Τόν Ἰούνιο τοῦ 1988 ὁ π.
Κοσμᾶς ἦλθε γιά τελευταία φορά στό Μοναστήρι μας, τήν Μονή Ὁσίου
Γρηγορίου. Ἦλθε νά ξεκουρασθῆ σωματικά καί ψυχικά.
Μᾶς ἔλεγε: «Μέ πονοῦν τά πόδια μου.
Δέν ἠμπορῶ νά κατέβω μέχρι τήν παραλία». Τόν συνεῖχε ἡ ἀγωνία τοῦ ἔργου.
Ζητοῦσε ἀδελφούς ἀπό τήν Μονή, ἀλλά οἱ Πατέρες ἦσαν ἀκόμη νέοι καί ἀνώριμοι γιά
νά ἐξέλθουν στόν κόσμο. Τώρα βρῆκε τόν χρόνο νά προβληματισθῆ γιά τήν προώθησι
τῶν προγραμμάτων του καί τήν ἐπίλυσι πολλῶν ἐκρεμοτήτων. Ἔτσι, ξεκίνησε νά
γράψη ἕνα μικρό βιβλίο, τό ὁποῖον ὠνόμασε: «Σκέψεις γιά τήν ἱεραποστολή μέσα
ἀπό τήν πρᾶξι». Ἤθελε νά μᾶς ἀφήσει σάν παρακαταθήκη τό ἀποστάλαγμα τῶν ἐμπειριῶν
του καί τίς σοφές συμβουλές του. Ἄραγε νά προαισθανόταν κάτι ὅτι
γρήγορα θά μᾶς ἄφηνε;
Σέ ἀδελφό τῆς Μονῆς ἀνέθεσε νά τοῦ
ἐπιμεληθῆ τό προσωπικό του Ἡμερολόγιο μέ τήν εὐχή γρήγορα νά ἐκδοθῆ. Ζητοῦσε νά
βρῆ συνεργάτες καί διαδόχους.
Μιά ἡμέρα μπῆκε στό κελλί τοῦ π. Μελετίου καί τοῦ
εἶπε: «Νά ξέρεις, ὅτι ἐσύ θά εἶσαι ὁ διάδοχός μου…Ὁ π. Μελέτιος θεώρησε
φλυαρίσματα καί ἀστεῖα τά λόγια του αὐτά. Καί ὅμως ἦτο πραγματικότης. Αὐτόν ὁ
Θεός προώριζε διάδοχό του. Τήν πληροφορία αὐτή εἶχε καί ὁ ἴδιος ὅταν κάποια
ἡμέρα προσευχόταν μέ κομποσχοίνι μπροστά στό εἰκονοστάσι του. Μιά φωνή τοῦ εἶπε
μέσα του: «Μετά τόν θάνατο τοῦ παπᾶ Κοσμᾶ, ἐσύ θ᾿ ἀναλάβεις τό ἔργο τῆς
Ἱεραποστολῆς».
Μέ τήν ἐπιστροφή του στό Κολουέζι
τό 1988, ἐκτός τῆς ἐπιστασίας γιά τήν συνέχισι τῶν ἐργασιῶν τοῦ δημοτικοῦ
σχολείου, προετοίμασε τίς καταστάσεις γιά τίς καθιερωμένες τά Θεοφάνεια
Βαπτίσεις Κατηχουμένων. Ἐβάπτισε περί τά 340 ἄτομα καί ἐστεφάνωσε περί τά 24
ζεύγη νεοφωτίστων.
Κατά τά μέσα Ἰανουαρίου
δέχθηκε ὡς ἐπισκέπτες ἀπό τήν Ἑλλάδα τόν π. Δαμιανό Μαυρίδη μέ τρεῖς ἄλλους
Ἕλληνες. Τούς ξενάγησε σ᾿ ὅλους τούς χώρους καί τά κτίσματα τῆς Ἱεραποστολῆς.
Στίς 20 τοῦ ἰδίου μηνός μετέφερε τούς ἐπισκέπτες του στό Λουμπουμπάσι καί ἐν
συνεχείᾳ στό ἀεροδρόμιο γιά ἀναχώρησί τους στήν Ἑλλάδα. Ὁ ἴδιος ἔμεινε γιά
διάφορες δουλειές στό Λουμπουμπάσι. Λειτούργησε στόν ναό τῆς Ἑλληνικῆς
Κοινότητος, στόν Εὐαγγελισμό τῆς Θεοτόκου, στίς 22 τοῦ μηνός. Στό ἐκκλησίασμα
ὡμίλησε περί μετανοίας μέ φανερή συγκίνησι. Κατόπιν, ἐπειδή τό αὐτοκίνητο πού
θά ταξίδευε, τό ἄφησε γιά ἐπισκευή στό συνεργεῖο, βρῆκε τόν χρόνο ἐπί τρεῖς
ἡμέρες, Τετάρτη, Πέμπτη, Παρασκευή νά ἐπισκεφθῆ πολλά σπίτια
ὁμογενῶν. Τούς ὡμιλοῦσε γιά θέματα πνευματικῆς ζωῆς, περί μετανοίας καί
δάκρυζε.
Ξεκίνησε Παρασκευή βράδυ γιά
Λικάσι. Ὁ σύμβουλός του κ. Δημήτριος Ματζουράνης, τόν ἐμπόδιζε νά ταξιδεύση
νύκτα. Ἐκεῖνος τοῦ εἶπε ὅτι πάντα νύκτα ταξιδεύει καί ὅτι πρέπει νά συναντηθῆ
μέ τήν ἀδελφή Ξένη στό Λικάσι, διότι τό φορτηγό μέ τό ὁποῖο ἐρχόταν ἐκείνη ἀπό
τό Κολουέζι, ἐχάλασε καί ἔμεινε στόν δρόμο.
Μαζί του εἶχε τόν ἰθαγενῆ
ἑλληνομαθῆ Μωϋσῆ καί τόν Ἕλληνα Πρόξενο κ. Σπυρίδωνα Κυβετό.
Στό 60ο χιλιόμετρο τῆς διαδρομῆς
τους πρός Λικάσι, στίς 8,10 συνέβη τό δυστύχημα. Ἕνα φορτηγό ἐρχόταν ἀπό τό
ἀντίθετο ρεῦμα, φορτωμένο μέ τσουβάλια ἀπό ἡλιοκαμμένο ψάρι καί πάνω
ἐπέβαιναν, ὡς συνήθως πολλοί ἐντόπιοι. Ἡ καρότσα τοῦ φορτηγοῦ προεξεῖχε
ἐκατέρωθεν περί τούς 30 πόντους. Ὁ π. Κοσμᾶς, ἐνῶ ἦτο καλός καί προσεκτικός
ὁδηγός, δέν ἀντελήφθηκε τόν κίνδυνο. Τό φορτηγό πέρασε πλάγια καί θέρισε
κυριολεκτικά τήν ἀριστερή πόρτα τοῦ Λαντρόβερ τοῦ π. Κοσμᾶ. Ἕνα «ὤχ» μόνο
ἀκούσθηκε καί ὁ π. Κοσμᾶς βρέθηκε στό χῶμα. Πρόλαβε καί εἶπε τά ἑξῆς λόγια,
ὅπως μοῦ εἶπε αὐτόπτης μάρτυς ἰθαγενής, ὁ κατηχητής μας Ἀντώνιος ἀπό τό
παρακείμενο χωριό Σοφουμουάγκο:«Μωϋσῆ, στό πίσω κάθισμά μου ἔχω τά χρήματα. Νά
τά δώσεις στήν Ἱεραποστολή. Μαζί εἶναι καί τό ἕνα μπουκάλι μέ τό Ἅγιο Μῦρο».
Καί ἀμέσως ἐξέπνευσε. Ὁ θάνατός του ἦτο ἀκαριαῖος ἀπό συγκοπή καρδίας. Εἶχε
μόνο μία πληγή στό ἀριστερό του μάγουλο, ἡ ὁποία ἔτρεχε μέχρι πού τόν ἔβαλαν
μέσα στόν τάφο του.
Οἱ συνταξιδιῶτες του δέν ἔπαθαν
τίποτε. Μόνο ὁ Μωϋσῆς μπῆκε στό νοσοκομεῖο τοῦ Λικάσι γιά τρεῖς ἡμέρες.
Μετά ἀπό 2-3 ὧρες ἦλθε στόν τόπο
τοῦ δυστυχήματος ὁ καρδιακός φίλος καί συνεργάτης του κ. Χαράλαμπος Γεωργίου
ἀπό τό Λικάσι. Τόν μετέφερε στό Λουμπουμπάσι καί τόν τοποθέτησε σέ ψυγεῖο.
Κάτι πού ἐξένισε γιατρούς καί νοσοκόμους ἦτο τό ἑξῆς: Τό σῶμα τοῦ π. Κοσμᾶ
μέσα στό ψυγεῖο περιβαλλόταν ἀπό ἕνα ὑπερκόσμιο φῶς, πρᾶγμα τό ὁποῖο δέν
συνέβαινε στά πτώματα ἄλλων νεκρῶν. Καί ἡ πληγή δέν σταματοῦσε νά τρέχη.
Ἕνα ἄλλο θαυμαστό σημεῖο
ἐμφανίσθηκε τρεῖς ὧρες, πρίν τό μαρτυρικό του τέλος. Κάποιος ντόπιος
ἔμπορος κατέβαινε ἀπό τό Λικάσι στό Λουμπουμπάσι. Εἶχε φθάσει στό μέρος ἐκεῖνο
τοῦ δυστυχήματος καί ἀντίκρυσε μπροστά του ἕνα ἐξαίσιο θέαμα. Εἶδε νά
ἀνεβαίνει γοργά πρόν τόν οὐρανό ἕνα ὀρθόδοξος παπᾶς, ντυμένος στά
λευκά. Σταμάτησε τό αὐτοκίνητό του ἐκεῖ. Σκέφθηκε ὅτι κάποιο σοβαρό σημάδι
εἶναι αὐτό. Ἀπεφάσισε νά μείνει ἐκεῖνο τό βράδυ ἐκεῖ στό παραπλεύρως κείμενο
χωριό. Ὅταν ἔγινε τό δυστύχημα, εἶδε τόν παπᾶ Κοσμᾶ καί διεπίστωσε ὅτι αὐτός
ἦτο ὁ ἱερεύς πού εἶχε ἰδεῖ πρίν ἀπό τρεῖς ὧρες.
Ἀπό τούς πρώτους εἰδοποιήθηκε ὁ
σεβαστός μας Γέροντας π. Γεώργιος, ὁ ὁποῖος εὑρισκόταν ἐκεῖνες τίς ἡμέρες στήν
Θεσσαλονίκη μέ συνοδεία ‘Αδελφῶν. Τελέσθηκε ὁλονύκτια ἀγρυπνία μέ μνημόσυνο στό
Μετόχι Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου στήν Σταυρούπολι γιά τήν ἀνάπαυσι τῆς ψυχῆς του.
Ὁ Σεβ. Μητροπολίτης Κεντρώας
Ἀφρικῆς κ. Τιμόθεος δέχθηκε τό θλιβερό ἄγγελμα μέ δάκρυα καί στεναγμούς,
λέγοντας: «Ἔχασα τόν καλύτερο συνεργάτη μου». Κατέβηκε ἀεροπορικῶς στό
Λουμπουμπάσι καί προέστη τῆς νεκρωσίμου Ἀκολουθίας, στόν ναό τῆς Ἑλληνικῆς
Κοιονότητος τοῦ Εὐαγγελισμοῦ τῆς Θεοτόκου μή ἠμπορώντας νά συγκρατήσει τά
δάκρυά του. Ἦλθαν ὅλοι οἱ Ἕλληνες, οἱ ἰθαγενεῖς ὀρθόδοξοι, οἱ Ἀρχές τοῦ
Τόπου καί ἀξιωματοῦχοι ἄλλων χριστιανικῶν Δογμάτων καί πλῆθος κόσμου, διότι ἦτο
γνωστή σέ ὅλους ἡ θυσιαστική προσφορά του.
Τήν ἑπομένη ἡμέρα μέ ἰδιωτικό
ἀεροπλάνο μεταφέρθηκε ἡ σωρός του στό Κολουέζι, ὅπου περίμεναν στό ἀεροδρόμιο
πολύς κόσμος. Μετά ἀπό τό Τρισάγιο πού ἐψάλη στήν ἐκκλησία τοῦ ἁγίου Γεωργίου,
κηδεύθηκε μέ κλαυθμούς καί ὀδυρμούς ἔξω καί μπροστά ἀπό τό Ἱερό Βῆμα τοῦ ναοῦ.
Ὁ τάφος του μέχρι τώρα εἶναι ὁ μάρτυς μιᾶς φλογερῆς ψυχῆς, πού ἔδωσε τά πάντα
γιά τόν Χριστό καί τόν ἄνθρωπο. Ἐτήρησε τήν ἀπόφασί του νά μείνει γιά πάντα
ἀνάμεσα στούς ἀφρικανούς πού τόσο πολύ ἀγάπησε. Ἔτσι, ἄλλωστε εἶχε εἰπεῖ στόν
Γέροντα τῆς Μονῆς μας καί σέ μιά ὁμάδα Ἀδελφῶν: «Ἡ ἱεραποστολή δέν εἶναι
γιά λίγους μῆνες. Ὅποιος θέλει νά εἶναι ἱεραπόστολος, πρέπει ν᾿ ἀφήσει τά
κόκκαλά του στό ἀφρικανικό χῶμα».
Ὁ σεβαστός μας Γέροντας ἔγραψε τά
ἑξῆς στόν ἐπικήδειο λόγο του: «Διαχειρίσθη πολλά ἑκατομμύρια, ἀλλά ἀπέθανε
πτωχός καί ἀκτήμων, ὡς ἀλήθής μοναχός. Τό τίμιο καί κουρασμένο σῶμα τοῦ π.
Κοσμᾶ ἀναπαύεται τώρα στήν ἀφρικανική γῆ, δεύτερο μετά τό σῶμα τοῦ π.
Χρυσοστόμου Παπασαραντοπούλου. Ἀμφότεροι γονιμοποιοῦν πνευματικά τήν Ἀφρική.
Εἶναι σπόροι πού ἐσάπησαν καί σήπονται γιά νά βλαστήσουν δένδρα εὐσκιόφυλλα
κάτω ἀπό τά ὁποῖα θά ἀναπαύουν καί θά δροσίζουν πολλές ταλαιπωρημένες ψυχές».
Ὁ π. Κοσμᾶς ἄφησε μνήμη φλογεροῦ
καί ἀκαμάτου ἱεραποστόλου. Μέ τό αἷμα του ἐπεσφράγισε τήν μαρτυρική ζωή του καί
ἐτάφη κοντά στούς ἀδελφούς του πού ἀγάπησε. Βρῆκε, ὅταν ἀνέλαβε τό ἔργο ἕνα
ἱερέα καί 10 ἐνορίες μέ μερικές ἑκατοντάδες βαπτισμένους ἀφρικανούς.
Στά δέκα χρόνια τῆς ἱεραποστολικῆς
ἐργασίας του ἄφησε 14 ἱερεῖς, δύο διακόνους, 15000 βαπτισμένους, 13 κτισμένες
ἐκκλησίες, 35 λασποκαλύβες-ἐκκλησίες, 55 ἐνορίες, μία πλουσιώτατη φάρμα,
ἕνα πανεύφορο κτῆμα στό χωριό Φουγκουροῦμε, δύο οἰκοτροφεῖα, μία τεράστια
ἀποθήκη, ἕνα δημοτικό σχολεῖο στό Κολουέζι καί τρία σέ χωριά, ἕνα Μοναστήρι καί
τούς κοιτῶνες (δύο πύργοι) τῶν ἱεραποστόλων.
Αἰωνία ἡ μνήμη τοῦ
μακαριστοῦ π. Κοσμᾶ Γρηγοριάτου.
Πηγή: ΤΟ ΙΕΡΑΠΟΣΤΟΛΙΚΟ ΚΛΙΜΑΚΙΟ, ΚΟΛΟΥΕΖΙ ΚΟΝΓΚΟ
Μοναχοῦ Δαμασκηνοῦ Γρηγοριάτου, 2003
Σχετικά:
Η ζωή του πατρός Κοσμά σε 40λεπτο ντοκυμανταίρ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου