Η απελευθέρωση του Αγίου Όρους από
τον ελληνικό στόλο τον Νοέμβριο του 1912 έθεσε τέρμα στην οθωμανική κυριαρχία,
που διήρκησε επί μισή χιλιετία. Το ιστορικό πλαίσιο της περιόδου αυτής, η
τέχνη, η αρχιτεκτονική θα απασχολήσουν μεταξύ άλλων, το Ζ’ επιστημονικό
συνέδριο της Αγιορειτικής Εστίας με θέμα «Το Άγιον Όρος την εποχή της
απελευθέρωσης» που ξεκίνησε σήμερα τις εργασίες του.
Ο δρ. Ιστορίας, Δημήτριος Μουζάκης,
υπογράμμισε ότι η απελευθέρωση του Αγίου Όρους στάθηκε αφορμή να αναδειχθούν
προβλήματα που υπέφωσκαν τις προηγούμενες δεκαετίες και συνδέονταν με το
πολιτικό και διοικητικό καθεστώτος του, τους θεσμούς της πολιτικής και
πνευματικής εξουσίας, αλλά και της εσωτερικής αυτοδιοίκησης.
Το Άγιον Όρος έως την απελευθέρωση
το 1912 του από τον ελληνικό στρατό υπαγόταν πολιτικά στη κυρίαρχη οθωμανική
αυτοκρατορία, εκπρόσωπος της οποίας ήταν ο καϊμακάμης, πολιτικός διοικητής και
πνευματικά υπαγόταν στη δικαιοδοσία του Οικουμενικού Πατριαρχείου. Ήταν αυτοδιοίκητο,
διατηρώντας άθικτα τα πανάρχαια έθιμα, δίκαια και προνόμια του και φορείς της
αυτοδιοίκησης ήταν η Ιερά Κοινότητα και το εκτελεστικό της όργανο, η Ιερά
Επιστασία.
Από την απελευθέρωση του Αγίου
Όρους, χρειάστηκε να περάσουν 12 χρόνια για τη σύνταξη και ψήφιση από την Ιερά
Κοινότητα νέου Καταστατικού Χάρτη που ανταποκρινόταν πλέον στις νέες συνθήκες
και ακόμα 2 χρόνια έως τη νομοθετική κύρωση του από την ελληνική κυβέρνηση.
Στην καθυστέρηση αυτή, εκτός των άλλων, κυρίως μετά το 1920 (Συνθήκη των Σεβρών)
και παρά την αναγνώριση της ελληνικής κυριαρχίας στο Άγιον Όρος συνέβαλαν η υπό
εξέλιξη μικρασιατική εκστρατεία και η πολιτική αστάθεια στην Ελλάδα έως το
1926. Η κύρωση του καταστατικού χάρτη το 1926 και τα Συντάγματα του 1926 και
1927 έδωσαν ένα τέλος στην πολύχρονη εκκρεμότητα του αδιευκρίνιστου έως τότε
καθεστώτος του Αγίου Όρους.
Η μακραίωνη σχέση της χερσονήσου του
Άθω με τη θάλασσα αποτυπώνεται στις θαυματουργές παρεμβάσεις της Παναγίας,
στους βίους των αγίων, αλλά και στους αρσανάδες και στις παραστάσεις πλεούμενων
στα αγιορείτικα χαρακτικά.
Ο αρχιτέκτονας Φαίδων Χατζηαντωνίου,
επισήμανε ότι αρχεία και πλήθος μαρτυριών πιστοποιούν τη χρήση πλοίων για τη
μεταφορά προϊόντων μεταξύ των μονών και των μετοχίων. Τα περισσότερα μοναστήρια
διέθεταν τα δικά τους πλοία, που ναυπηγούνταν στα καρνάγια της Σύρου ή
μοιράζονταν την ιδιοκτησία με ιδιώτες καπετάνιους.
Στα τέλη του 19ου αιώνα ρώσικα
ατμόπλοια μετέφεραν υλικά από την Οδησσό και τη Μαύρη Θάλασσα και οι
οικοδομικές κατασκευές μαρτυρούν την πληθωρική ρωσική παρουσία στο Άγιον Όρος.
Μετά την απελευθέρωση, η Αχαϊκή Ατμοπλοΐα συνέδεε τη Δάφνη με τα υπόλοιπα
ελληνικά λιμάνια.
Από την πλευρά του, ο δρ. Θεολογίας,
τ. πολιτικός διοικητής του Αγίου Όρους, Κωνσταντίνος Παπουλίδης τόνισε ότι κατά
τη διάρκεια της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας ο ρωσικός κόσμος φρόντισε να αλλάξει
την εθνική σύνθεση του Αγίου Όρους, αλλά και να πλουτίσει τις βιβλιοθήκες, τα
αρχαία και τα μουσεία της αυτοκρατορικής Ρωσίας με παλαίτυπα, κώδικες,
χειρόγραφα, εικόνες και ιερά σκεύη θρησκευτικής λατρείας. Μετά την απελευθέρωση
του Αγίου Όρους αγωνίστηκε για τη διεθνοποίηση ή ακόμα και για τη συνδιοίκηση
του σε συνεργασία με το ελληνικό κράτος.
Τα ρωσικά σχέδια για το μέλλον του
Αγίου Όρους ήταν το θέμα της εισήγησης της Λόρα Γκερντ, από την Ρωσική
Ακαδημία. Όπως επισήμανε, μετά την απελευθέρωση της χερσονήσου, το Βασίλειο της
Ελλάδας επιδίωξε την ενσωμάτωση της στο ελληνικό κράτος. Ωστόσο, πρόσθεσε, η
Ρωσία, σε μια προσπάθεια να προστατεύσει τους 5.000 Ρώσους που ζούσαν στον Άθω,
προωθούσε την ανακήρυξη του Αγίου Όρους σε ανεξάρτητο κράτος, υπό τη διοίκηση
των έξι ορθόδοξων κρατών, της Ρωσίας, της Ελλάδας, της Ρουμανίας, της Σερβίας
του Μαυροβουνίου και της Βουλγαρίας, η οποία συμπεριλήφθηκε με την ελπίδα να
αναιρεθεί το σχίσμα.
Τα σχέδια επί χάρτου Ρώσων
διπλωματών δεν κατέληξαν σε κάποιο αποτέλεσμα. Τον Σεπτέμβριο του 1913, μετά
την υπογραφή της Συνθήκης του Βουκουρεστίου, ο υπάλληλος της ρωσικής πρεσβείας
στην Κωνσταντινούπολη Μπ. Σεραφίμοφ επισκέφθηκε ανεπίσημα το Άγιο Όρος για να
προωθήσει το σχέδιο της διεθνοποίησης. Τον Οκτώβριο Έλληνες μοναχοί υπέγραψαν
αίτημα προς τον βασιλιά Κωνσταντίνο για ένταξη του Αγίου Όρους στο ελληνικό
κράτος και ο διπλωμάτης συνειδητοποίησε ότι η Ρωσία είχε λιγότερες πιθανότητες
να εφαρμόσει το σχέδιο της.
Το 1917 το θέμα παρέμεινε ανοιχτό
και η κυβέρνηση των Μπολσεβίκων δεν έδειξε ενδιαφέρον για τους εκκλησιαστικούς
θεσμούς στο εξωτερικό και γενικότερα για την εκκλησιαστική πολιτική. Σύμφωνα με
την κ. Γκερντ, το 1926, οπότε και η ελληνική κυβέρνηση εξέδωσε διάταγμα ότι
όλοι οι μοναχοί πρέπει να έχουν ελληνικό διαβατήριο, μπορεί να θεωρηθεί η
χρονιά οριστικής επίλυσης του καθεστώτος του Άγιου Όρους Τα μοναστήρια του
Αγίου Όρους φαίνεται ότι εμπιστεύονταν τα ελληνικά χρηματοπιστωτικά ιδρύματα
για τα διαθέσιμα περιουσιακά τους στοιχεία, υπογράμμισε ο οικονομολόγος Ανδρέας
Μπουρούτης.
Με βάση τα στοιχεία που είναι
διαθέσιμα, η Τράπεζα της Ανατολής, θυγατρική της Εθνικής Τράπεζας ήταν ένας από
τους δύο κύριους οικονομικούς συνεργάτες των μονών. Το δεύτερο χρηματοπιστωτικό
ίδρυμα με το οποίο συναλλάσσονταν οι μεγαλύτερες μονές ήταν η Τράπεζα της
Μυτιλήνης, η έδρα της οποίας βρισκόταν σε οθωμανικό έδαφος, στη Λέσβο, αλλά
ήταν σχεδόν αποκλειστικά ελληνικών συμφερόντων. Από το 1907 λειτουργούσε
πρακτορείο της Τράπεζας εντός του Αγίου Όρους.
Σκληρός ήταν ο ανταγωνισμός των
τραπεζών για τα κεφάλαια των μονών. Η μονή Βατοπεδίου διατηρούσε προθεσμιακό
λογαριασμό στην Αυτοκρατορική Οθωμανική Τράπεζα με επιτόκιο 2,5%, το οποίο
διπλασιάστηκε όταν ο λογαριασμός μεταφέρθηκε στην Τράπεζα της Ανατολής.
Ασφαλή πηγή για την κατανόηση της
εποχής αποτελούν τα ραβάσια (η αλληλογραφία) που αντάλλασσαν την περίοδο της
απελευθέρωσης του Αγίου Όρους ο αντιπρόσωπος και οι επιτροπές της μονής
Μεγίστης Λαύρας, σημείωσε ο δικηγόρος Διογένης Καραγιαννακίδης.
Όπως επισήμανε, αναδύονται
σημαντικές ενδείξεις για το έργο του αντιπροσώπου και την καθημερινότητα του
Άθω για τις σχέσεις των μοναχών με τις οθωμανικές και κατόπιν τις ελληνικές
αρχές.
Προκύπτουν επίσης, η λαχτάρα της
απελευθέρωσης και η απήχηση της, αλλά και οι συνέπειες της, όπως η παρουσία και
η τροφοδοσία του ελληνικού στρατού.
Ως προέκταση στο χρόνο της
Επανάστασης του 1821, όσο και της αποχώρησης του τουρκικού στρατού κατοχής από
το Άγιο Όρος, το 1830 εξέλαβαν την απελευθέρωση του Άθωνα οι Αγιορείτες, τόνισε
ο μοναχός Πατάπιος Καυσοκαλυβίτης, βιβλιοθηκάριος της σκήτης των Καυσοκαλυβίων.
Οι Αγιορείτες επιφύλαξαν ενθουσιώδη
υποδοχή στο απελευθερωτικό στρατιωτικό άγημα, ενώ τους κατέλαβε απερίγραπτη
χαρά καθώς «οι κώδωνες υπερχιλίων ναών επλήρουν τον αέρα δια των αρμονικών των
ήχων και οι τουφεκισμοί αφυπνίζοντας ήχους των δειράδων διαλαλούντες την
θριαμβευτική ανάσταση του Γένους».
Γ. Χατζηγεωργίου
News Room «Κέρδος» με πληροφόρηση
από το ΑΠΕ – ΑΜΠ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου