Μία σύνοδος (αγία και μεγάλη ή
ο,τιδήποτε άλλο) μπορεί να γίνει σε ένα νησί μέσα στο πέλαγος. Μια σύνοδος
μπορεί επίσης, παραδόξως, να γίνει σε ένα πέλαγος μέσα σε ένα νησί. Νησί είναι
ο άνθρωπος, πέλαγος είναι ο εσωτερικός κόσμος του.
Εάν το έσω πέλαγος είναι ειρηνικό,
θα γίνει απάνεμη οδός επικοινωνίας. Εάν μάλιστα γίνει ύδωρ ζωής, θα
υπερχειλίσει, δροσίζοντας και ποτίζοντας τις άλλες ψυχές. Εάν όμως παραμείνει
μια τρικυμισμένη και θολή θάλασσα, θα καταδικάσει τον άνθρωπο ξερονήσι άγονης γραμμής.
Πάντοτε στην εμπειρική και
χαρισματική σκέψη και γραφίδα των αγίων Πατέρων η πραγματικότητα θεωρείται
διττώς. Εξωτερικά και εσωτερικά. Η εκκλησιαστική τάξη καὶ ακολουθία προβάλλεται
ως εικόνα της πνευματικής ακολουθίας στην πρόοδο της ψυχής. Έτσι υπάρχει ο ναός
όπου συνάζονται οι πιστοί, αλλά και ο εσωτερικός ναός της καρδίας. Υπάρχει το
θυσιαστήριο όπου τελείται το μυστήριο της Θείας Λειτουργίας αλλά και το ένδον
θυσιαστήριο, όπου επίσης τελείται το ευχαριστιακό μυστήριο. Η εκκλησιαστική
δομή αντιστοιχεί στις αρετές, η Ευχαριστία καὶ μετάληψη αντιστοιχεί στη μυστική
ενέργεια Πνεύματος εν τη καρδία.
Έτσι, υπάρχουν η ορώμενη Σύνοδος,
όπου πολλοί άνθρωποι συνάζονται επί το αυτό, αλλά και η μυστική, αόρατη
Σύνοδος, που λαμβάνει χώρα σε έναν άνθρωπο. Τόπος εδώ είναι το υπερώο που
λέγεται νους, οφθαλμός της ψυχής ή βαθεία καρδία. Μέλη αυτής της συνόδου οι
δυνάμεις της ψυχής: βούληση, επιθυμία, θυμός, λογισμοί. Πολύ απλά οι Πατέρες
της ερήμου λένε: Σύναξε όλους τους λογισμούς σου, τοποθέτησε τους μπροστά στον
Χριστό και όλοι μαζί ας πουν: «Δεῦτε προσκυνήσωμεν καὶ προσπέσωμεν Χριστῷ τῷ
Βασιλεῖ καὶ Θεῷ ἡμῶν».
Ο άνθρωπος «προσκυνεῖ ἐν αὐλῇ ἁγίᾳ»
του Θεού, διευρύνοντας την καρδιά του στον αγιασμό. Η αυλή είναι η
εκκλησιαστική σύναξη, αλλά πολύ περισσότερο είναι κατάσταση πνευματική,
εσωτερική. Χωρίς την επουράνια διαγωγή, λέγει ο Μ. Βασίλειος σε Ομιλία του
στους Ψαλμούς, κανείς δεν προσκυνεί «ἐν αὐλῇ ἁγίᾳ», ακόμη κι αν θεωρεί τὸν
εαυτό του άξιο των αισθητών συνάξεων. Ο εγκαινισμός της Εκκλησίας προκύπτει από
την εν Πνεύματι ανακαίνιση του καθενός μέλους του Σώματος. Η επουράνια εκκλησία
συνάγεται μυστικώς στον έσω άνθρωπο. Εδώ αρχικώς τελεσιουργείται το μυστήριο
της ενότητας του ανθρώπου και της ενότητας του κόσμου. Και ο δρόμος προς την
ενότητα είναι η μετοχή στην μία Σοφία, το ένα Κάλλος, την Δικαιοσύνη, την
Αγάπη, την Αγιότητα.
Πως μπορεί να υπάρξει ενότητα,
σύναξη, κοινωνία, αν ο άνθρωπος που καλείται να ενωθεί με τους άλλους είναι
δέντρο χωρίς ρίζα και χυμούς, χωρίς εσωτερική ενότητα; Χωρίς την αγία αυτή και
μεγάλη σύνοδο όλα τα άλλα σχήματα είναι τρίμματα που συντρίβονται. Αυτά είναι
τα ανθρώπινα που είναι μόνο ανθρώπινα και έχουν την αφετηρία τους σε ένα Εγώ
που διεκδικεί υπερβατική αξία. Έργα βαρύγδουπα και ασθμαίνοντα, που τελειώνουν
γρήγορα. Κι είναι πια όπως όταν περπατάς στην άνυδρη έρημο, στα ερείπια μιας
έρημης από εκατοντάδες χρόνια πόλης: βλέπεις αγάλματα, προτομές, στήλες
αφιερωματικές και επιγραφές, όπου ο καυτός άνεμος και η άμμος έχουν σβήσει
ονόματα και ιστορίες. Και ό,τι έγινε, πρόσωπα και γεγονότα, βυθίστηκαν, έσβησαν
στη φθαρτή δόξα.
Κάτι αντίστοιχο σκέφθηκε και ο
νομοδιδάσκαλος Γαμαλιήλ, όταν το Συνέδριο των Εβραίων ήθελαν να θανατώσουν τους
Αποστόλους: «Προσέχετε αδελφοί», τους είπε, «πολλοί νόμισαν ότι κάτι είναι,
απέκτησαν οπαδούς, αλλά μετά το θάνατό τους όλα εξαφανίσθηκαν. Μείνετε λοιπόν
μακριά από τους ανθρώπους τούτους κι αφήστε τους. Αν το θέλημα και το έργο τους
είναι ανθρώπινο, θα καταλυθεί. Αν πάλι είναι από Θεού, δεν θα μπορέσετε να το
σταματήσετε, και θεομάχοι επιπλέον θα βρεθείτε.» (Βλ. Πράξεις 5, 35-40)
Κάποιοι, με σοβαρότητα και ευγενές
αίσθημα, αγωνιούν για τα ανθρώπινα έργα, μήπως μας οδηγήσουν μακράν του Θεού
και της αληθείας. Άλλοι, πάλι, με ταραγμένο νου και τρομαγμένα μάτια σπεύδουν
να φέρουν οι ίδιοι καύσωνα άνεμο, και με κοφτερά εργαλεία να ξύσουν ονόματα και
κείμενα. Αυτοί φέρνουν την έρημο, προτού ο ίδιος ο χρόνος δοκιμάσει την
ποιότητα και αντοχή των πραγμάτων. Σπεύδουν να εντοπίσουν εχθρούς, να
κυνηγήσουν ληστές, αφήνοντας την δική τους πόρτα ανοιχτή και την αυλή τους
απότιστη. Είναι αυτοί που επιζητούν «βαρβάρους», γιατί αυτοί είναι μια κάποια
λύσις, δίνουν κάποιο νόημα στη ζωή, διέξοδο στα πάθη που κινούνται προς μάχην.
Κάποιος διάβασε πως ο Θεός έχει «πείσμα» για τη σωτηρία του ανθρώπου, και
θεώρησε ότι μιμούμεθα το Θείο πείσμα με το να επιδιώκουμε με πείσμα να γίνει το
θέλημά μας—και μάλιστα το «πρώτο» μας θέλημα, αφού αγαθό είναι το πρώτο θέλημα
του Θεού. Αυτό είναι ένα παράδειγμα του πώς διαβάζοντας τους Πατέρες διαβάζουμε
μάλλον αυτό που έχουμε στο (πολύ μικρό) μυαλό μας…
Όσοι μαζεύουμε σακιά με άμμο στην
πόρτα μας ή λίθους αναθέματος, ας μπούμε στον κόπο να ανοίξουμε το Ευαγγέλιο,
σε κάποια σελίδα τυχαία, να εστιάσουμε σε μια φράση και να ρωτήσουμε τον εαυτό
μας: Εγώ το κάνω αυτό; Αξίζει εδώ να καταγράψουμε μια στιχομυθία με κάποιον νέο
του εξωτερικού. Στον οποίον είπαμε: «Αντί να ψάχνεις συνεχώς για αιρετικούς,
και να ασχολείσαι αποκλειστικά με τους άλλους, να ασκείς πολεμική και να κάνεις
την ψυχή σου πεδίο μάχης, γιατί δεν στρέφεις την προσοχή σου και στα ελλείμματα
της προσωπικής σου ζωής, στις αμαρτίες σου, στην πνευματική σου καλλιέργεια;» Η
απάντηση ήταν καταπέλτης: «Γιατί αυτό εμένα μου δίνει ζωή.» Α, τί ωραία! Πόσες
άραγε φαινομενικά γενναίες και ασυμβίβαστα ορθόδοξες συμπεριφορές καλύπτουν
μιαν επικίνδυνη παθολογία; Ο κίνδυνος έρχεται από αλλού, από το ίδιο το
υποκατάστατο της ζωής. Κι αυτή η απειλή ανέτοιμους μας βρίσκει και μας
συνεπαίρνει.
Ας επιστρέψουμε στη συμβουλή των
Πατέρων:
«Ἐν σεαυτῷ τὴν κτίσιν πᾶσαν
κατόπτευε, καὶ τὰ πάντα εἰς ἑαυτὸν ἐννόει. Μὴ βλέπε πρὸς τὰ ἔξω, σύννευσον πρὸς
τὰ ἔσω, σύστρεψον τὸν νοῦν ὅλον εἰς τὸ νοερὸν τῆς ψυχῆς ταμεῖον, ἀνείδωλον τῷ
Κυρίῳ τὸν ναὸν εὐτρέπισον.» (Οσίου Νείλου, Επιστολή 119)
Αυτή είναι πριν από όλα η Αγία και
Μεγάλη Σύνοδος. Κάποιοι ούτε καν την υποπτεύονται, γιατί ο σπόρος του σπορέα έχει
πέσει πάνω σε πέτρα. Κάποιοι τη χρησιμοποιούν εικονικά για τα κηρύγματά τους,
γιατί ο σπόρος έχει από καιρό συμπνιγεί στην κοσμική φαντασία. Και κάποιοι τη
συκοφαντούν, γιατί δεν τους εξυπηρετεί.
Σήμερα τονίζεται μονομερώς το
εξωτερικό, η δομή, η σχέση, και παραθεωρείται το εσωτερικό, σαν κάτι
φανταστικό. Αυτή η στάση ταιριάζει στον άνθρωπο της νέας εποχής. Σ’ αυτή τη
μονομέρεια συμβάλλει και η χτισμένη στον αέρα θεολογία του προσώπου, από την
οποία προκύπτει το πρωτείο εξουσίας και η κατάργηση της αγιοπνευματικής
ισότητας.
Γι αυτό και ένα καλό που έγινε στην
πρόσφατη Σύνοδο της Κρήτης ήταν η μνεία στην ησυχαστική παράδοση και στις
Συνόδους που την επικύρωσαν. Αυτή η θεολογική παράδοση, που ομολογεί την
πραγματική, προσωπική μετοχή στις άκτιστες ενέργειες του Θεού, είναι η ουσία
που χωρίζει εμπειρικά την ορθόδοξη πίστη από την αίρεση. Η μέθεξη των θείων
ενεργειών υπερβαίνει την έννοια και λογική της άτεγκτης ιεραρχίας και των
εξουσιαστικών σχημάτων και συμπεριφορών, που χαρακτηρίζει την Ρωμαιοκαθολική εκκλησιολογία,
και τελευταίως παρεισφρέει στα καθ’ ημάς.
Ευτυχώς, ακόμη κάθε Ορθόδοξος
κληρικός και λαϊκός καταλαβαίνει ότι η πνευματική ένδεια δεν αναπληρώνεται από
δομές και αξιώματα. Κι ότι, αν θέλουμε να βρεθεί η αλήθεια σε κάτι, θα την
αναζητήσουμε στους Αγίους, τους ταπεινούς φίλους του Θεού με την φωτισμένη
καρδιά, που έχουν κάνει το δόγμα ζωή. Αυτή την αλήθεια ο ίδιος ο πιστός λαός θα
παραλάβει και θα φυλάξει. Αυτή η αλήθεια θα μείνει.
Ιερά Μονή Κουτλουμουσίου
Με στάση κριτική απέναντι στη Σύνοδο και τα πεπραγμένα της μας παρακινεί στη βαθύτερη σύνοδο που έχουμε ξεχάσει.
ΑπάντησηΔιαγραφήΤο κείμενο επικρίνει και τα δύο άκρα. Ποιητικό, ίσως σε βάρος της σαφήνειας, γιαυτό και λίγοι θα το καταλάβουν. Ωστόσο οι των άκρων, έτσι κι αλλιώς, δεν θέλουν να καταλάβουν...
ΑπάντησηΔιαγραφή