἔλθει
πειρασμὸς καὶ δοκιμασία. Θὰ καεῖ ἡ πτέρυγα τῶν Κελλιῶν, ἡ ἄλλη θὰ ἀνοίξει καὶ θὰ
περιορισθεῖτε σὲ ἕνα μικρὸ χῶρο. Μὴν ὀλιγοπιστήσεις, μὴ ψάξεις γιὰ ἄλλη λύση,
μόνο μάζεψε γύρω σου σὰν τροφὸς τοὺς πατέρες.» Αὐτὰ ἔγιναν μετὰ ἀπὸ λίγο καιρό.
Εἴχαμε τὸ σημεῖο τῆς δυνάμεως τοῦ Θεοῦ στὴν ἀδυναμία καὶ ἀπορία μας. Μάλιστα, τὴ
νύχτα τῆς μεγάλης πυρκαϊᾶς, κατὰ τὴν ὁποία ἔσπευσε νὰ βοηθήσει, μιὰ κίνηση δική
του ἦταν αἰτία – ἀνθρωπίνως – νὰ περιορισθεῖ τὸ παμφάγον στοιχεῖο στὴ μία
πτέρυγα.
Ὁ γέρων Παΐσιος ἔγινε ἀπὸ τότε ὁ
φίλος καὶ παραστάτης τῆς Φοβερᾶς Προστασίας. Χρησιμοποιῶ σκόπιμα τὴ λέξη φίλος,
γιατὶ αὐτὸ ἀποδίδει καλύτερα τὴ σχέση του μὲ τὸν Θεό, τοὺς Ἁγίους, ὅλους τοὺς ἀνθρώπους.
Στὶς ἀγρυπνίες μεγάλων ἑορτῶν ποὺ μᾶς ἐπισκεπτόταν, στεκόταν ὄρθιος, σιωπηλὰ καὶ
ἀθόρυβα, ἀπέναντι ἀπὸ τὴν εἰκόνα, στὸ μικρὸ παρεκκλήσι της. Τὸ βλέμμα τῆς ψυχῆς
του ἦταν καρφωμένο στὸ βαθὺ βλέμμα της. Στεκόταν σὰν ἀφιέρωμα ὁ ἴδιος,
κρεμασμένος, μαζὶ μὲ τὸ νήπιο-Χριστὸ στὴν μεγάλη καὶ στοργικὴ ἀγκαλιά της.
Ἀρχιμανδρίτης Χριστόδουλος,
Καθηγούμενος Ἱερᾶς Μονῆς Κουτλουμουσίου
(Ἀπόσπασμα Ὁμιλίας)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου