Στο τελευταίο σας γράμμα μου είχατε στείλει μια εικόνα
με τον Αδάμ και τα ζώα στον Παράδεισο. Σκέφτηκα λοιπόν κι εγώ να σας στείλω με
τη σειρά μου ζωγραφισμένο ένα πουλί, τον πιο στενό μου φίλο, γιατί αν σας
έστελνα ζωγραφισμένο ένα φίδι, νομίζω, θα σας έπιανε φόβος. Τον έχω ονομάσει
Όλετ, που σημαίνει στα αραβικά «παιδί». Μένει στο ραχώνι (λόφος, βουναλάκι),
πεντακόσια μέτρα μακριά από το Καλύβι μου. Κάθε μεσημέρι τού πηγαίνω καλούδια
και φιλεύματα. Μόλις του δίνω κάτι να φάη, παίρνει λίγο και φεύγει. Εγώ το
φωνάζω να έρθει, αλλά αυτό φεύγει και σε λίγο έρχεται κρυφά από πίσω και
κρύβεται κάτω από τη ζακέτα μου. Όταν πάω να φύγω με ξεπροβοδίζει σε απόσταση
εκατό περίπου μέτρων κι εγώ, για να μη συνεχίση να έρχεται από πίσω μου
και κουρασθή, τού αφήνω κανένα ψίχουλο, για να απασχοληθή, και φεύγω γρήγορα,
για να με χάση.
Τώρα τελευταία άφησε την άσκηση και ζητάει
καλοπέραση!... Ούτε σπασμένο ρύζι τρώει ούτε βρεγμένο παξιμάδι, αλλά μόνο σκουληκάκια,
που θέλει να τα βάζω στο ...πιάτο... -στην χούφτα μου- και να ανεβαίνη εκεί να
τρώη. Πρόοδος !!
Είναι μέρες που πανηγυρίζω με τον Όλετ και την
συντροφιά του. Μπορεί να πη κανείς: «Γιατί κάνεις εξαιρέσεις στον Όλετ; Γιατί δεν
κάνεις το ίδιο και με τα άλλα πουλιά;» Απαντώ: «Όταν φωνάζω τον Όλετ να
έρθη, φέρνει μαζί του και άλλα πουλιά, φίλους του, τα οποία τρέχουν αμέσως στο
φαϊ, ενώ ο Όλετ έρχεται από υπακοή και από αγάπη. Ακόμα και όταν είναι νηστικός,
κάθεται αρκετή ώρα μαζί μου και ξεχνάει το φαγητό, εγώ του το θυμίζω. Και τώρα
που καλωσύνεψε ο καιρός και βρίσκει ζουζούνια να φάη, όταν το φωνάζω πάλι
έρχεται για την υπακοή, ενώ είναι χορτάτο και δεν το αναγκάζει η πείνα. Ε, πώς να μην το χαίρεσαι περισσότερο από τα άλλα
πουλιά αυτό το φιλότιμο πουλάκι ;»
Πολλές φορές μου έρχεται από την πολλή μου αγάπη να το
σφίξω μέσα στη χούφτα μου, αλλά φοβάμαι μήπως κάνω σαν την μαϊμού που από αγάπη
σφίγγει τα παιδιά της και τελικά τα πνίγει. Γι αυτό σφίγγω την καρδιά μου, και
το χαίρομαι από μακριά, για να μη το βλαψω.
Μια μέρα άργησα να πάω στο ραχώνι και ο Όλετ επειδή φυσούσε πολύ, είχε λουφάξει από νωρίς. Άφησα το φαγητό του και έφυγα, χωρίς να τον δω. Την άλλη μέρα ξεκίνησα να πάω πολύ νωρίς , γιατί ανησύχησα μήπως τον έφαγε κανένα γεράκι. Αυτό όταν είδε το φαγητό που του άφησα αποβραδίς, «το πείραξε ο λογισμός» και κατέβηκε στα μισά τού δρόμου και με περίμενε. Όταν με είδε έκανε σαν τρελό από την χαρά του. Του έδινα να φάη , αλλά αυτό περισσότερο ήθελε συντροφιά παρά φαγητό. Το θαυμάζω για την άσκηση του και για τη αγάπη που έχει , καθώς και για την ευγνωμοσύνη του. Εύχεσθε να μιμηθώ τις αρετές του.
Μια μέρα άργησα να πάω στο ραχώνι και ο Όλετ επειδή φυσούσε πολύ, είχε λουφάξει από νωρίς. Άφησα το φαγητό του και έφυγα, χωρίς να τον δω. Την άλλη μέρα ξεκίνησα να πάω πολύ νωρίς , γιατί ανησύχησα μήπως τον έφαγε κανένα γεράκι. Αυτό όταν είδε το φαγητό που του άφησα αποβραδίς, «το πείραξε ο λογισμός» και κατέβηκε στα μισά τού δρόμου και με περίμενε. Όταν με είδε έκανε σαν τρελό από την χαρά του. Του έδινα να φάη , αλλά αυτό περισσότερο ήθελε συντροφιά παρά φαγητό. Το θαυμάζω για την άσκηση του και για τη αγάπη που έχει , καθώς και για την ευγνωμοσύνη του. Εύχεσθε να μιμηθώ τις αρετές του.
Πιστεύω να μην έχετε παράπονο, σας τα είπα όλα, χωρίς
να πάρω την συγκατάθεση τού Όλετ. Ελπίζω να μη τον στενοχωρήσω, μια που δεν θα
γίνουν γνωστά έξω... Έχετε τους χαιρετισμούς τους δικούς του και τούς δικούς
μου τούς πολλούς.
Στο καλύβι μου όχι μόνον τα πετούμενα πουλάκια αλλά
όλα τα ζώα που έρχονται εκεί- τσακάλια, λαγοί, νυφίτσες, χελώνες, σαύρες,
φίδια- χορταίνουν από την υπερχείλιση της αγάπης μου και χορταίνω κι εγώ, όταν
χορταίνουν αυτά, και όλοι μαζί, «τα θηρία, και πάντα τα κτήνη, ερπετά και
πετεινά πτερωτά», «αινούμεν, ευλογούμεν και προσκυνούμεν τον Κύριον»
(από τους
λόγους τού μακαριστού γέροντος Παϊσίου τού αγιορείτου , τομος Ε΄. Ο γέροντας
απαντά σε επιστολή των μοναζουσών του ησχαστηρίου της Σουρωτής που εστάλη την
άνοιξη του 1975. Τότε ζούσε στην καλύβα του Τιμίου Σταυρού)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου