Εγκαίνια:
Παρασκευή 15 Νοεμβρίου 2013 | 19:00
Ώρες
λειτουργίας:
Δευτέρα
& Τετάρτη 09:00 – 16:00
Τρίτη –
Πέμπτη & Παρασκευή 09:00 – 20:00
Λόγιοι και Λογιοσύνη στο Άγιον Όρος
Καθώς
μέσα από την αχλύ του πρώιμου ερημιτικού αναχωρητισμού στην χερσόνησο του Άθω
αναδύεται, στα μέσα του 10ου αιώνα, ο οργανωμένος κοινοβιατισμός με πρότυπο την
Μεγίστη Λαύρα, ταυτοχρόνως εγκαθίσταται στο αγιώνυμον Όρος και το πνεύμα της
λογιοσύνης ως θεμελιώδους στοιχείου της αθωνικής μοναστικής ζωής. Καταλυτικός
παράγοντας για την εδραίωση του φαινομένου στάθηκε το παράδειγμα του αγίου
Αθανασίου του Αθωνίτη, ιδρυτή της Λαύρας και της κοινοβιακής αθωνικής ζωής, ο
οποίος ήταν φορέας του λογίου πνεύματος, καλλιγράφος ο ίδιος και συλλέκτης
βιβλίων, που η προσωπική του βιβλιοθήκη, εγκατεστημένη εξαρχής σε χωρική
συνάφεια με το κελλί του, στον όροφο του καθολικού, παραπλεύρως των
κατηχουμένων, αποτέλεσε και τον πυρήνα της πλουσιότατης βιβλιοθήκης της Μονής.
Κατά το
παράδειγμα του αγίου Αθανασίου, και ο άγιος Ιωάννης ο Ίβηρ (ο πρώην βυζαντινός
στρατηγός Ιωάννης Τορνίκιος), σύντροφος και συναθλητής στα πνευματικά τού
ιδρυτή της Λαύρας, φρόντισε να προικοδοτήσει την δική του λαύρα με μία
σημαντική συλλογή γεωργιανών χειρογράφων που κατόπιν παραγγελίας παρήχθησαν επί
τούτου στην πατρίδα του την Γεωργία (αρχαία Ιβηρία), βιβλία τα οποία αποτέλεσαν
τον πυρήνα της Μονής των Ιβήρων. Έτσι και η συλλογή λατινικών χειρογράφων της
Λαύρας, που στα μέσα του 18ου αιώνα είχε ήδη πάρει τον δρόμο για τις
βιβλιοθήκες της Δύσης, φαίνεται πως προερχόταν από την Μονή της Κοιμήσεως της
Θεοτόκου του Αμαλφινού, ιδρυμένη κι εκείνη στον 10ο αιώνα από έναν Λογγοβάρδο
πρίγκηπα της νότιας Ιταλίας, ακόλουθο πνευματικό του αγίου Αθανασίου, που κάπου
τρεις αιώνες αργότερα την καταπίνει ο ρους της ιστορίας.
Τα εργαστήρια αντιγραφής και
διακόσμησης των χειρογράφων, όπως και τα βιβλιοδετεία, που από πολύ νωρίς
αρχίζουν να λειτουργούν στα αγιορείτικα μοναστήρια εμπλουτίζουν τις αρχικές
εισηγμένες συλλογές βιβλίων, τα οποία ανταποκρίνονταν στις λατρευτικές και
λειτουργικές ανάγκες των μονών, αλλά όχι μόνο.
Καθώς
στόχευαν και στην ευρύτερη παιδεία και πνευματική καλλιέργεια των μοναχών,
πολλά από τα βιβλία αυτά είχαν εκπαιδευτικό χαρακτήρα με θέματα των οποίων η
ποικιλία μας εντυπωσιάζει με το εύρος των ενδιαφερόντων που παρουσιάζει:
κλασικοί συγγραφείς, φιλοσοφία, εγκυκλοπαίδειες, επιστημονικά συγγράμματα.
Πολύτιμες δεξαμενές της λεγόμενης "θύραθεν" παιδείας, παρά τις
επανειλημμένες αφαιμάξεις διά των οποίων εμπλουτίσθηκαν οι μεγαλύτερες
βιβλιοθήκες της Δύσης και της Ρωσίας, οι βιβλιοθήκες του Αγίου Όρους
εξακολουθούν να διαθέτουν πολλά από τα ωραιότερα ελληνικά χειρόγραφα
παγκοσμίως.
Πέρα
από την ποιότητα, το μέγεθος σε απόλυτους αριθμούς των χειρογράφων που φυλάσσονται
στις βιβλιοθήκες του Αγίου Όρους υπολογίζεται σε περίπου 15.000, όταν οι δύο
μεγαλύτερες συλλογές ελληνικών χειρογράφων της Ευρώπης, του Βατικανού και της
Εθνικής Βιβλιοθήκης των Παρισίων, δεν ξεπερνούν και οι δύο μαζί τις 10.000.
Αλλά αν το μεγαλύτερο μέρος των αγιορείτικων χειρογράφων είναι ελληνικά, δεν
είναι καθόλου αμελητέες και οι ξενόγλωσσες συλλογές.
Τα περίπου 100 γεωργιανά
περγαμηνά χειρόγραφα της Μονής Ιβήρων αποτελούν την μεγαλύτερη συλλογή
γεωργιανών χειρογράφων παγκοσμίως εκτός Γεωργίας, ενώ ξεπερνούν κατά πολύ τα
1.000, περγαμηνά και χαρτώα, τα σλαβικά χειρόγραφα που
φυλάσσονται στις βιβλιοθήκες της σερβικής Μονής Χιλανδαρίου, της βουλγαρικής
Μονής Ζωγράφου, της ρωσικής Μονής Αγίου Παντελεήμονος και σε άλλες βιβλιοθήκες
μοναστηριών και σκητών. Επίσης ένας μεγάλος αριθμός ρουμανικών χειρογράφων
φυλάσσονται στις δύο ρουμανικές σκήτες του Τιμίου Προδρόμου και του Αγίου
Δημητρίου (Σκήτη του Λάκκου), καθώς και σε αρκετές βιβλιοθήκες μοναστηριών και
κελλιών, ενώ δεν λείπουν και τα λατινικά και αραβικά χειρόγραφα.
Φυσικά,
η έλευση της τυπογραφίας σήμανε μία νέα εποχή και για τις αγιορείτικες
βιβλιοθήκες, οι οποίες απέκτησαν με τον καιρό πλούσιες συλλογές εντύπων,
αρχετύπων και παλαιτύπων, μεταξύ των οποίων εντοπίζουμε αντίτυπα εξαιρετικά
πολύτιμων και σπάνιων βιβλίων, ελληνικών και ξενόγλωσσων, που καλύπτουν μία
απίθανη θεματική ποικιλία. Ο εμπλουτισμός των αγιορείτικων βιβλιοθηκών
συνεχίζεται με αμείωτη ένταση και στην εποχή μας, και θα συνεχίζεται εσαεί,
καθώς σήμερα πλέον οι συλλογές των αγιορείτικων βιβλιοθηκών ήδη περνούν στην
πληθωρική ηλεκτρονική εποχή.
Η
σημασία που εξαρχής είχε η παιδεία για τους
Αγιορείτες φανερώνεται και από πληροφορίες διαφόρων πηγών που αναφέρονται στην
ύπαρξη διδασκάλων στο Άγιον Όρος ήδη από την βυζαντινή εποχή. Ακόμη,
η ιδέα της δημιουργίας σχολής εδώ φαίνεται πως είναι αρκετά παλαιότερη από τα
μέσα του 18ου αιώνα, οπότε ιδρύεται η περίφημη Αθωνιάδα, η οποία υπό την
διεύθυνση του σπουδαίου λογίου Ευγενίου Βουλγάρεως απέκτησε μεγάλη φήμη και, με
μερικές παύσεις στην λειτουργία της, εξακολουθεί και σήμερα να λειτουργεί σε
μία πτέρυγα της Σκήτης του Αγίου Ανδρέα, στις παρυφές των Καρυών.
Τέλος,
έχουν ιδιαίτερη σημασία οι επανειλημμένες προσπάθειες δημιουργίας στο Άγιον
Όρος τυπογραφικής δραστηριότητος, η οποία εκδηλώνεται τουλάχιστον δύο φορές, το
1759 και το 1930, προσπάθειες που αποδίδουν καρπούς αλλά τελικά δεν
ευοδώνονται, καθώς οι ανάγκες των μονών και των λογίων μοναχών καλύπτονται
επαρκώς από εισαγόμενα βιβλία.
Όψεις
του φαινομένου της λογιοσύνης στο Άγιον Όρος παρουσιάζει η παρούσα Έκθεση,
διαχωρίζοντας τα θέματα σε ενότητες που καλύπτουν ένα ευρύτατο χρονικό διάνυσμα
εννέα αιώνων, από το δεύτερο μισό του 10ου αιώνα ως τις αρχές του 20ου.
Στην πρώτη
ενότητα παρουσιάζονται οι μεγάλες μορφές των αγιορειτών λογίων σε χρονική
σειραϊκή παράθεση, ξεκινώντας από τον Άγιο Αθανάσιο τον Αθωνίτη και φτάνοντας
ως τους λογίους μοναχούς που δρασκελούν το διάσελο 19ου-20ου αιώνα,
διαγράφοντας την σύγχρονη μορφή του Αγίου Όρους: Αλέξανδρος Ευμορφόπουλος,
Γεράσιμος Σμυρνάκης, Κοσμάς Βλάχος κ.ά. Ενδιάμεσα παρεμβάλλονται, υπέροχοι
σηματωροί στο θαυμαστό αρμένισμα της αγιορείτικης λογιοσύνης, ο Φιλόθεος ο
Κόκκινος, ο Γρηγόριος ο Παλαμάς, ο Ιωάννης Κουκουζέλης, ο Μάξιμος ο Γραικός ο
φωτιστής των Ρώσων, ο Διονύσιος ο εκ Φουρνά, ο Καισάριος Δαπόντες, ο Νικόδημος
ο Αγιορείτης και τόσοι άλλοι, που απαρτίζουν το πλήρωμα αυτής της χιλιόχρονης
πνευματικής εποποιίας.
Στην δεύτερη
ενότητα παρουσιάζονται οι βιβλιοθήκες των 20 αγιορείτικων μονών, καθώς και η
βιβλιοθήκη του Πρωτάτου, ενώ δίνονται στοιχεία και για τις μικρότερες
βιβλιοθήκες των σκητών και των κελλιών, που πολύ συχνά κρύβουν αναπάντεχες
εκπλήξεις.
Σε άλλη
ενότητα παρουσιάζονται οι τρεις εποχές της Αθωνιἀδας
Σχολής, από τα μέσα του 18ου αιώνα ως τις μέρες μας. Ένα τμήμα της ενότητας αυτής,
που περιλαμβάνει έργα σύγχρονων μαθητών της Αθωνιάδας, σκοπό έχει να
φανερώσει την πνευματική σκυταλοδρομία της αγιορειτικής λογιοσύνης που
διεκπεραιώνει με την συνεχιζόμενη λειτουργία του αυτό το ιστορικό παιδευτικό
ίδρυμα.
Τέλος,
μία ακόμη ενότητα προβάλλει ποικίλες εκδηλώσεις της λογιοσύνης που
αποτυπώνονται στη μορφή συγκεκριμένων προϊόντων πνευματικού μόχθου:
αγιορείτικες πρωτότυπες εκδόσεις, περίτεχνες βιβλιοδεσίες, δείγματα
τυπογραφικής καλλιτεχνικής δραστηριότητας.
Λόγιοι Αγιορείτες δέκα αιώνων
Σε έναν
τόπο αναχώρησης, άσκησης και προσευχής όπως το Άγιον Όρος, η λογιοσύνη μοιάζει
κατ' αρχήν να είναι εκ περισσού. Κι όμως, η εμβληματική παρουσία και εμφαντική
επίδραση μιας λόγιας προσωπικότητας όπως ο άγιος Αθανάσιος ο Αθωνίτης,
διδάσκαλος στην Κωνσταντινούπολη, καλλιγράφος ο ίδιος και συλλέκτης βιβλίων,
κατέστησε την βιβλιοφιλία χαρακτηριστικό γνώρισμα των αγιορειτικών κοινοβίων
που ακολούθησαν την ίδρυση της Μεγίστης Λαύρας. Το φαινόμενο της αγιορειτικής
λογιοσύνης εκφράζεται με συγγραφικό έργο όχι μόνο εκκλησιαστικών και πατερικών
κειμένων αλλά και της λεγόμενης "θύραθεν" παιδείας. Και εκπροσωπείται
από πρώτης τάξεως λογίους, ξεκινώντας από τον κύκλο των συνοδοιπόρων και
μαθητών του Αθανασίου, τους Ίβηρες λογίους σκαπανείς του αγιορειτικού μοναχισμού
του 10ου αιώνα, και φτάνοντας ως τις λόγιες προσωπικότητες που δρασκελούν το
διάσελο 19ου-20ου αιώνα, διαγράφοντας την σύγχρονη μορφή του Αγίου Όρους:
Αλέξανδρος Ευμορφόπουλος, Μελχισεδέκ Βατοπεδινός, Γεράσιμος Σμυρνάκης, Κοσμάς
Βλάχος, Ευλόγιος Κουρίλας, κ.ά. Ενδιάμεσα παρεμβάλλονται, υπέροχοι σηματωροί
στο θαυμαστό αρμένισμα της αγιορείτικης λογιοσύνης, ο Φιλόθεος ο Κόκκινος, ο
Γρηγόριος ο Παλαμάς, ο Ιωάννης Κουκουζέλης, ο Μάξιμος ο Γραικός ο φωτιστής των
Ρώσων, ο Διονύσιος ο εκ Φουρνά, ο Καισάριος Δαπόντες, ο Νικόδημος ο Αγιορείτης,
ο Παΐσιος Βελιτσκόφσκι και τόσοι άλλοι, που απαρτίζουν το πλήρωμα αυτής της
χιλιόχρονης πνευματικής εποποιίας.
Βιβλιοθήκες
Εγκατεστημένη
εξαρχής σε χωρική συνάφεια με το κελλί του, η προσωπική βιβλιοθήκη του αγίου
Αθανασίου του Αθωνίτη αποτέλεσε τον πυρήνα της πλουσιότατης βιβλιοθήκης της
Μεγίστης Λαύρας. Ακολουθώντας το παράδειγμά του και οι υπόλοιπες Μονές
δημιούργησαν σημαντικές βιβλιοθήκες, που αρχικά στεγάζονταν συνήθως σε
διαμερίσματα του καθολικού, ενώ αργότερα, καθώς ο αριθμός των βιβλίων μεγάλωνε,
αλλά και για λόγους πυρασφάλειας, μεταφέρονταν σε άλλους χώρους, στις πτέρυγες
και στους πύργους, συχνά μαζί με το σκευοφυλάκιο και το αρχείο.
Παρά
τις επανειλημμένες αφαιμάξεις διά των οποίων εμπλουτίσθηκαν οι μεγαλύτερες
βιβλιοθήκες της Δύσης και της Ρωσίας, οι βιβλιοθήκες του Αγίου Όρους
εξακολουθούν να διαθέτουν πολλά από τα ωραιότερα ελληνικά χειρόγραφα
παγκοσμίως. Πέρα από την ποιότητα, το μέγεθος
σε απόλυτους αριθμούς των χειρογράφων που φυλάσσονται στις βιβλιοθήκες του
Αγίου Όρους υπολογίζεται σε περίπου 15.000, όταν οι δύο μεγαλύτερες συλλογές
ελληνικών χειρογράφων της Ευρώπης, του Βατικανού και της Εθνικής Βιβλιοθήκης
των Παρισίων, δεν ξεπερνούν και οι δύο μαζί τις 10.000.
Αλλά αν
το μεγαλύτερο μέρος των αγιορείτικων χειρογράφων είναι ελληνικά, δεν είναι
καθόλου αμελητέες και οι ξενόγλωσσες συλλογές. Τα περίπου 100 γεωργιανά
περγαμηνά χειρόγραφα της Μονής Ιβήρων αποτελούν την μεγαλύτερη συλλογή
γεωργιανών χειρογράφων παγκοσμίως εκτός Γεωργίας, ενώ ξεπερνούν κατά πολύ τα
1.000, περγαμηνά και χαρτώα, τα σλαβικά χειρόγραφα που φυλάσσονται στις
βιβλιοθήκες της σερβικής Μονής Χιλανδαρίου, της βουλγαρικής Μονής Ζωγράφου, της
ρωσικής Μονής Αγίου Παντελεήμονος και σε άλλες βιβλιοθήκες μοναστηριών και
σκητών. Επίσης ένας μεγάλος αριθμός ρουμανικών χειρογράφων φυλάσσονται στις δύο
ρουμανικές σκήτες του Τιμίου Προδρόμου και του Αγίου Δημητρίου (Σκήτη του
Λάκκου), καθώς και σε αρκετές βιβλιοθήκες μοναστηριών και κελλιών, ενώ δεν
λείπουν και τα λατινικά και αραβικά χειρόγραφα.
Αθωνιάδα - Α΄ Περίοδος (1749-1811)
Μετά
από ωρίμανση της ιδέας για την δημιουργία ενός εκπαιδευτικού ιδρύματος στο
Άγιον Όρος, που είχε σπείρει στην δεύτερη δεκαετία του 18ου αιώνα ο πρώην
μητροπολίτης Ναυπάκτου Νεόφυτος Μαυρομμάτης Ιβηρίτης, ιδρύεται, με πρωτοβουλία
του προηγουμένου Μελετίου Βατοπαιδινού και την πλούσια ηθική και υλική
υποστήριξη του Οικουμενικού Πατριάρχη Κυρίλλου Ε΄, "φροντιστήριον
ελληνικών μαθημάτων, παιδείας τε και διδασκαλίας παντοδαπούς εν τε λογικαίς,
φιλοσοφικαίς τε και θεολογικαίς επιστήμαις". Για την εξεύρεση πόρων
προκειμένου να εξασφαλιστεί η απρόσκοπτη λειτουργία του
"φροντιστηρίου", διορίζεται στην Κωνσταντινούπολη τετραμελής επιτροπή
αποτελούμενη από δύο μητροπολίτες και δύο προκρίτους από την συντεχνία των
γουναράδων, ενώ επιπλέον προικοδοτείται η νεοπαγής Σχολή με τα εκκλησιαστικά
δικαιώματα του Πατριαρχείου από την γειτονική επισκοπή Ιερισσού και Αγίου
Όρους, τα οποία ανέρχονται ετησίως στο σεβαστό ποσό των 24.000 άσπρων. Το οικοδομικό συγκρότημα της Σχολής αρχίζει να κτίζεται
σε έναν λόφο κοντά στην Μονή Βατοπαιδίου περί το 1745 και ολοκληρώνεται στα
μέσα της επόμενης δεκαετίας.
Μετά
από την πρώτη τετραετή (1949-1753) σχολαρχία του ιεροδιακόνου Νεοφύτου
Καυσοκαλυβίτου, την διεύθυνση της Σχολής αναλαμβάνει ο Ευγένιος Βούλγαρης,
ο περίφημος λόγιος μοναχός και διδάσκαλος του Γένους που συνδυάζει την
ελληνορθόδοξη παράδοση με τα πνευματικά έργα του ευρωπαϊκού Διαφωτισμού και
οραματίζεται να εφαρμόσει στην Αθωνιάδα ένα εκπαιδευτικό πρόγραμμα κατά το
πρότυπο της Πλατωνικής Ακαδημίας. Στον κύκλο των φιλοσοφικών μαθημάτων
περιλαμβάνονται η Λογική, η Εισαγωγή στη Φιλοσοφία και η Μεταφυσική, ενώ στα
Μαθηματικά περιλαμβάνονται η Αριθμητική, η Γεωμετρία, η Φυσική και η
Κοσμογραφία. Επίσης εισάγεται η διδασκαλία των Λατινικών. Για τις διδακτικές
ανάγκες μετέφρασε πολλά και ποικίλου περιεχομένου ευρωπαϊκά συγγράμματα, αλλά
συγχρόνως συνέταξε και τα προσωπικά διδακτικά του έργα, τα οποία κυκλοφορούσαν
στη Σχολή χειρόγραφα. Η σχολαρχία του Βούλγαρη διήρκεσε μία εξαετία, περίοδο
κατά την οποία εκπαίδευσε περίπου 600 μαθητές, που διασκορπίστηκαν σε όλη την
Ελλάδα επιτελώντας σπουδαίο εκπαιδευτικό έργο.
Το
1759, κατόπιν προβλημάτων που είχαν αναφανεί και αποδείχθηκαν ανυπέρβλητα,
παραιτήθηκε ο Βούλγαρης και με την αποχώρησή του αρχίζει ο μαρασμός της
Αθωνιάδας, η οποία συνεχίζει ωστόσο να λειτουργεί, με πολλές όμως διακοπές, ως
το 1811, οπότε κλείνει η πρώτη περίοδος της ζωής της σε καθεστώς πλήρους
παρακμής. Σήμερα στην κορυφή του λόφου δεσπόζουν τα ερείπια του τεράστιου
συγκροτήματος, του οποίου η αποκατάσταση και ανακατασκευή έχει προγραμματιστεί
από την Μονή Βατοπαιδίου.
Αθωνιάδα - Β΄ Περίοδος (1832-1940)
Το 1832
η Ιερά Κοινότητα του Αγίου Όρους αναγγέλλει ότι "καθιδρύσατο εν Καρυαίς
Ιεροσπουδαστήριον", προικοδοτημένο με παλαιά και νέα κληροδοτήματα. Μεταξύ
των παλαιών κληροδοτημάτων ήταν και 1.000 ρούβλια που κληροδότησε με την
διαθήκη του, το 1805, ο Ευγένιος Βούλγαρης, ο οποίος ποτέ δεν έπαψε να
ενδιαφέρεται για την τύχη της Αθωνιάδας.
Η ανέγερση της νέας Αθωνιάδας
άρχισε το 1844 σε ιδιοκτησία της Μονής Κουτλουμουσίου στις Καρυές και η Σχολή
άρχισε να λειτουργεί ένα χρόνο αργότερα με διευθυντή τον Δανιήλ Μάγνητα Ιβηρίτη. Η
δεύτερη αυτή περίοδος λειτουργίας της Αθωνιάδας διαρκεί 95 χρόνια, με μία
δεκαπεντάχρονη διακοπή της λειτουργίας της, από το 1915 ως το 1930. Στο
διάστημα ως το 1915 αναφέρονται 35 διδάσκαλοι, εκ των οποίων σπουδαιότεροι
είναι, πέρα από τον Μάγνητα, ο Βαρθολομαίος Κουτλουμουσιανός, ο Δημήτριος
(Δωρόθεος) Ευελπίδης, ο Νικηφόρος Γλυκάς, ο Χριστοφόρος Κτενάς, οι Φώτιος και Αθανάσιος
Παντοκρατορινοί και ο Κυριακός Ζαχαριάδης. Το 1856 ο αρχιμανδρίτης Ζαχαρίας
Δανιηλόπουλος Ξηροποταμινός, είχε εμπλουτίσει την βιβλιοθήκη της Σχολής με την
δωρεά 225 βιβλίων. Το 1930 η Αθωνιάδα αναδιοργανώνεται, μετά από μία
δεκαπενταετία καταστολής, με πρώτο σχολάρχη τον Ιωακείμ Ιβηρίτη. Η δεύτερη
περίοδος της Αθωνιάδας κλείνει με την αναστολή της λειτουργίας της το 1940. Το
κτίριο πέρασε από φάσεις αλλαγής χρήσεων και εγκατάλειψης, ώσπου στα μέσα της
δεκαετίας του 1980 αποκαταστάθηκε και μετετράπη σε επίσημο ξενώνα της Ιεράς
Κοινότητος. Στο μεταξύ η Αθωνιάδα είχε αναστηθεί κάτω από νέα στέγη.
Αθωνιάδα - Γ΄ Περίοδος (1953- )
Το 1953
επανιδρύεται η Αθωνιάδα, η οποία στεγάζεται πλέον σε μία εξωτερική πτέρυγα
συναπτόμενη στην νοτιοανατολική γωνία του περιβόλου της Βατοπεδινής Σκήτης του
Αγίου Ανδρέου (το επιλεγόμενο "Σεράι"). Η Σχολή, νομικό πρόσωπο
δημοσίου δικαίου με την επωνυμία "Αθωνιάς Εκκλησιαστική
Ακαδημία", είναι ένα εξατάξιο σχολείο που ακολουθεί το εκπαιδευτικό
πρόγραμμα του Υπουργείου Παιδείας, αλλά με επιπλέον διδασκαλία μαθημάτων
βυζαντινής μουσικής και αγιογραφίας. Ο
θεσμός του σχολάρχη δεν υπάρχει σήμερα και διδάσκουν 14 καθηγητές, εκ των
οποίων τρεις είναι ιερομόναχοι. Ο αριθμός των μαθητών
κυμαίνεται μεταξύ σαράντα και πενήντα και κάθε ένας από αυτούς βρίσκεται υπό
την κηδεμονία μιας από τις είκοσι μονές του Αγίου Όρους. Οι πόροι για την
λειτουργία της Αθωνιάδας προέρχονται από επιχορηγήσεις του Υπουργείου Παιδείας
και της Ιεράς Κοινότητος.
Αγιογραφία στην Αθωνιάδα
Από το
1930 ως σήμερα (με μία διακοπή λόγω των πολέμων, 1940-1953) η Αθωνιἀδα
διάγει αναδιοργανωμένη την τρίτη περίοδο της ζωής της, στεγαζόμενη σε μία
πολυώροφη εξωτερική πτέρυγα που συνάπτεται στην νοτιοανατολική γωνία του
περιβόλου της Βατοπαιδινής Σκήτης του Αγίου Ανδρέα, στις βόρειες παρυφές των
Καρυών. Η εκπαίδευση που προσφέρεται στους πενήντα περίπου μαθητές ακολουθεί το
εκπαιδευτικό πρόγραμμα της Μέσης Εκπαίδευσης του Υπουργείου Παιδείας,
ενισχυμένο όμως με επιπλέον ώρες θεολογικών μαθημάτων, στα οποία
συμπεριλαμβάνονται η αγιογραφία και η ψαλτική.
Στην
παρούσα Έκθεση προσφέρεται η δυνατότητα στο κοινό να παρατηρήσει χαρακτηριστικά
δείγματα αγιογραφίας των μαθητών της Αθωνιάδας, παλαιότερων και σύγχρονων, που
αποτελούν τεκμήρια τόσο της συνέχειας της βυζαντινής εικονογραφικής παράδοσης
που εξασφαλίζεται από την εμπνευσμένη διδασκαλία καλών Αγιορειτών ζωγράφων, όσο
και της καλλιτεχνικής ποιότητας των παραγόμενων έργων. Πολλοί από τους
παλαιότερους μαθητές δημιουργούς των έργων αυτών υπηρετούν σήμερα με πνευματική
εγρήγορση, με καλλιτεχνική επάρκεια και με επαγγελματική συνείδηση, στο Άγιον
Όρος και στον κόσμο, την τέχνη της αγιογραφίας που διδάχθηκαν κατά την φοίτησή
τους στην Αθωνιάδα.
Αρχέτυπα και Παλαίτυπα
Παρόλο
ότι η παραγωγή των χειρόγραφων βιβλίων συνεχίζεται στο Άγιον Όρος ακόμα και ως
τις αρχές του 20ου αιώνα, η έλευση της τυπογραφίας σήμανε μια νέα εποχή και για
τις αγιορείτικες βιβλιοθήκες, οι οποίες απέκτησαν με τον καιρό πλούσιες
συλλογές εντύπων, μεταξύ των οποίων εντοπίζουμε αντίτυπα εξαιρετικά πολύτιμων
και σπάνιων βιβλίων, ελληνικών και ξενόγλωσσων, που καλύπτουν μία απίθανη
θεματική ποικιλία.
Πολλοί
είναι οι λόγιοι οι σπουδασμένοι στη Δύση, Αγιορείτες και μη, κληρικοί και
λαϊκοί, οι οποίοι όταν αποσύρονται στο Άγιον Όρος δωρίζουν στις αγιορείτικες
βιβλιοθήκες τις πολύτιμες συλλογές τους, που συχνά περιλαμβάνουν περίφημες
έντυπες εκδόσεις σε ελληνική γλώσσα της αρχαίας ελληνικής γραμματείας και των
Ελλήνων Πατέρων του Χριστιανισμού. Αλλά δεν λείπουν και οι αξιόλογες έντυπες
εκδόσεις στη λατινική γλώσσα, που όχι σπάνια αναφέρονται ή σχολιάζουν αρχαίους
Έλληνες συγγραφείς (Αριστοτέλη, Όμηρο, κ.ά.) Πρόκειται για αρχέτυπα (έντυπα της
άγουρης ηλικίας της τυπογραφίας, του 15ου αιώνα) και παλαίτυπα (έντυπα της
άνδρωσης της τυπογραφίας, ως και τον 18ο αιώνα), προϊόντα προερχόμενα από
τυπογραφεία που λειτούργησαν σε μεγάλα αστικά κέντρα της Ιταλίας αρχικά και της
κεντρικής, δυτικής και βόρειας Ευρώπης αργότερα, όπου υπήρχαν ακμάζουσες
ελληνικές παροικίες, καθώς και στις παραδουνάβιες ηγεμονίες και στην Ρωσία,
αλλά και στην Κωνσταντινούπολη, στην Μοσχόπολη και σε άλλα ελληνικά αστικά
κέντρα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.
Αγιορειτικό Τυπογραφείο
Το
πρώτο τυπογραφείο του Αγίου Όρους λειτούργησε στην Μεγίστη Λαύρα στα μέσα του
18ου αιώνα. Το 1759 εκδίδεται εκεί "συνδρομή και δαπάνη του Πανοσιωτάτου
Αρχιμανδρίτου της Μεγίστης Λαύρας Κυρίου Κοσμά επιδαυρίου" ένα και
μοναδικό βιβλίο: "Εκλογή του ψαλτηρίου παντός". Το τυπογραφείο αυτό
δεν ευδοκίμησε και, όπως φαίνεται, διαλύθηκε στις αρχές του 19ου αιώνα. Μία
δεύτερη αγιορείτικη έκδοση, η "Αθωνιάς", σύντομη περιγραφή του Αγίου
Όρους, που τυπώθηκε έναν αιώνα αργότερα, το 1863, αποδόθηκε στην ανασύσταση του
λαυριώτικου τυπογραφείου από τον ηγούμενο της Μονής Αγίου Παύλου, Σωφρόνιο
Καλλιγά. Όμως, σύμφωνα με νεώτερη έρευνα, το βιβλίο αυτό τυπώθηκε στη Σμύρνη.
Η
δεύτερη περίοδος της αγιορειτικής τυπογραφίας εγκαινιάζεται το 1930 στις
Καρυές, όπου εγκαθίσταται το "Καλλιτεχνικόν Τυπογραφείον της Ιεράς
Κοινότητος", ή "Αγιορειτικόν Τυπογραφείον", στο κατεδαφισμένο λαυριώτικο
κελλί του Αγ. Αθανασίου, το οποίο γειτνίαζε με το Πρωτάτο από νότου. Ιδιοκτήτης
και διευθυντής του ήταν ο μοναχός Νεκτάριος Κατσάρος. Τον τελευταίο χρόνο της
λειτουργίας του το "Αγιορειτικό Τυπογραφείο" μεταστεγάστηκε στο
σιμωνοπετρίτικο κελλί του Αγ. Γεωργίου "του Καλαθά". Το επίπεδο
πιεστήριο του "Αγιορειτικού Τυπογραφείου", που κατασκευάστηκε στη
Γερμανία το 1882, ήταν το πρώτο πιεστήριο της εφημερίδας "Ακρόπολις"
των Αθηνών.
Από τις
εκδόσεις του τυπογραφείου αυτού έχουν συγκεντρωθεί μέχρι σήμερα σαράντα περίπου
βιβλία, φυλλάδια και μονόφυλλα, αγγελίες, αποδείξεις και άλλο υλικό, που μαζί
με το πιεστήριο, τα κλισέ και τα κοσμήματα, είναι ένα μουσειακό σύνολο που
αποτελεί σημαντικό κεφάλαιο για τη νεώτερη αγιορειτική ιστορία. Σήμερα το
πιεστήριο και το αρχείο του Αγιορειτικού Τυπογραφείου φυλάσσονται στο
Σιμωνοπετρίτικο αντιπροσωπείο στις Καρυές.
Αγιορειτικά βιβλιοδετεία
Ένα
ιδιαίτερο κεφάλαιο της βιβλιογραφικής και τυπογραφικής ιστορίας του Αγίου Όρους
αποτελεί η τέχνη της βιβλιοδεσίας. Εξαίρετα δείγματα βιβλιοδεσίας από
αγιορείτικα εργαστήρια συναντούμε σε όλες τις βιβλιοθήκες στον Άθω, κι όχι μόνο
των μονών. Οι αγιορείτικες βιβλιοδεσίες χρονολογούνται σε διάφορες εποχές,
καθώς οι μοναχοί συνήθιζαν να ανανεώνουν τις σταχώσεις των βιβλίων τους, ιδιαιτέρως
σε όσα προορίζονταν για καθημερινή χρήση και γι' αυτό παρουσίαζαν τις
μεγαλύτερες φθορές. Ως τα τέλη της δεκαετίας του 1980 λειτουργούσε στο
Κουτλουμουσιανό κελλί του Αγίου Ευθυμίου το τελευταίο παλαιό βιβλιοδετείο του
Αγίου Όρους, με μεταλλικά στοιχεία και κοσμήματα που χρονολογούνταν από τον
16ο-17ο αιώνα. Τελευταίος παραδοσιακός βιβλιοδέτης ο μερακλής γερο-Νήφων.
Σήμερα, ο γέροντας του Ιβηρίτικου κελλιού της Μεταμορφώσεως, ανατολικά των
Καρυών, έπιασε ξανά το κομμένο νήμα της αγιορείτικης βιβλιοδετικής παράδοσης,
δημιουργώντας ένα καλλιτεχνικό βιβλιοδετείο με μηχανήματα κατασκευασμένα στη
Λειψία τον 19ο αιώνα.
Όσιος Αθανάσιος ο Αθωνίτης
Ο όσιος
Αθανάσιος ο Αθωνίτης αποτελεί την εμβληματική μορφή του Αγιορειτικού
Μοναχισμού. Με έμφυτη φιλομάθεια και λαμπρές σπουδές στην κωνσταντινούπολη,
αλλά και μια πολλά υποσχόμενη διδασκαλική σταδιοδρομία στη συνέχεια, θα
εγκαταλείψει τελικά την ζωή της Βασιλεύουσας, προτιμώντας την Αθωνική κοινωνία.
Ο ηγετικός του χαρακτήρας θα του προσδώσει διακριτή θέση στην πρώιμη
αγιορειτική κοινότητα και, με την αυτοκρατορική στήριξη του παλαιού γνώριμού
του, αυτοκράτορα Νικηφόρου Φωκά, ο όσιος Αθανάσιος θα οδηγήσει σε μια νέα εποχή
τον Αθωνικό μοναχισμό.
Μεταξύ
άλλων, η φήμη της λογιοσύνης του θα προσελκύσει κοντά του ευπαίδευτους μοναχούς
από επιφανείς οικογένειες της Ανατολής και της Δύσης και θα επιφέρει μια
ποικιλόμορφη πνευματική αναγέννηση που θα εκφραστεί μέσα από την ιδιαίτερη
μέριμνα για την δημιουργία βιβλιοθηκών και την αντιγραφή χειρογράφων, αλλά και
σημαντικών μεταφραστικών κέντρων.
Άγιος Μάξιμος ο Γραικός (περίπου 1470-1556)
Γεννημένος
στην Άρτα, ο κατά κόσμον Μιχαήλ Τριβώλης σπούδασε στην Ιταλία ελληνική και
λατινική φιλολογία και πλατωνική και αριστοτελική φιλοσοφία. Η άφιξή του, το
1492, και η τετράχρονη διαμονή του στη Φλωρεντία, έγινε σε μία εποχή με ακραίες
αντιθέσεις, καθώς στην πόλη διαγκωνίζονταν από τη μία το ελευθέριο πνεύμα των
Ιταλών ελληνιστών κι από την άλλη η αμείλικτη σταυροφορία του δομηνικανού
μοναχού Τζιρόλαμο Σαβοναρόλα κατά της ασέβειας και της ανηθικότητας της εποχής
του. Αφού συνδέθηκε με τους κύκλους των κορυφαίων ουμανιστών της Ιταλίας, το
1506, σε ηλικία 36 ετών, πηγαίνει στο Άγιον Όρος και κείρεται μοναχός στην Μονή
Βατοπαιδίου με το όνομα Μάξιμος.
Όταν ο
μέγας δούκας της Μόσχας Βασίλειος Ιβάνοβιτς ζήτησε έναν λόγιο Αγιορείτη μοναχό
για να μεταφράσει σωστά τα ιερά κείμενα στην σλαβονική, επελέγη ο Μάξιμος, ο
οποίος προσέφερε στη Ρωσία τεράστιο έργο, τόσο μεταφραστικό (σε αρχικό στάδιο
μέσω της λατινικής) και πρωτότυπο, όσο και ηθικό με την στάση του απέναντι σε
κρίσιμες αντιπαραθέσεις στο εσωτερικό της Ρωσικής Εκκλησίας. Η αυστηρή κριτική
του απέναντι στο ζήτημα της ιδιοκτησίας των μοναχών, τον έφερε αντιμέτωπο με
την ανώτατο ρωσικό κλήρο και σύντομα απέκτησε πολλούς ισχυρούς εχθρούς. Έτσι
κατέληξε στη φυλακή, όπου πέρασε τα είκοσι έξι από τα τριάντα οκτώ χρόνια που
συνολικά έζησε στη Ρωσία, ως την κοίμησή του το 1556.
Στα
τελευταία χρόνια της ζωής του απελευθερώθηκε, αλλά δεν αποκαταστάθηκε πλήρως
παρά μόνο μετά θάνατον, οπότε αναγνωρίσθηκε ο ρόλος του στην στερέωση της
ορθοδοξίας στη Ρωσία και στον εκπολιτισμό της χώρας, ενώ κατά τον 17ο αιώνα
αγιοποιήθηκε. Η πορεία της αναγνώρισης του Μαξίμου του Γραικού ως "φωτιστή
των Ρώσων" φαίνεται στις διαδοχικές απεικονίσεις του στις διάφορες ρωσικές
εκδόσεις που αναφέρονται στο έργο και στο πρόσωπό του.
Παχώμιος Ρουσάνος (1508-1503)
Ενταγμένος
πριν το 1535 στην αδελφότητα της Μονής Ιβήρων, ο μοναχός Παχώμιος Ρουσσάνος
θεωρείται ο σημαντικότερος θεολόγος συγγραφέας του πρώτου μισού του 16ου αιώνα.
Πέρα από το πρωτότυπο συγγραφικό του έργο, διακρίθηκε και ως κωδικογράφος,
καθώς δραστηριοποιήθηκε και στην αντιγραφή δεκάδων λαμπρών χειρογράφων που
περιλαμβάνουν κυρίως έργα της πατερικής γραμματείας και Πανηγυρικά, αλλά και
μουσικά και κλασικών συγγραφέων, τα οποία βρίσκονται, όχι μόνο στην Μονή Ιβήρων
αλλά και σε άλλες αγιορείτικες βιβλιοθήκες.
Θεοφάνης Ελεαβούλκος(γ. αρχές 16ου αι.)
Πριν το
1540 εντάχθηκε στην Μονή Ιβήρων ο μοναχός Θεοφάνης Ελεαβούλκος από την Βέρροια,
ένας από τους σπουδαίους λογίους του 16ου αιώνα, ο οποίος για μία οκταετία
(1543-1551) υπήρξε Μέγας Ρήτωρ του Οικουμενικού Πατριαρχείου και
διακεκριμένος δάσκαλος και ιεροκήρυκας στην Κωνσταντινούπολη. Στη συνέχεια
επέστρεψε στην Μονή Ιβήρων, όπου άφησε την σημαντική βιβλιοθήκη του, προτού
επιστρέψει στην ιδιαίτερη πατρίδα του όπου και παρέμεινε για την υπόλοιπη ζωή
του.
Καισάριος Δαπόντες (1713-1784)
Ο
Σκοπελίτης στην καταγωγή Ξηροποταμηνός μοναχός Καισάριος Δαπόντες (1713-1784)
θεωρείται μια από τις κυρίαρχες λόγιες προσωπικότητες του 18ου αιώνα και
κατατάσσεται μεταξύ των πιο αντιπροσωπευτικών μορφών της πνευματικής αναγέννησης
του υπόδουλου Ελληνισμού κατά το 18ο αιώνα. Μαθητής του οσίου Ιεροθέου του
Ιβηρίτη, στο σχολείο της γενέτειράς του, και του Γεωργίου Χρυσόγονου Τραπεζούντιου,
στην αυθεντική Ακαδημία του Βουκουρεστίου αργότερα, έχει δικαίως χαρακτηριστεί
ως ένας από τους σημαντικότερους λογοτέχνες και ποιητές. Φθάνει στο Άγιο Όρος
το 1757, μετά από μια πολυκύμαντη ζωή στη Μολδοβλαχία και την Κωνσταντινούπολη,
όπου αναδεικνύεται σε νέο κτίτορα Επί των ημερών του, αλλά και μετά το
θάνατό του εκδόθηκαν δεκάδες έργα του, ενώ αρκετά ακόμη παραμένουν ανέκδοτα.
Συνολικά θεωρούμενο το συγγραφικό του έργο διακρίνεται στο καθαρά θεολογικό,
με ιδιαίτερη, μάλιστα, κριτική μέριμνα για την αξιοποίηση των πρωτογενών πηγών
της εκκλησιαστικής παραδόσεως, και στο «κοσμικό», συνήθως σε έμμετρη μορφή, στο
οποίο ο Δαπόντες αντλεί την έμπνευσή του από θέματα της βιβλικής και αρχαίας
ελληνικής ιστορίας ή από την ζώσα πραγματικότητα της εποχής του.
Ευγένιος Βούλγαρης (1716-1806)
Ο
Ευγένιος Βούλγαρης, πρώτος σχολάρχης μετά την ίδρυση της Αθωνιάδας το 1753,
αναγνωρίζεται από το σύνολο των συγχρόνων του και της νεότερης έρευνας ως η
κορυφαία πνευματική μορφή του Ελληνισμού κατά το 18ο αιώνα. Γεννημένος στην
Κέρκυρα το 1716, θα αποκτήσει ευρεία παιδεία και θα ακολουθήσει, παράλληλα με
τη χειροτονία του, διδασκαλική σταδιοδρομία, διευθύνοντας μάλιστα κάποιες από
τις σημαντικότερες σχολές του υπόδουλου Ελληνισμού: Ζωσιμαία στα Ιωάννινα, Κοζάνης
και κυρίως Αθωνιάδα, την οποία θα αναδείξει κατά το ολιγοετές διάστημα της
παραμονής του εκεί (1753-1759) στο σημαντικότερο παιδευτικό κέντρο. Φύση
προικισμένη από τα νεανικά του χρόνια ο Ευγένιος Βούλγαρης δικαίως χαρακτηρίζεται
ως ο «πανεπιστήμονας» του νέου Ελληνισμού και ο διδάσκαλος των διδασκάλων
σε όλες τις μεγάλες Σχολές του Ελλαδικού χώρου. Ως εκ τούτου δεν ξενίζει το
πλουσιότατο και πολυσχιδές συγγραφικό έργο του που γνώρισε πολλές εκδόσεις και
καλύπτει όλα σχεδόν τα γνωστικά πεδία των επιστημών της εποχής του.
Γεράσιμος Σμυρνάκης (1862-1935)
Γεννημένος
το 1862 στο Ναύπλιο, εγκατέλειψε σύντομα τη στρατιωτική του σταδιοδρομία, για
να μονάσει στο Άγιον Όρος περί το 1886. Εγκαταβίωσε στη μονή Εσφιγμένου και
ανέλαβε για μικρό χρονικό διάστημα (1906-1908) την ηγουμενία της Μονής. Φύση
φιλέρευνη, με ιδιαίτερη ιστορική ευαισθησία, αφιερώθηκε στη συγγραφή έργων που
αφορούσαν στους ιερούς χώρους στους οποίους εμόνασε· το Άγιον Όρος αρχικά και
την Πάτμο αργότερα, η ογκώδης ιστορία της οποίας παραμένει ανέκδοτη.. Η
προσφορά του στην καταγραφή και μελέτη της Αγιορειτικής ιστορίας υπήρξε πολύ
σημαντική, αφού κατόρθωσε να συγγράψει ένα ογκωδέστατο έργο για το Άγιον Όρος,
το οποίο εκδόθηκε το 1903 και επανεκδόθηκε πρόσφατα, έργο πολύτιμο στο οποίο συγκέρασε
με επιτυχία τις αγιορειτικές ιστορικές πηγές και παραδόσεις.
Σχετικά:
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου