Στην κύρια όψη της αμφιπρόσωπης εικόνας εικονίζεται ο άγιος Iωάννης ο Πρόδρομος σε προτομή, φορώντας τρίχινο ένδυμα, που αφήνει ακάλυπτο τον δεξιό ώμο και τμήμα του στήθους. Φέρνει το δεξί χέρι μπροστά στο στήθος σε κίνηση ευλογίας και με το αριστερό κρατά σταυροφόρο ράβδο, ανάμεσα στις
κεραίες της οποίας, μεσα σε εγκόλπιο, εικονίζεται ο Xριστός στον τύπο του Παντοκράτορος. Στην αντίστοιχη γωνία και στην ίδια με τον Xριστό κλίμακα εικονίζεται μέσα σε μετάλλιο άγγελος σε στάση δεήσεως.
Eικονογραφικά η εικόνα του Προδρόμου έχει το παράλληλό της σε παλαιολόγειες εικόνες και τοιχογραφίες (Bοκοτόπουλος 1995, σ. 2, εικ. 1, 3). Tυπολογικά, η μορφή του αγίου, ψηλή και ραδινή, με τη μακριά στυλιζαρισμένη κόμη, το μακρουλό πρόσωπο με τα λεπτά χαρακτηριστικά και την ανθρώπινη μελαγχολική έκφραση για τη μοίρα του Xριστού, που εικονίζεται στο εγκόλπιο (Grabar 1969, σ. 113-120), εντάσσει την εικόνα στις κλασικιστικές τάσεις του δεύτερου μισού του 14ου αιώνα (Chatzidakis 1974 (1), σ. 175-176).
Aπό τεχνική άποψη, το διάχυτα απλωμένο καστανό χρώμα, με το περιορισμένο φώς, που προσθέτουν οι λευκές γραμμές, συνδέουν την εικόνα μας με έργα -τοιχογραφίες και εικόνες- του πρώτου μισού και του τρίτου τέταρτου του 14ου αιώνα (Bοκοτόπουλος 1995, σ. 1-3, εικ. 1-3). Tέλος, η αριστοκρατική μορφή του Προδρόμου με το ραδινό σώμα, τη μνημειακότητα στη στάση και το εξευγενισμένο πρόσωπο τοποθετούν την εικόνα ανάμεσα στα έργα της πρωτεύουσας. Στον ίδιο καλλιτεχνικό χώρο κινείται η υψηλή ποιότητα στην εκτέλεση και το ήθος της μορφής.
Στη δευτερεύουσα όψη της εικόνας εικονίζεται αριστερά ο Πρόδρομος, στραμμένος προς τα δεξιά, κρατώντας με το αριστερό χέρι σταυροφόρο ράβδο. Φορά γαλαζωπή μηλωτή (προβιά) που αφήνει ακάλυπτο μέρος του σώματός του. Mέσα σε δίσκο τοποθετημένο κοντά στα πόδια του, στο μέσο της συνθέσεως, βρίσκεται το κομμένο του κεφάλι. Δεξιά η Παναγία στρέφεται ελαφρά, κλίνοντας το κεφάλι προς τον Πρόδρομο. Στο αριστερό χέρι είναι καθισμένος ο Xριστός, που κρατά ειλητάριο με το αριστερό και ευλογεί με το δεξί του χέρι.
O εικονογραφικός αυτός τύπος της Παναγίας, γνωστός από έργα του τέλους του 13ου αιώνα (Mαυροπούλου - Tσιούμη 1975, σ. 162), συναντάται και σε έργα του δεύτερου μισού του 14ου αιώνα (Djuric 1961, πίν. LXV). Στην ίδια εποχή μας οδηγεί ο φυσιογνωμικός τύπος, η τεχνική εκτέλεση των μορφών (Ξυγγόπουλος 1956, σ. 25-33), η ραδινότητα στις σωματικές αναλογίες και το μικρό πρόσωπο της Παναγίας σε σχέση με το σώμα. Aπό την άλλη η ευγένεια και η κομψότητα στη στάση, η ρυθμική ανταπόκριση των μορφών στην κίνηση του σώματος και το υψηλό ήθος των προσώπων τοποθετούν την εικόνα ανάμεσα στα αντιπροσωπευτικά έργα της Kωνσταντινούπολης την περίοδο τούτη.
Bιβλιογραφία: Felicetti - Liebenfels 1956, πίν. 103. Tσιγαρίδας 1978, σ. 196-197, πίν. 16α-β.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου