Της Θεώνης Μαρίνου Μπούρα,
θεολόγου-ἐκπαιδευτικοῦ,
Master στὴν Πατερικὴ θεολογία
«Χάρη
στοὺς μοναχοὺς καὶ
τὸ ἀντιγραφικό τους ἔργο ὑπάρχουν
οἱ φιλόλογοι. Οἱ φιλόλογοι δὲν θὰ
εἶχαν ἀντικείμενο, ἐὰν
οἱ μοναχοὶ μὲ
τὸ ἀκούραστο ἔργο
τους δὲν εἶχαν φροντίσει νὰ διασώσουν ὣς σήμερα τὰ
ἔργα τῶν ἀρχαίων
Ἑλλήνων». Αὐτὰ περίπου εἶναι
τὰ λόγια τοῦ καθηγητῆ
μου καὶ ὁμότιμου πιὰ καθηγητῆ
τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς
τοῦ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν κυρίου Σπυρίδωνα Κοντογιάννη. Δὲν σᾶς κρύβω ὅτι
ἀρχικὰ (ὅταν
ἀγνοοῦσα τὴν
ἱστορική ἀλήθεια) θεώρησα τὶς διαπιστώσεις τοῦ καθηγητῆ
ὑπερβολικὲς καὶ
ἕνα εἶδος «ἀλληλουίσματος»
ἡμῶν τῶν
θεολόγων πρὸς τὰ μοναστήρια. Ἂς παραθέσουμε τὰ ἱστορικὰ
δεδομένα ποὺ
συναντήσαμε ἐρευνώντας
τὸ θέμα, καὶ ἐσὺ ἀναγνώστη θὰ
ἀποφανθεῖς.
20.000
χειρόγραφα φυλάσσουν οἱ
βιβλιοθῆκες τῶν μοναστηριῶν τοῦ
Ἁγίου Ὄρους. Ἡ
μονὴ Μεγίστης Λαύρας διαθέτει 2.242
χειρόγραφα κατέχοντας τὴν
3η θέση σὲ
χειρόγραφα παγκοσμίως, ἐνῷ ἡ 1η θέση ἀνήκει ἐπίσης
σὲ μοναστήρι, τὴ μονὴ Ἁγίας
Αἰκατερίνης στὸ Σινὰ
ποὺ διαθέτει 4.500 χειρόγραφα ἀπὸ τὰ
ὁποῖα τὸ
75% εἶναι ἑλληνόφωνα. (Τὴ
δεύτερη θέση ἔχει
τὸ Βατικανὸ μὲ
3.500 χειρόγραφα.)
Συγκεκριμένα
ἡ Μονὴ Μεγίστης Λαύρας, μεταξὺ πολλῶν
ἄλλων ἀρχαιοελληνικῶν
χειρογράφων, φυλάσσει 4 χειρόγραφά του Γαληνοῦ Ω69, Ω70, Ω71, Ω72, 2 χειρόγραφα Ἱπποκράτους «Ἀφορισμοί» Ω68 καὶ Ω69, 3 σπάνια χειρόγραφα τοῦ Ἀέτιου
Ἀμηδινοῦ, προσωπικοῦ
γιατροῦ τοῦ Ἰουστινιανοῦ,
Ω63, Ω64 καὶ Ω65, 2
χειρόγραφα τοῦ
Θουκυδίδη καὶ
τοὺς «Βίους Παράλληλούς» τοῦ Πλουτάρχου. Ἡ ἴδια μονὴ
φυλάσσει τὴ
«Βοτανική» τοῦ
Διοσκουρίδη, ἔργο
ποὺ ἀποτελεῖ
ὄνειρο κάθε φαρμακοποιοῦ, βοτανολόγου καὶ δηλητηριογνώστη. Μάλιστα εἶναι εἰκονογραφημένο μὲ ἀνεξίτηλες
μικρογραφίες. Τὸ
μοναδικὸ στὸν κόσμο νομικὸ χειρόγραφο μὲ τὶς Νεαρὲς
τῶν Κομνηνῶν (13ος αἰ.)
βρίσκεται στὴ
Λαύρα. Ὁ Ἐπίκτητος, ὁ Ἑρμογένης
καὶ ὁ Εὐκλείδης
φυλάσσονται στὴ
μονὴ Ἐσφιγμένου. Στὴ βιβλιοθήκη τῆς
μονῆς Ἰβήρων θὰ
συναντήσει ὁ ἐρευνητὴς τὰ
ἔργα ποὺ συνέθεσε ὁ
Εὐριπίδης, ὁ Αἰσχύλος,
ὁ Θεόκριτος, ὁ Σοφοκλῆς
καὶ ὁ Πίνδαρος.
Ἡ μονὴ Βατοπεδίου διασώζει χειρόγραφο τῶν γεωγράφων Πτολεμαίου καὶ Στράβωνα μὲ ἀρ.
655 τοῦ 13ου αἰ. Τοῦτα φυλάσσονται ὄχι τυχαῖα
στὰ παραπάνω μοναστήρια, ἀλλὰ πρόκειται γιὰ
ἀπολύτως συνειδητὴ πράξη ἐπιλογῆς
τῶν μοναχῶν νὰ
ἀσχοληθοῦν ἀκούραστα,
δίχως ἀμοιβὴ καὶ χωρὶς
θρησκευτικοὺς λόγους μὲ τὴν ἀντιγραφὴ τῶν ἀρχαιοελληνικῶν ἔργων, ὥστε
νὰ τὰ διασώσουν ἀπὸ τὴ φθορὰ
τοῦ χρόνου καὶ νὰ
τὰ μεταδώσουν στὶς ἑπόμενες γενιὲς
ὡς ἑλληνικὴ
κληρονομιὰ στὸν πνευματικὸ κόσμο παγκοσμίως καθιστώντας τον πλουσιότερο. Ὁ ἅγιος Ἀθανάσιος
Ἀθωνίτης γιὰ παράδειγμα ἦταν
ἀσκητικός, ἀγαποῦσε
πολὺ τὰ βιβλία κι ἐρχόμενος
ἀπὸ τὴν
Κωνσταντινούπολη στὸν
Ἄθω, ὅπου ἵδρυσε
μοναστήρι ἔφερε τὰ προσωπικά του βιβλία. Ἵδρυσε στὴ μονὴ
Μεγίστης Λαύρας ἐργαστήριο
ἀντιγραφῆς χειρογράφων (Scriptorium) καὶ ὅρισε
ὑπεύθυνο γιὰ τὸ
ἐργαστήριο ὄχι τυχαῖο
πρόσωπο ἀλλὰ τὸν πρωτοκαλλιγράφο Ἰωάννη καὶ
βιβλιοφύλακα τὸν
μοναχὸ Μιχαήλ. Τὸ ἔργο
ἀγάπης καὶ ἀντιγραφῆς χειρογράφων συνεχίστηκε ἀμείωτο ἀπὸ
τοὺς κατοπινοὺς μοναχοὺς
τῆς Λαύρας γι’ αὐτὸ καὶ
στὴ μονὴ αὐτὴ λειτούργησε τὸ πρῶτο τυπογραφεῖο
στὴν Ἑλλάδα τὸ
1759.
Διαβάστε τη συνέχεια:
Σχετικό:
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου