Κυριακή 12 Ιανουαρίου 2020

13020 - Δυο αγιορείτικα πρότυπα βασιλικής αγιοσύνης: το έργο «Βαρλαάμ και Ιωάσαφ» και ο Άγιος Σάββας της Σερβίας (Pierre Benic)

Εισήγηση στο 4ο Διεθνές Επιστημονικό Εργαστήριο της Αγιορειτικής Εστίας, που πραγματοποιήθηκε στην αίθουσα Στέφανος Δραγούμης του Μουσείου Βυζαντινού Πολιτισμού Θεσσαλονίκης, το Σάββατο 7 και την Κυριακή 8 Δεκεμβρίου 2019.
Pierre Benic
Υποψήφιος διδάκτορας
Δυο αγιορείτικα πρότυπα βασιλικής αγιοσύνης: το έργο «Βαρλαάμ και Ιωάσαφ»  και ο Άγιος Σάββας της Σερβίας

Περίληψη
Με διαφορά δυο αιώνων, δυο πρίγκιπες έφθασαν στο Άγιον Όρος μαζί με τους πατέρες τους.
Εγκατέλειψαν την κοσμική περιουσία και εξουσία τους, μαζί με τα στέμματα και τα βασίλειά τους, για να ασπαστούν το μοναστικό βίο και να κερδίσουν τη θεία χάρη την οποία είχε υποσχεθεί ο Χριστός σε όσους ακολουθούν το δρόμο του προς το Βασίλειο του Θεού. Όχι μόνο έβαλαν ως στόχο για τον εαυτό τους την αναζήτηση της τελειότητας, αλλά ίδρυσαν και μοναστήρια που έμελλε να γίνουν τα κέντρα της πνευματικής και της πολιτισμικής ζωής των λαών τους. Η μονή Χιλανδαρίου (1198) και η μονή Ιβήρων (980) είναι πράγματι πηγές πνευματικής χάριτος και θησαυρών του πνεύματος. Τα ονόματα αυτών των ανθρώπων μας είναι πασίγνωστα καθώς τα διαχρονικά έργα τους μας φωτίζουν και μας καθιστούν πνευματικά τέκνα και κληρονόμους τους. Ο Άγιος Σάββας και ο Όσιος Ευθύμιος μεταμόρφωσαν δημιουργικά την υψηλή κοινωνική τους θέση και τη βασιλική ιδιότητά τους· αξιοποίησαν τα χαρίσματα της εξουσίας και της βασιλείας που τους είχε χαρίσει ο Θεός και τα έκαναν να ανθούν για χάρη των λαών τους. Ο Όσιος Ευθύμιος ο Ιβηρίτης ή Αθωνίτης (περί 955-1024) φημίζεται για τις μεταφράσεις του από τα ελληνικά προς τα γεωργιανά, όμως το αριστούργημά του είναι χωρίς καμία αμφιβολία το έργο «Βαρλαάμ και Ιωάσαφ». Ο Ευθύμιος διασκεύασε αυτό το σύντομο αγιολογικό κείμενο από τα Γεωργιανά προς τα ελληνικά, και το μετέτρεψε σε μια ογκώδη ανθολογία θεολογικού και αγιολογικού περιεχομένου. Η «Ιστορία του Αγιασμένου Βίου του Οσίου Ιωάσαφ» ακολουθεί την πορεία ενός νεαρού Ινδού πρίγκιπα ο οποίος ενστερνίστηκε τις διδαχές του Βαρλαάμ, ενός χριστιανού μοναχού, και ασπάστηκε την αληθινή πίστη και τελικά έγινε μοναχός ο ίδιος. ‘Όμως το πιο αξιοσημείωτο είναι ότι, μετά τον προσηλυτισμό του Ιωάσαφ και την κουρά του ως μοναχού, ο Βαρλαάμ τον διέταξε να μην εγκαταλείψει τα εγκόσμια αλλά να δεχθεί την εξουσία που προοριζόταν γι’ αυτόν και να βασιλεύσει στο λαό του και ως βασιλιάς και ως μοναχός. Με αυτόν τον τρόπο, οδήγησε το λαό του στην αληθινή πίστη και τον κατέστησε μέρος του πνευματικού ποιμνίου του Χριστού. Ενώ η Ιστορία του Βαρλαάμ και του Ιωάσαφ «δομεί» ένα πρότυπο ασκητικής βασιλικής αγιοσύνης, ο Άγιος Σάββας πραγματοποιεί αυτή τη ζωή αγιοσύνης ως πρίγκιπας που έγινε μοναχός και έπειτα αρχιεπίσκοπος και αληθινός ποιμένας του λαού του στο βασίλειο του πατέρα του και στο αιώνιο βασίλειο του ουράνιου Πατέρα του. Από αυτή την οπτική, το Άγιον Όρος μοιάζει να είναι ο χώρος όπου η «Ιστορία του Βαρλαάμ και του Ιωάσαφ» γίνεται ένα αγιολογικό κείμενο μείζονος σημασίας, με την ανάδειξη του προτύπου του πρίγκιπα-αγίου Ιωάσαφ της Ινδίας, καθώς και ο χώρος όπου ο νεαρός πρίγκιπας Ράστκο Νεμάνια γίνεται ο Άγιος Σάββας, ο πρώτος αρχιεπίσκοπος της Σερβίας. Προβλέποντας την ύπαρξη μιας διακειμενικής μαρτυρίας για αυτό το γεγονός, αξίζει να αναφερθεί ότι ο Βίος του Αγίου Σάββα του Θεοδοσίου (εκδ. DBogdanovic 1988) αναφέρεται ρητά στην «Ιστορία του Βαρλαάμ και του Ιωάσαφ»  του Οσίου Ευθυμίου (εκδ. RVolk 2006).
Σ’ αυτήν την παρουσίαση, πρόθεση μας είναι να αναλύσουμε και να συγκρίνουμε την αγιασμένη πορεία ενός μοναχού ο οποίος αποδέχεται τα βασιλικά καθήκοντά του, τα οποία προσδιορίζονται στο κείμενο του Βίου του Ιωάσαφ, καθώς και τα ιερά έργα του Αγίου Σάββα, τα οποία αποτελούν αναπόσπαστο μέρος της πνευματικής κληρονομιάς του Αγίου Όρους. Πράγματι, όλες οι πολιτικές, εκκλησιολογικές, πνευματικές και θεολογικές πτυχές του έργου για τον Βαρλαάμ και τον Ιωάσαφ πραγματοποιούνται πλήρως στο βίο (ή στο «Βίο και Πολιτεία») του Αγίου Σάββα. Για τον Ιωάσαφ και τον Άγιο Σάββα, ο λαός αποτελεί μια πραγματικότητα η οποία είναι και πολιτική και πνευματική. Αυτά τα δυο θεανθρώπινα πρόσωπα εργάστηκαν για να βάλουν το λαό τους στο «δρόμο προς τη θεανθρώπιση»: ο Ιωάσαφ έχτισε ναούς και μετέτρεψε ήδη υπάρχοντα κτίρια, σημαδεύοντάς τα με το σύμβολο του Σταυρού, ενώ ο Άγιος Σάββας και οι ηγεμόνες της ιερής δυναστείας των Νεμάνια άφησαν πίσω τους μόνο ναούς και μοναστήρια ως κληροδοτήματα. Αυτό που ονομάζουμε «φωτισμένοι ηγεμόνες» στην ουσία αποτελεί «φωτισμένη δεσποτεία». Από την άλλη μεριά, οι «αγιασμένοι ηγεμόνες» βασιλεύουν πρώτα στον εαυτό τους, ως αγιορείτες ασκητές, προτού βασιλέψουν στο λαό τους: επικαλούνται το Άγιο Πνεύμα να κατοικήσει ανάμεσα στο λαό, επειδή μόνο Αυτό μπορεί να ενώσει τις καρδιές των ανθρώπων. Στο Άγιον Όρος οι μοναχοί γίνονται αδελφοί, πατέρες και γιοί, και μια αληθινή «πνευματική οικογένεια». Μέσα στον κόσμο, ο Άγιος Σάββας και ο Ιωάσαφ επικαλέστηκαν το Άγιο Πνεύμα για να ενώσει τους λαούς τους. Αυτό εκφράζει πλήρως το νόημα του να «βαφτίζει κανείς το λαό»: πρόκειται για τη μεταμόρφωση μιας κοινότητας ξεχωριστών συμφερόντων και δυνάμεων στην Κοινωνία του Αγίου Πνεύματος.  
Η μεταμορφωμένη κοινότητα του Αγίου Όρους, το βασίλειο του Ιωάσαφ και το κράτος των Νεμάνια φωτίζονται όλα από το φως του Χριστού (Iωάννου α: 9· Εφεσίους ε: 14). 
Τὸ Ἃγιον Ὄρος ἐστι Οὐρανός ἐπὶ τῆς γῆς, κήπος γὰρ (τῆς Θεοτόκου) ἐστι, ἐκ τοῦ ὁποίου ὁ Ιοάσαφ καὶ ὁ Ἃγιος Σάββας ἐβλάστησαν, ἵνα ἀνάγουσιν τὰς χώρας αὐτῶν εἰς τὸν Οὐρανόν.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου