(*) Ὑπό Piedro Chiaranz, Ὀρθοδόξου ἐκ Βενετίας. Τό ἀφιερώνει στή Ἱερά Μονή μας (ενν. Οσίου Γρηγορίου) εἰς ἔνδειξιν εὐγνωμοσύνης γιά τήν ἐτήσια φιλοξενία του ἀπό αὐτήν. Ἐδημοσιεύθη Ἰταλιστί στό Ὀρθόδοξο περιοδικό «ITALIA ORTODOSSA». Ἐδῶ παρατίθεται σέ μετάφρασι τοῦ Jiovanni Pileni, ἐξ Ἰταλίας φοιτητοῦ τῆς Θεολογίας στήν Ἀθήνα, μέ μικρές δικές τροποποιήσεις.
Ὅταν φθάνῃ κανείς στήν ἁγιορειτική χερσόνησο, τήν πιό ἀνατολική λωρίδα γῆς ἀπό τίς χερσονήσους τῆς Χαλκιδικῆς, στήν Ἑλλάδα, συνειδητοποιεῖ πώς ἦλθε σ’ ἕναν ἀπό τούς κατ’ ἐξοχήν μοναδικούς τόπους τοῦ κόσμου τούτου. Ἡ μοναδικότητά του δέν εἶναι τόσο συνδεδεμένη μέ παράγοντες «ἐξωτερικῆς» τάξεως, ὅπως τό ἄβατον, ἡ ἄψογη καί ἀμόλυντη φύσις, ἤ ἡ μοναχική πολιτεία του... Ἡ μοναδικότητά του εἶναι «ἐσωτερικῆς» τάξεως, ἔχει δηλαδή μία ποιότητα, ἡ ὁποία διαφεύγει ἀπό ὅσους πλησιάζουν μέ μία τουριστική καί κοσμική νοοτροπία.
Χαρακτηριστικό, μεταξύ ἄλλων, εἶναι ἀναμφισβήτητα ἡ ποιότητα τῆς σιωπῆς, πού ἐκεῖ κυριαρχεῖ. Μπορεῖ νά τό ἀντιληφθῇ κανείς παντοῦ· καθ’ ὅλο τό μῆκος τῶν μοναπατιῶν πού προχωροῦν ἕως τά δάση ἤ σκαρφαλώνουν στίς ἀπόκρυμνες ἀκτές τῆς θαλάσσης, στίς καλογερικές κατοικίες, στήν πνευματική ὄψι τῶν μοναχῶν ἤ κάποιον «ἀναζητητῆ τοῦ Θεοῦ», στήν αὐγή καί στήν δύση, κ.ο.κ.
Ἡ ποιότητα αὐτῆς τῆς σιωπῆς εἶναι ἰδιαίτερη.
Κατ’ ἀρχᾶς εἶναι πυκνή· δέν θά μποροῦσε ποτέ κανείς νά τήν συνδιάσῃ μέ τό κενό ἤ μέ τήν ἀπουσία. Συγκρίνεται μέ τόν ἄρτο, ἐφ’ ὅσον εἶναι θρεπτική· διεισδύει στό σῶμα καί στίς ἀπέραντες πτυχές τῆς ψυχῆς, μέχρις ὅτου γίνεται ἐσωτερικό στήριγμα. Εἶναι σάν ἕνα φάρμακο· ἀνακουφίζει καί γιατρεύει τά τραύματα καί τίς ἐνδεχόμενες ὀδυνηρές ἀναμνήσεις τοῦ παρελθόντος, ἀνατάσσει τά ἐσωτερικά κατάγματα.
Εἶναι ἄκρως ταπεινή, δέν ἐπιβάλλεται. Ταὐτόχρονα ὅμως εἶναι ἐπίσημη, εὐπρεπή, ὅμοια μέ ἕνα ἀπέραντο πέλαγος. Εἶναι τό μνῆμα τῶν «ἔν Χριστῷ προκεκοιμημένων» μοναχῶν, οἱ ὁποῖοι, σάν τόν σπόρο τῆς εὐαγγελικῆς παραβολῆς, ἀπέθαναν γιά τόν κόσμο καί «ἐν Χριστῷ συνετεθαμμένοι» κρύβονται πίσω ἀπό τήν σιωπή αὐτή, πού εἶναι σημεῖο ἀπουσίας μόνο γιά αὐτούς πού κανόνας στήν ζωή τους εἶναι τό χάος τῆς συγχρόνου ζωῆς.
Εἶναι ἄκρως ταπεινή, δέν ἐπιβάλλεται. Ταὐτόχρονα ὅμως εἶναι ἐπίσημη, εὐπρεπή, ὅμοια μέ ἕνα ἀπέραντο πέλαγος. Εἶναι τό μνῆμα τῶν «ἔν Χριστῷ προκεκοιμημένων» μοναχῶν, οἱ ὁποῖοι, σάν τόν σπόρο τῆς εὐαγγελικῆς παραβολῆς, ἀπέθαναν γιά τόν κόσμο καί «ἐν Χριστῷ συνετεθαμμένοι» κρύβονται πίσω ἀπό τήν σιωπή αὐτή, πού εἶναι σημεῖο ἀπουσίας μόνο γιά αὐτούς πού κανόνας στήν ζωή τους εἶναι τό χάος τῆς συγχρόνου ζωῆς.
Ἡ ἁγιορειτική σιωπή εἶναι καί σφραγίδα τοῦ ἱεροῦ, στό ἀποφαστιστικό του πρόσωπο, μία μικρή παρένθεση ἀνάμεσα στίς ποικίλες Ἀκολουθίες.
Ἐν τούτοις ἡ σιωπή δέν διακόπτεται οὔτε ἀπό τούς πράους λόγους τῶν μοναχῶν, οὔτε ἀπό τά βλέμματά τους, οὔτε ἀπό τά διακονήματά τους καί τίς κινήσεις τους. Δίχως αὐτήν θά ἐπικρατοῦσε ἡ ἐξωτερική ἀταξία, σημεῖο ἐσωτερικῆς ἀσυναρτησίας, γεγονός αὐστηρά ἀπαγορευμένο καί ἐπίφοβο, διότι ἀποδεικνύει σαφῆ ἀπομάκρυνση ἀπό τόν Θεό, καρδιακή φλυαρία πού ὁδηγεῖ στήν ἀπώλεια τῆς ἔννοιας τοῦ «ἑαυτοῦ» καί στήν ἀπόγνωση.
Ἡ ἁγιορειτική σιωπή, ἄδεια ἀπό λόγια, εἶναι τό ἀνάχωμα στούς χειμάρρους τῶν «μετεωριστικῶν» ἀχρήστων λόγων, δεικνύοντας ἁπλᾶ τήν σιωπηλή ποιότητα τοῦ χριστιανικοῦ πνεύματος στά πλαίσια μιᾶς ἄμεσης καί πραγματικῆς ἐμπειρίας, πού δέν μπορεῖ νά γίνῃ πιστευτή ἀπό ὀρθολογιστικές ἀντιλήψεις. Εἶναι σιωπή θρεπτική, ἐπειδή εἶναι γεμάτη ἀπό προσευχή, λατρεία καί θεωρία. Ἐν αὐτῇ κατανοεῖται, γιατί στήν ἀρχαία λατινική λειτουργία, ἡ ὁποία ἦταν ἐμπνευσμένη ἀπό τήν ἴδια κοινή πίστη τῆς χριστιανικῆς Ἀνατολῆς, μπόρεσαν νά «παρεμβάλουν» τήν ἑξῆς ἔκφραση:
“Dum medium silentium tenerent omnia et nox in suo cursu medium iter haberet, omnipotens sermo tuus, Domine, de coelis a regalibus sedibus venit” [Ἐνῶ ἡ σιωπή κυριαρχοῦσε παντοῦ καί ἡ νύχτα εἶχε φθάσει στό μέσον τῆς πορείας της, ὁ Λόγος σου ὁ παντοδύναμος, Κύριε, ἦλθε ἐκ τῶν οὐρανίων βασιλικῶν θρόνον] (Ἀντίφωνα τῆς Εἰσόδου, κατά τήν πρώτη Κυριακή μετά τά Χριστούγεννα).
Αὐτή ἡ ἐλπιδοφόρα σιωπή εἶναι ἡ γλῶσσα τῶν Ὁσίων μία ἐμπειρική ἔκφραση τῆς Χάριτος.
Ἐάν ἀπαλλαγμένοι πλέον ἀπό τόν φόβο καταφέρουμε νά ἐμβαθύνουμε σ’ αὐτήν, θά μπορέσουμε νά διαισθανθοῦμε τήν ὕπαρξη μιᾶς νέας ζωῆς, πού δέν γνωρίζει φθορά, μιᾶς ζωῆς πού ἐμπνέει τό σῶμα τοῦ Χριστοῦ, τήν Ἐκκλησία, τήν μία, τήν ἀδιαίρετη καί αἰωνία.
Ὁ Ὅσιος Γρηγόριος
Ἐτήσια ἔκδοσις τῆς ἱερᾶς κοινοβιακῆς Μονῆς Ὁσίου Γρηγορίου Ἁγίου Ὅρους
Ἔτος 2004 ἀριθμ. 29
Ἐπιμέλεια κειμένου
Ἀναβάσεις - http://anavaseis.blogspot.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου