Ο Εσφιγμενίτης Καθηγούμενος αρχιμ.
Βαρθολομαίος προσκλήθηκε ως ο κύριος ομιλητής της ετήσιας εκδήλωσης του Ομίλου
Φίλων Αγίου Όρους «Όσιος Αθανάσιος Αθωνίτης», η οποία έγινε στη Λέσχη
Αξιωματικών Φρουράς Θεσσαλονίκης, 21/3/2016, ώρα 18:30. Θέμα της ομιλίας «Η
ΠΑΡΟΥΣΙΑ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΣΤΗ ΖΩΗ ΜΑΣ».
Χαιρετισμό απηύθυνε το μέλος του
Ομίλου, ο κ. Στέφανος Γωγάκος, ενώ σύντομο λόγο εκφώνησε ο πρόεδρος του Ομίλου,
κ. Ιωσήφ Παπαματθαιάκης. Αποδόθηκαν ύμνοι από τον βυζαντινό χορό του ιερού ναού
Κοιμήσεως Θεοτόκου Σαράντα Εκκλησιών Θεσσαλονίκης. Παρέστη ως εκπρόσωπος του
παναγιωτάτου μητροπολίτου Θεσσαλονίκης Ανθίμου ο Εσφιγμενίτης ιερομόναχος π.
Εφραίμ, συνεφημέριος του ανωτέρω ιερού ναού.
Ακολουθεί η ομιλία του Γέροντα
Βαρθολομαίου:
Αγαπητοί μας,
Ευρισκόμενοι στην αρχή της Μεγάλης
Τεσσαρακοστής, έχοντας διανύσει ήδη την Α΄ εβδομάδα των νηστειών, με χαρά
δεχθήκαμε την ευγενή πρόσκληση του Ομίλου Φίλων του Αγίου Όρους, όπως
παραστούμε στην ετήσια πνευματική εκδήλωσή του, εδώ, σ΄ αυτόν τον ωραίο χώρο,
τον γεμάτο αναμνήσεις από την ένδοξη ιστορία της Ελλάδος μας, τη Στρατιωτική
Λέσχη Φρουράς Θεσσαλονίκης.
Η ενεργός παρουσία του Ομίλου στο
Άγιο Όρος επί σειρά ετών, με την ηθική και υλική υποστήριξη που προσφέρει, έχει
δημιουργήσει άρρηκτους πνευματικούς δεσμούς με το σύνολο των αγιορειτών πατέρων.
Στα πλαίσια αυτής της σχέσεως
ήρθαμε κι εμείς από το Αγιώνυμο Όρος του Άθωνος, το περιβόλι της Παναγιάς μας,
να μεταφέρουμε εδώ, στην Πόλη του Αγίου Δημητρίου, την Θεσσαλονίκη μας, το
μήνυμα του Αγίου Όρους, ένα μήνυμα ενότητας, ελπίδος και χαράς, που μας παρέχει
η συνεχής παρουσία του Θεού στην ζωή μας.
Ξεκινώντας τον λόγο, ο ομιλών,
συναισθανόμενος την αδυναμία του να περιγράψει τα μεγαλεία και τις ενέργειες
του Θεού, ελπίζει στην αγάπη και το έλεός Του, ως στοργικού Πατέρα, ότι θα
παραβλέψει τις αδυναμίες και θα δώσει λόγον απλόν προς την αγάπη σας.
Μέσα στην Αγία Γραφή θα
παρατηρήσουμε ότι αναφέρονται χαρακτηριστικά δύο πολύ βασικά γνωρίσματα του
Θεού, η Δύναμη και η Ευσπλαγχνία Του. Και οι δύο αυτές ιδιότητες του Καλού μας
Θεού φαίνονται παντού μέσα στη Δημιουργία, ιδιαιτέρως όμως στη μέριμνά του και
στο ενδιαφέρον του για τον άνθρωπο, την κορωνίδα της δημιουργίας, μην του
λείψει τίποτε από «τα εγκόσμια και υπερκόσμια αγαθά» του Δημιουργού Θεού μας.
Ο Πανάγαθος Θεός, αφού τελείωσε
την δημιουργία του κόσμου, άφησε για το τέλος το τελειότερο δημιούργημά Του,
τον άνθρωπο. Η αγάπη Του γι’ αυτόν ήταν τόσο μεγάλη, που τον κατέστησε άρχοντα
και κυρίαρχο της δημιουργίας!
Μέσα, λοιπόν, σε όλη την
δημιουργία, ως κυρίαρχος πλέον, ο άνθρωπος είχε την απόλυτη εξουσία να
διαχειρίζεται τα πάντα, τόσο την άψυχη, όσο και την έμψυχη φύση! Έναν μόνο
περιορισμό του έβαλε ο Θεός: «από τον καρπό του δένδρου της γνώσεως του καλού
και του κακού μη φάτε» (Γέν. β΄ 17).
Τι ήταν αυτό το δένδρο της γνώσεως
του καλού και του κακού; Από τι προσπάθησε ο καλός Θεός να αποτρέψει τους
ανθρώπους, αφού τα πάντα εποίησε «λίαν καλώς»;
Το δένδρο εκείνο, το οποίον εις το
μέσον του παραδείσου εφύτευσε ο Θεός, και από του οποίου την απόλαυση εμπόδισε
τους πρωτοπλάστους, ήταν μία θεωρία - όραση της Θεότητος, καθώς μας διδάσκει ο
Θεολόγος Γρηγόριος. «Θεωρία γαρ ην το φυτόν».
Δεν ήταν όμως μία θεωρία απλή, μια
ενέργεια δηλαδή της όρασης. Γιατί με απλή θεωρία οι δύο προπάτορές μας, έβλεπαν
και θεωρούσαν καθημερινά τον Θεό.
Παραθέτουμε εδώ χαρακτηριστικό
απόσπασμα από την ομιλία περί πίστεως τού Νικηφόρου Θεοτόκη: «ήτον μία θεωρία
περίεργος, και εξεταστική, μία θεωρία, διά της οποίας έπρεπεν ο νους των
πρωτοπλάστων, αν ήθελε να θεωρήση, να εξετάση, και να ερευνήση την φύσιν του
Θεού. Και δια τούτο ξύλον της γνώσεως, εκείνο το ξύλον το ωνόμασεν η αγία
Γραφή. Και ημείς βλέπομεν μέσα εις την αγίαν Γραφήν, πως ο Θεός εμπόδισε τους
πρωτοπλάστους από μίαν τέτοιαν θεωρίαν, και τους εμπόδισε με προσταγήν μεγάλην,
με φοβερισμόν θανάτου. Διατί; Διατί να τους εμποδίση ο Θεός, και να μην τους
αφήση να ερευνήσουν, και να καταλάβουν την φύσιν του; Ο όφις είπε πως τους
εμπόδισε δια να μη γένουν Θεοί. Μα ψεύδος είναι ετούτο διαβολικόν. Επειδή εις
τον Θεόν δεν χωρεί πάθος, και δεν έχει τόπον ο φθόνος ολοτελώς. Ο Θεός, χριστιανοί
μου, τους εμπόδισε, διατί αυτός οπού τους εδημιούργησεν, εγνώριζε, πως ο νους
τους δεν ημπορεί να καταλάβη την φύσιν της Θεότητός του, και θέλοντας να
ερευνά, και να εξετάζη, σκοτίζεται, απιστεί και απελπίζεται. Και εις τούτο μας
βεβαιώνει ο ίδιος ο Θεός.
Κατεβαίνει μιαν φοράν ο Θεός εις
το όρος του Σινά, διά να δώση τον νόμον του εις τον Μωϋσήν. Και διά να
πληροφορηθούν οι Ισραηλίται όλοι, πως ο Θεός εκατέβη εις το Σινά, και ομιλεί με
τον Μωϋσήν, αστράπτει, και βροντά όλον το όρος Σινά, εκεί νεφέλη σκοτεινή από
άνω έως κάτω το όρος καλύπτει, εκεί καπνός οπού έως ουρανού αναβαίνει.
Εγνωρίζει ο Θεός, πως από όλα ετούτα οι Ισραηλίται ήθελαν γένει πολλά περίεργοι
να μάθουν, και να καταλάβουν, ποίος είναι εκείνος ο Θεός, ο τόσον μέγας, και
φοβερός. Όθεν κράζει ευθύς τον Μωϋσή, του λέγει: κατέβα ογλήγορα από το όρος,
και ειπέ εις όλους τους Ισραηλίτας να μην αποτολμήση κανένας να εξετάση με τον
νουν του, δια να καταλάβη τις είναι ο Θεός. Βεβαίωσέ τους από μέρους μου, πως
αν αποτολμήσουν να κάμουν τέτοιον πράγμα, εγκρεμνίζονται ευθύς από την χάριν
μου, πίπτουν παρευθύς από την πίστιν οπού έχουν, εις το βάθος της απιστίας. μη
θελήσουν να ερευνήσουν δια να καταλάβουν. Και διατί; Διατί πίπτουν εις το
σκότος της ακαταληψίας.
Αυτό παθαίνουν εκείνοι οι
αυθάδεις, όσοι θέλουν με τον νουν τους να καταλάβουν τον Θεόν. Πίπτουν από την
χάριν του Θεού, πίπτουν από το φως της πίστεως, πίπτουν εις τους χάνδακας της
απιστίας. «Μη ποτε εγγίσωσι κατανοήσαι, και πέσωσι». Μα τι; Δεν είναι ίσως
έτσι; Δεν σκοτίζεται ίσως ο νους μας, όταν εξετάζωμεν τα πράγματα της πίστεως,
δεν βυθίζεται μέσα εις ένα πέλαγος ανεξάντλητον; Δεν εμβαίνει μέσα εις ένα χάος
βαθύτατον; Δεν γεμίζει απορίες, και αμφιβολίες;…»
Στέρησε, λοιπόν, ο καλός Θεός από
τους πρωτοπλάστους την γνώση της Θεότητος, από αγάπη για τον άνθρωπο, για να
μην τον χάσει, μη βυθιστεί στο χάος της απελπισίας, της άρνησης, της αθεΐας!
Συνεργεία του διαβόλου όμως,
επλανήθησαν οι πρωτόπλαστοι, με όπλο την καλλιέργεια του εγωισμού και έπεσαν
στην παρακοή.
Αποτέλεσμα της παρακοής ήταν η
έξωση από τον παράδεισο, η έξωση όμως όχι προς θάνατο και καταδίκη, αλλά προς
αγώνα για την επιστροφή. Η αγάπη του Θεού ήταν τέτοια, που δεν μπορούσε να
εγκαταλείψει τους ανθρώπους. Την ίδια στιγμή της εξώσεως τους παρηγορούσε,
λέγοντάς τους: «Θα σας σώσω, γιατί η θέση σας είναι εδώ κοντά μου, σας έπλασα
από αγάπη και από αγάπη δεν μπορώ να σας εγκαταλείψω…».
Για να επιστρέψουμε όμως πίσω στον
παράδεισο, στον δικό μας τόπο για τον οποίο πλαστήκαμε, χρειάζεται αγώνας και
προσπάθεια αποβολής του εγωισμού μας, εξαιτίας του οποίου χάσαμε τα πάντα.
«Εκάθησεν Αδάμ απέναντι του
παραδείσου και έκλαυσε πικρώς…» αναφέρει ένα τροπάριο του Τριωδίου. Έκλαυσε
γιατί στερήθηκε την αγάπη του Θεού, την αγάπη του Πατέρα και την καθημερινή
επαφή μαζί Του, την θέα του προσώπου Του. Αυτή η στέρηση κάνει πιο δύσκολο τον
αγώνα, αλλά δημιουργεί ένα ισχυρό κίνητρο, για να ξεκινήσει η προσπάθεια με
αμείωτη ένταση και ενθουσιασμό.
Στο ξεκίνημα αυτής της
προσπάθειας, πάλι ο καλός Θεός δεν αφήνει τον άνθρωπο μόνο του. Γνωρίζει την
ανθρώπινη αδυναμία, καθώς και τις ενέργειες του πειρασμού που αγωνίζεται να μας
αποτρέψει από την προσπάθεια.
Αυτήν την αδυναμία του ανθρώπου,
που έχει ως αποτέλεσμα το εύκολο παραστράτημά του, έρχεται ο ίδιος ο Θεός, σε
όλη την πορεία της ιστορίας του ανθρωπίνου γένους, να ενισχύσει, στέλνοντας
κατά καιρούς τους Προφήτες, οι οποίοι ως άνθρωποι του Θεού, καθοδηγούσαν,
στηλίτευαν τα κακώς κείμενα της εποχής, αλλά ταυτόχρονα τόνιζαν με όλη την
δύναμη της ψυχής τους ότι ο Θεός εξακολουθεί, παρά το παραστράτημα από τον νόμο
Του, να αγαπά τον λαό Του και ότι μετά την καταστροφή θα έρθει η αποκατάσταση,
μετά την τρικυμία θα έρθει η γαλήνη, μετά το σκοτάδι θα έρθει το φως. Η παρακοή
απομάκρυνε τους ανθρώπους από το Φως, από τον Θεό, και προσπαθούσαν μέσα στο
σκοτάδι να πάρουν τον δρόμο της επιστροφής, να συναντήσουν πάλι το Φως. Η
πορεία δύσκολη, αλλά η αγάπη του Θεού σκέπει, προστατεύει και φωτίζει! Οι
Προφήτες ενεργούσαν ως απεσταλμένοι του Θεού, από τους μεγάλους μέχρι και τους
μικρότερους, με αποκορύφωμα τον μέγιστο εν Προφήταις, τον Πρόδρομο και Βαπτιστή
Ιωάννη, η φωνή τους ήταν φωνή Θεού, η παρουσία τους ήταν η παρουσία του Θεού,
ήταν φάροι φωτεινοί για να φωτίζουν το σκότος των ανθρώπων, ώστε να μην
νοιώθουν μόνοι, αλλά παρηγορούμενοι να οδηγηθούν στο Φως.
Προετοίμαζαν την έλευση του φωτός
στην γη, την έλευση της αγάπης του Θεού, τον ερχομό του Χριστού, ο Οποίος θα
διαλύσει το σκότος και θα εκπληρώσει την υπόσχεση του Θεού στους πρωτοπλάστους
για την σωτηρία τους.
Όπως αναφέρει ο Προφ. Ιεζεκιήλ,
«δεν θέλει ο Θεός να πεθάνει ο αμαρτωλός, αλλά να επιστρέψει σε μετάνοια και να
ζήσει αιώνια» (κεφ. λγ' 11), και ο απόστολος Παύλος συμπληρώνει ότι: «ο Θεός
θέλει όλοι οι άνθρωποι να σωθούν και να έρθουν σε επίγνωση της αλήθειας» (Α'
Τιμ. β’ 4). Γι' αυτό ο Θεός, ο Δημιουργός μας, ο Νομοθέτης, ο Σωτήρας και ο
Κριτής μας, φέρεται ως Πατέρας και μας παίρνει από το χέρι, ενίοτε και από το
αυτί, παιδαγωγικά, και μας οδηγεί στην πίστη, στη μετάνοια, μέσα στην Ορθόδοξη
Εκκλησία.
Λέγει ο εβδομηκοστός δεύτερος
ψαλμός: «Εκράτησας της χειρός της δεξιάς μου», δηλαδή «με στήριξες, με
βοήθησες, με οδήγησες». «Και εν τη βουλή Σου ωδήγησάς με»: «Ό,τι έκανες, το
έκανες με τη θέλησή Σου, βάσει δικού Σου σχεδίου. Δεν με κράτησες προσωρινά,
αλλά μέχρι τέλους με οδήγησες στον προορισμό μου». «Μετά δόξης προσελάβου με»:
Όχι σαν σκουπίδι, όχι σαν απόπαιδο, όχι σαν κάποιον ανεπιθύμητο, αλλά θαυμαστά
και ένδοξα, με πήρες κοντά Σου, (Ψαλμ. οβ΄, 23-24).
Αλήθεια, τι σημαίνει ότι κρατάμε
κάποιον από το δεξί χέρι; Σημαίνει ότι είμαστε δίπλα του, κοντά του, οικείοι,
και τον βοηθάμε αποτελεσματικά, με πατρική φροντίδα και αγάπη. Αυτό ακριβώς
κάνει και ο Θεός μας. Το λέμε κάθε φορά στην θεία Λατρεία μας: «Αντιλαβού,
σώσον, ελέησον και διαφύλαξον ημάς, ο Θεός, τη ση χάριτι».
Ο Θεός επίσης δεν οδηγεί απλώς
κρατώντας μας από το χέρι, αλλά πολύ συχνά σηκώνει στα χέρια Του τον
αγωνιζόμενο, πάσχοντα, πεσμένο και πληγωμένο άνθρωπο, όπως ακριβώς έκανε ο
Καλός Σαμαρείτης.
Στην Παραβολή του ασώτου, την
οποία ακούσαμε προ ολίγων Κυριακών, ο Πατέρας δέχθηκε και τίμησε τον αποστάτη
υιό του, φανερώνοντας την αγάπη και την έγνοια του Θεού Πατέρα προς τα παιδιά
Του. Περίμενε με αγωνία ο Πατέρας την επιστροφή του υιού του, και μόλις τον
είδε από μακριά, δεν περίμενε να φθάσει κοντά του, αλλά έτρεξε ο ίδιος και τον
αγκάλιασε πατρικά, σβήνοντας ό,τι είχε συμβεί πιο πριν.
Η αγκαλιά είναι προνόμιο και
δικαίωμα του Πατέρα και της Μητέρας, ως απόδειξη της αγάπης, της έγνοιας, της
στοργής προς τα παιδιά τους. Μέσα σ αυτήν την αγκαλιά σβήνουν τα πάντα.
Έτσι και ο Θεός Πατέρας, όντας
παρών στην ζωή μας, μας κλείνει μέσα σ αυτήν την Ουράνια Πατρική Του αγκαλιά,
οδηγώντας όλους στην σωτηρία.
Πρέπει λοιπόν να ξέρουμε ότι ο
Καλός Θεός ούτε τώρα μας αφήνει, ούτε μετά θάνατον, αν θέλουμε βέβαια και μείς
να σωθούμε. Μας κρατάει από το χέρι.
Τώρα μεν με τη βοήθεια της θείας
χάριτος περπατάμε στους δρόμους της αρετής και της αλήθειας. Στην οδό, την
αλήθεια και τη ζωή της Εκκλησίας. Με το λόγο Του, με τον πνευματικό μας και τα
παραδείγματα των αγίων. Δεν είναι το ίδιο η πορεία στο φως της Ορθοδοξίας και
Ορθοπραξίας με την πορεία στην σκοτεινή αμαρτωλή ζωή. Αν όμως εμείς θέλουμε να
περπατάμε στα σκοτάδια της παρανομίας και όχι στα λευκά, αγνά και καθαρά
μονοπάτια του Θεού, τότε είμαστε άξιοι των πράξεών μας. Όλα θα είναι σκοτεινά,
στραβά, γεμάτα θλίψη και στενοχώρια...
Γι' αυτό λέγει ο πρώτος ψαλμός:
«μακάριος ανήρ ος ουκ επορεύθη εν βουλή ασεβών και εν οδώ αμαρτωλών ουκ έστη».
Ας προσέξουμε πάρα πολύ το ρεύμα του κακού, τη νοοτροπία του κόσμου, τις κακές
παρέες.
Η Ελευθερία είναι γνώρισμα του
Θεού, ο Οποίος μας την χάρισε για να κινούμαστε ελεύθεροι και ελεύθερα. Δεν
θέλει να μας κάνει δούλους Του, αλλά να γίνουμε δούλοι Του, γιατί το θέλουμε.
Οι επιλογές στην ζωή μας θα βαρύνουν αποκλειστικά εμάς, είτε ακολουθώντας τον
κατά Θεόν δρόμο, είτε τον αντίθετο, τον σκοτεινό, τον γεμάτο θλίψη και
στενοχώρια.
Όταν όλα μας πηγαίνουν ανάποδα, θα
πρέπει να αναζητήσουμε τις ευθύνες στον ίδιο μας τον εαυτό. Κατά τα έργα,
λοιπόν, θα είναι και η ζωή μας, κατά τον τρόπο που επιλέγουμε να ζήσουμε, θα
απολαμβάνουμε.
Ο άνθρωπος μέσα στην ιστορία του
μέχρι σήμερα, εξαιτίας του εγωισμού του, δεν αποδέχεται ευθύνες, πάντα
διαμαρτύρεται ότι φταίει κάποιος άλλος και ποτέ ο ίδιος. Ακούμε: «φταίει το
σύστημα…, η κακιά η ώρα…, οι πολιτικοί…, η κοινωνία που ζούμε…», «φταίει» στο
τέλος πάντα ο Θεός!
Ενώ ο Θεός με την παρουσία Του
στην ζωή μας επιμένει και προσπαθεί για μάς, εμείς τον έχουμε βγάλει από την
ζωή μας, δεν θέλουμε την βοήθειά Του, γιατί νομίζουμε ότι θα τα καταφέρουμε
μόνοι μας.
Όταν όμως όλα στραβώσουν στην
πορεία, τότε θυμόμαστε τον Θεό, όχι για άλλον λόγο, αλλά για να του αποδώσουμε
την ευθύνη!
Ειλικρινά, μπορούμε να
αναλογιστούμε το μεγαλείο της αγάπης του Θεού σε σχέση με την δική μας
συμπεριφορά; Θα μπορέσουμε να Τον αντικρύσουμε κατά πρόσωπο στην Δευτέρα
παρουσία Του χωρίς να σκεφτούμε τι μας έχει προσφέρει η αγάπη Του και τι του
ανταποδώσαμε;
Αν ρωτούσαμε τον Χριστό τι νιώθει
για μάς, θα μπορούσε να εκφράσει ένα παράπονο...
Εγώ σας μίλησα για αγάπη και σεις
με λοιδορούσατε...
Εγώ σας έδωσα αγάπη και σεις με
συκοφαντούσατε...
Εγώ σας έδειξα την αγάπη και σεις
με σταυρώσατε...
Εγώ σταυρώθηκα για την αγάπη και
σεις γελούσατε...
Εγώ είμαι η αγάπη και δεν με
καταλάβατε!
Στα ανθρώπινα τα μάτια, βεβαίως,
θα φαινόταν αυτό ως παράπονο, γιατί ο Χριστός πάνω στον Σταυρό πάλι αγάπη έδωσε
και συγχώρεσε τους πάντες γιατί δεν ήξεραν τι έκαναν! Με την Σταυρική Του θυσία
μας έδειξε τον δρόμο της σωτηρίας, που περνά μέσα από την αγάπη προς τον
πλησίον.
Στην ευαγγελική περικοπή που
ακούσαμε την Κυριακή των Απόκρεω, ο ίδιος ο Κύριος αναφέρει τι θα ζητήσει κατά
την Κρίση στην Δευτέρα Παρουσία Του.
Ο Κύριος ταυτίζει τον εαυτό Του με
τους θεωρούμενους ως ελαχίστους, ώστε στο πρόσωπο αυτών να βλέπουμε τον Ίδιο
τον Χριστό.
Για κάθε άνθρωπο ενηνθρώπησε,
δίδαξε, σταυρώθηκε, αναστήθηκε, για κάθε άνθρωπο υπάρχει. Πέραν αυτού, ο Κύριος
μας εγκαλεί για τις παραλείψεις μας προς τον πάσχοντα συνάνθρωπο, θέλοντας να
μας δώσει ο ίδιος το κλειδί που ανοίγει τον παράδεισο.
Ποιο είναι αυτό; Μα ποιο άλλο από
την ΑΓΑΠΗ! Δεν χρειάζονται πτυχία, χρήματα, εκπαίδευση, αξιώματα κ.λπ. για να
εκπληρώσει κανείς εκείνο το ελάχιστο ανθρώπινο χρέος, χρειάζεται μόνο ΑΓΑΠΗ, η
οποία γίνεται φανερή ιδίως ως αγάπη προς τον πλησίον! Ο Κύριος ζητά από τους ανθρώπους
το απλούστερο δυνατό, το εφικτό σε όλους, το ανθρωπινότερο όλων: την αγάπη!
Γι’ αυτόν που αγαπά πραγματικά,
ανθρωπίνως θα βγει το παράπονο ότι δεν τον κατάλαβε κανείς, όταν βλέπει να μην
δέχονται την αγάπη του. Το παράπονο όμως θα είναι όχι για τον ίδιο, αλλά γι’
αυτόν που αγαπά, επειδή υποφέρει και ταλαιπωρείται.
Η εμπιστοσύνη στον λογισμό του
είναι η αιτία που δεν βλέπει την αγάπη του άλλου.
Χτίζουμε τον κόσμο μας γύρω από
τον λογισμό μας... νομίζω ότι, ...έχω τον λογισμό ότι, ...εγώ ξέρω..., είναι
εκφράσεις που κυριαρχούν στην ζωή μας οι οποίες δεν μας αφήνουν να καταλάβουμε
την διάθεση του άλλου, φθάνοντας πολλές φορές να τον σταυρώνουμε άδικα! Και η
απόφαση της σταυρώσεως τελικά στηρίζεται σε ένα «νομίζω» και σε ένα «έχω τον
λογισμό», λέγοντας πολλές φορές: «καταλαβαίνω ότι μπορεί να σε αδικώ, αλλά εγώ
σε σταυρώνω!».
Μέσα από όλη αυτήν την δοκιμασία η
αγάπη, όταν είναι πραγματική, συνεχίζει, δεν σβήνει, όπως ο ήλιος δεν
εξαφανίζεται όταν συννεφιάζει!
Θα ρωτήσει κάποιος: Γιατί άραγε ο
Θεός επιτρέπει τους πόνους στην ζωή μας, αφού είναι Θεός αγάπης και η παρουσία
Του είναι συνεχής στην ζωή μας; Πώς είναι δυνατόν στην παρουσία του Θεού να
υπάρχει πόνος, πειρασμός και δοκιμασίες, θάνατος;
«Ον αγαπά Κύριος παιδεύει». Ποια η
ερμηνεία αυτής της φράσης; Οι πολέμιοι του Χριστιανισμού λένε: Αφού ο Θεός
παιδεύει αυτούς που αγαπάει, καλύτερα να μην πιστεύουμε. Δεν είναι παθητική και
μοιρολατρική μια τέτοια αντιμετώπιση εκ μέρους των Χριστιανών; Τι διαφορά έχει
ο Χριστιανισμός από τις άλλες θρησκείες και μάλιστα από τον Βουδισμό και τον
Μωαμεθανισμό που διδάσκουν την απάθεια;...»
Ο στίχος αυτός αποτελεί μέρος
περικοπής από την προς Εβραίους επιστολή του Αποστόλου Παύλου (κεφ. ιβ' στ.
1-13). Ως μεμονωμένος στίχος, από όπου και έχει μεταφερθεί εδώ, βρίσκεται στις
Παροιμίες Σολομώντος (γ΄ 12). Ο απόστολος Παύλος τον επαναλαμβάνει, τον
ερμηνεύει και τον αναπτύσσει με τρόπο πειστικό. Ξεκινάει από τις δοκιμασίες και
τις θλίψεις των μαρτύρων της πίστεως. Τι τράβηξαν και τι απερίγραπτα μαρτύρια
υπέμειναν, για να μη προδώσουν την πίστη τους, αλλά να μείνουν πιστοί στον Θεό!
Όλα αυτά τα γνώριζε ο Θεός και τα επέτρεψε, όχι για να τους τιμωρήσει, όχι να
τους συντρίψει, αλλά να τους αναδείξει. Μικρού χρόνου η δοκιμασία και ο πόνος,
μακρά όμως η τιμή και η δόξα και στη γη αυτή και στον ουρανό. Αυτούς τους
μάρτυρες τους προβάλλει ο θείος Παύλος ως υποδείγματα θάρρους και υπομονής και
ως πηγή εμπνεύσεως και παραδειγματισμού.
Η άσκηση της υπομονής δεν είναι
καθόλου εύκολο κατόρθωμα. Θέλει βέβαια επιστράτευση ψυχικών δυνάμεων. Θέλει
οπωσδήποτε θερμή και πολλή προσευχή για να έλθει η χάρις του Θεού και να
δυναμώσει την ψυχή. Αλλά θέλει και σκέψεις πνευματικές, για να παρηγορείται και
να ενισχύεται η ψυχή.
Επιτρέψτε μου να σας διηγηθώ εδώ
ένα γεγονός, του οποίου η ανάγνωση στο παρελθόν μού προξένησε εντύπωση και
δίδει την ευκαιρία για πολλές σκέψεις, προς την κατεύθυνση να απαντηθεί το
ερώτημα: «Γιατί ο Θεός επιτρέπει τους πόνους στη ζωή μας;»:
«Κάποτε, ενώ ήταν χειμώνας και
νύχτα, ναυάγησε ένα μικρό αλιευτικό πλοιάριο στις ακτές του Καναδά. Ο πλοίαρχος
και ο γιός του, μοναδικοί επιβάτες του μικρού αλιευτικού, βγήκαν στην ακτή
κολυμπώντας, με βρεγμένα ρούχα και σε άσχημη κατάσταση. Γλύτωσαν από τον
κίνδυνο του πνιγμού. Τώρα όμως θα πέθαιναν από το κρύο και την υγρασία των
ρούχων τους. Ενώ ο πατέρας βρισκόταν σε απόγνωση, είδε στο βάθος του δάσους που
εκτεινόταν μπροστά τους, ένα αμυδρό φως. Ήταν η μοναδική ελπίδα.
Το μέρος ήταν έρημο και άγνωστο.
Πουθενά δεν φαινόταν κάποια κατοικία. Πατέρας και γιός άρχισαν λοιπόν να
βαδίζουν προς το αμυδρό φως που έβλεπαν στο δάσος, τρέμοντας, βέβαια, από το
κρύο, καθώς ήταν μούσκεμα. Εάν έφθαναν εγκαίρως στο φως και έβρισκαν κάποια
περιποίηση, θα γλύτωναν το βέβαιο θάνατο.
Εκεί όμως που βάδιζαν, ο γιός
άρχισε να μουδιάζει, γιατί τα βρεγμένα ρούχα και το πολύ κρύο τον πάγωναν. Το
βάδισμά του έγινε πολύ δύσκολο και διέτρεχε τον κίνδυνο να μουδιάσουν τα πόδια
του περισσότερο και να μην μπορούν να βαδίσουν καθόλου. Ο πατέρας προσπαθούσε
να ενισχύσει το παιδί του και να το ενθαρρύνει, ώστε να συνεχίσει να περπατά.
Μα δυστυχώς το μούδιασμα των ποδιών αυξανόταν και η δυσκολία του βαδίσματος
γινόταν μεγαλύτερη.
Τότε ο πατέρας σοφίστηκε το εξής
τέχνασμα: απέσπασε ένα κλαδί από ένα δένδρο που βρέθηκε δίπλα του και με το
κλαδί αυτό άρχισε να χτυπά τα πόδια του παιδιού, το οποίο δεν μπορούσε πια
σχεδόν καθόλου να βαδίσει.
Ο γιος διαμαρτυρήθηκε στην αρχή
γιατί τον χτυπούσε ο πατέρας και ο πατέρας, με πονεμένη αλλά στοργική φωνή, του
απάντησε:
- Παιδί μου, πρέπει να βαδίσεις!
Νίκησε το μούδιασμα των ποδιών σου και προχώρα!
«Πατέρα, δεν μπορώ!» φώναξε το
παιδί, «τα πόδια μου μουδιάζουν όλο και περισσότερο!».
Τότε ο πατέρας έσφιξε την καρδιά
του και άρχισε να χτυπά στα πόδια το παιδί του πολύ δυνατότερα. Τα πόδια του
παιδιού μάτωσαν, αλλά εξαναγκάστηκε να βάλει τα δυνατά του και να συνεχίσει το
περπάτημα. Τελικά, κουτσαίνοντας και με μόχθο, έφθασε μαζί με τον πατέρα του
στο σπιτάκι στο οποίο έβλεπαν το φως.
Ήταν ματωμένα τα πόδια του και
πληγιασμένα από το ράβδισμα με την κλάρα, που είχε αποσπάσει ο πατέρας από το
δέντρο.
Το παιδί βρισκόταν σε άθλια
κατάσταση, αλλά ήδη είχαν φθάσει στο σπίτι. Εκεί απόλαυσαν αμέσως τη στοργή και
την περιποίηση και έτσι σώθηκαν, πατέρας και γιός, από το βέβαιο θάνατο.
Τι έκανε ο πατέρας; Θλιβερό καθήκον!
Εξαναγκάστηκε να χτυπά το παιδί του στα πόδια δυνατά για να το αναγκάσει να
φτάσουν στο σπίτι της σωτηρίας. Πικρό το μέσο, αλλά σωτήριο για τη ζωή του.
Αυτό γίνεται πολλές φορές στη ζωή.
Ο Θεός Πατέρας που μας αγαπά, θέλει οπωσδήποτε τη σωτηρία μας. Κάποτε εμείς οι
άνθρωποι αμελούμε και κωφεύουμε στη φωνή Του. Και τότε ο Θεός Πατέρας από
στοργή επιτρέπει κάποιο μαστίγωμά μας, για να ξυπνήσουμε από το λήθαργο της
ψυχικής αμέλειας και να αφυπνιστούμε πνευματικά. Επιτρέπει ο Θεός θλίψεις και
δοκιμασίες για πνευματική μας ωφέλεια. Πικρό το ποτήριο του πόνου, αλλά σωτήριο.
Αδελφοί μου, τίποτε δεν γίνεται
τυχαία.
Το ότι ο Θεός επέτρεψε στον καθένα
από εμάς αυτή τη δοκιμασία την οποία περνούμε, σημαίνει ότι έχει το σοφό σχέδιό
Του. Είναι για το καλό μας.
Ας δεχθεί ο καθένας προσωπικά τη
θλίψη σαν επίσκεψη Θεού. Ας σκεφθεί ότι ο πειρασμός δεν έχει δικαίωμα να με
πειράξει, μόνο παραχώρηση παίρνει από τον Θεό. Μπορώ εκείνη την στιγμή της
δυσκολίας να σκεφθώ ότι για να επιτρέπει ο Θεός τον πειρασμό, με έχει στο μυαλό
Του;
Είμαι, άραγε, εγώ άξιος να
βρίσκομαι στο μυαλό και την σκέψη του Θεού;
Τα πάντα γύρω μου τότε θα
ειρηνεύσουν!
Θα πάρω τις απαντήσεις που ήθελα!
Τα πάντα κινούνται γύρω από το
θέλημα του Θεού!
Ας πει καθένας στον εαυτό του:
Υποτάξου στο θέλημα του Θεού.
Παρακάλεσε μεν τον Θεό να σε βγάλει από τη δοκιμασία και να σου πάρει τον πόνο,
και παρακάλεσε και πάλιν και πολλάκις, με επιμονή και πίστη, να σου αφαιρέσει ο
Θεός την δοκιμασία. Αλλά, αν η αγαθότης Του δεν σου αφαιρεί τη θλίψη, δείξε
υπομονή και υποταγή.
Λέγε μέσ' στην καρδιά σου: «Κύριε,
γενηθήτω το θέλημά Σου. Όχι όπως θέλω εγώ, αλλά όπως θέλεις Εσύ».
Η υπομονή και η υποταγή μας στον
Θεό ανεβαίνουν ως θυμίαμα ενώπιον του θρόνου της Δόξης και Μεγαλοσύνης Του.
Είναι άπειρα τα παραδείγματα
ανθρώπων που σώθηκαν από βέβαιη ψυχική καταστροφή με το ξύπνημα το πνευματικό,
που τους έφερε μια δοκιμασία στη ζωή.
Έχουμε ακούσει πολλές φορές
κάποιους να λέγουν: «Έχασα την υγεία μου, αλλά βρήκα την υγεία της ψυχής μου
και είμαι ευτυχής» ή «Γνώρισα τον Θεό μέσα από τη θλίψη και τη δοκιμασία. Ήμουν
βουτηγμένος στην αμαρτία και ο Θεός επέτρεψε να χάσω την δουλειά μου και να
βυθιστώ στην φτώχεια, μα άνοιξαν τα μάτια μου στο φως της πίστεως και ζω τώρα
πολύ φτωχότερα, αλλά πολύ περισσότερο ευτυχισμένος!».
Επίσης, είδαμε πολλές φορές
ανθρώπους πονεμένους και πενθούντας για τον θάνατο προσφιλών τους προσώπων, οι
οποίοι ζούσαν ως τότε τελείως ξένοι προς την Εκκλησία, μετά όμως από το φρικτό
φαρμάκι του πόνου, άλλαξαν τρόπο ζωής, αφυπνίστηκαν πνευματικά, άρχισαν να
ενδιαφέρονται για τη μετά θάνατον ζωή, που ως τότε δεν τους είχε απασχολήσει,
άρχισαν να βρίσκουν την παρηγοριά τους στην Εκκλησία και να σώζονται πνευματικά.
Το σχέδιο του Θεού στη ζωή μας,
αδελφοί μου, είναι σοφό και στοργικό. Εμείς είμαστε πολλές φορές κοντόφθαλμοι.
Ο Θεός βλέπει πολύ μακρύτερα από εμάς.
Σκοπός, λοιπόν, του ανθρώπου είναι
να διακρίνει, να αναζητά και να εμπιστεύεται το θέλημα του Θεού!
Ο καλός Θεός περιμένει από εμάς να
Τον βάλουμε οδηγό στην ζωή μας, να μας κατευθύνει με σιγουριά στον δρόμο της
επιστροφής μας προς Αυτόν.
Ας μην αφήσουμε τον εγωισμό μας να
αντικαθιστά τον Θεό… η πορεία θα είναι απρόβλεπτη.
Στις μέρες ιδίως που ζούμε και
βιώνουμε αυτήν την πνευματική εξαθλίωση και ό,τι συνεπάγεται αυτή, είναι
επιτακτική η ανάγκη να εμπιστευθούμε τον Θεό! Στο αρχαίο θέατρο είχαν εφεύρει
οι τραγωδοί και ποιητές τον από μηχανής Θεό», ο οποίος τους έλυνε όλα τα άλυτα
προβλήματα. Εμείς, όμως, έχουμε τον ένα και Αληθινό Θεό, ο Οποίος περιμένει
υπομονετικά να Τον φωνάξουμε, και τότε μόνο θα νιώσουμε την πραγματική ηρεμία,
την αληθινή χαρά στην ζωή μας, γιατί Αυτός είναι η Χαρά, η Ζωή και η Οδός που
οδηγεί στο Φως και στην Ανάσταση!
Κλείνοντας, ήθελα να ευχαριστήσω
προσωπικώς και εκ μέρους των πατέρων της Μονής του Εσφιγμένου τον Πρόεδρο και
άπαντα τα μέλη του Ομίλου Φίλων Αγίου Όρους για την αγάπη, την σπουδή και την
φροντίδα που παρέχουν, εκ του υστερήματος, προς το Άγιο Όρος. Η Παναγιά να
ανταμείψει τους κόπους τους.
Τέλος, θα ήταν παράλειψη από της
θέσεως αυτής να μη μνημονεύσω, μεταξύ των εκλεκτών μελών που έχουν φύγει από
κοντά μας, δύο ονόματα ανθρώπων οι οποίοι ήταν στύλοι του Ομίλου και έφυγαν από
την ζωή, δίνοντας την ψυχή τους Γι’ αυτόν. Τον Ιδρυτή του Ομίλου, μακαριστό
Δημήτριο Μουρελάτο, και τον αφανή ήρωα, τον αείμνηστο Ιωάννη Σπυρόπουλο.
Ας είναι αιωνία τους η μνήμη και
από εκεί που βρίσκονται να παρακαλούν τον Πανάγαθο Θεό και την Παναγία Θεοτόκο
για την ευημερία του συλλόγου και για ένα έκαστο προσωπικά.
Καλή δύναμη για το υπόλοιπο της
αγίας Τεσσαρακοστής και Καλή Ανάσταση!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου