Την Τετάρτη 22 Μαΐου στις 7:30μμ πραγματοποιείται η παρουσίαση του βιβλίου
του Στέφανου Δημόπουλου «Άγιον Όρος, χώρα
ζώντων. Σύγχρονες μορφές της ορθοδοξίας όπως τις έζησα», στο
Βιβλιοπωλείο Εν Πλω στην Αθήνα (Χαρ.Τρικούπη 6-10)
Για το
βιβλίο, εκτός από τον συγγραφέα, θα μιλήσουν οι:
Ιερομόναχος Μύρων Σιμωνοπετρίτης, Οικονόμος του Ι.Μετοχίου της Αναλήψεως της Ι.Μ.Σίμωνος Πέτρας στον Βύρωνα
Αττικής
Νίκος Ορφανίδης, Συγγραφέας-εκδότης
Είσοδος
Ελεύθερη
Το βιβλίο
περιλαμβάνει βιωματικές αφηγήσεις από καθημερινές στιγμές και περιστατικά ζωής
σύγχρονων μορφών του Αγίου Όρους, όπως ο Άγιος Γέροντας
Παΐσιος, ο Εφραίμ ο Κατουνακιώτης, ο Γέροντας Αιμιλιανός Σιμωνοπετρίτης και πολλών άλλων, λιγότερο ίσως γνωστών αγιορειτών πατέρων.
Παΐσιος, ο Εφραίμ ο Κατουνακιώτης, ο Γέροντας Αιμιλιανός Σιμωνοπετρίτης και πολλών άλλων, λιγότερο ίσως γνωστών αγιορειτών πατέρων.
Με
πλούσιο φωτογραφικό υλικό και γλώσσα άμεση και μεστή, μάς παρουσιάζει
πνευματικά στιγμιότυπα μιας άλλης βιοτής, που δείχνουν πως οι Άγιοι είναι δίπλα
μας, ανάμεσά μας.
Την
Πέμπτη 9 Μαΐου εξεδήμησε εις Κύριον ο προηγούμενος της Ι.Μ. Σίμωνος Πέτρας
Γέρων Αιμιλιανός Σιμωνοπετρίτης. Παραθέτουμε ένα χαρακτηριστικό απόσπασμα του
βιβλίου με «πρωταγωνιστή» τον μακαριστό γέροντα:
«Τί
κάνεις;»
Δὲν θὰ ξεχάσω τὴ φωνὴ τοῦ Γέροντά μου Αἰμιλιανοῦ, τὶς σπάνιες φορὲς ποὺ μὲ πῆρε στὸ τηλέφωνο. Δὲν ἤτανε πολὺ τοῦ τηλεφώνου ὁ Γέροντας.
Δύσκολες
κιόλας οἱ ἐποχὲς τότε, δὲν ὑπῆρχαν καὶ τὰ κινητὰ ποὺ ἔχουμε σήμερα καὶ κυκλοφοροῦμε ὅλοι σὰν ἀσυρματιστές. Ἔλειψα καὶ δέκα χρόνια γιὰ τὴ μετεκπαίδευσή μου στὴ Γερμανία.
Ὅσες
φορές, ὅμως, μοῦ τηλεφώνησε, τὸ εἶχε ἀνάγκη ἡ ψυχή μου καὶ τὸ καταλάβαινε. Μοῦ ἔφτανε αὐτὸ τὸ μακρόσυρτο «Τί κάνεις;» τοῦ Γέροντά μου τοῦ ἀγαπημένου. Ἔπαιρνα δύναμη, ἤξερα ὅτι δὲν εἶμαι μόνος…
Κάποτε
τοῦ ’στειλα ἕνα γράμμα, εἶχα μῆνες νὰ τὸν δῶ, νὰ τὸν ἀκούσω… Σκληρὴ ἡ ξενιτειά! Ἀλωπεκία ἀπὸ τὰ ἄγχη εἶχα βγάλει ὁ φουκαρᾶς… «Γέροντά μου, χρυσὲ καὶ ἀγαπημένε», τὸν προσφωνοῦσα. Ἤξερα καὶ ἀπὸ τυπικότητες (Πανοσιολογιώτατε, Ἅγιε καθηγούμενε καὶ τέτοια βυζαντινά) ἀλλὰ μοῦ ἦταν ἀδύνατο ἐκείνη τὴν ὥρα, ποὺ ἤμουν δυσκολεμένος, μακριά του, ἀλλιῶς νὰ ἐκφραστῶ. «Γέροντά μου, χρυσὲ καὶ ἀγαπημένε!»
Ὁ
Γέροντας διάβασε τὸ
γράμμα μου στὴ σύναξη τῶν μοναχῶν στὴ Σιμωνόπετρα. «Νά, βρέ, πῶς μιλᾶνε οἱ ἄνθρωποι ἀπὸ καρδιᾶς, χωρὶς ψευτοντροπές».
Μὲ ἔφερε γιὰ παράδειγμα. Ἄντε μετά, νὰ μὴν λυθοῦν προβλήματα μὲ τόσες εὐχὲς καὶ ἀγάπη ἀπὸ τὴ Σιμωνόπετρα. Δρόμοι ἀνοίγονταν, παιδιὰ γερὰ γεννιόντουσαν, παρὰ τὶς περὶ τοῦ ἀντιθέτου διαγνώσεις, οἰκονομικὰ προβλήματα λυνόντουσαν μὲ τρόπο θαυμαστό, τὴν τελευταία ἔστω τὴ στιγμή, ἐκεῖ ποὺ ξελιγώνεται ἡ ψυχὴ στὸ «Κύριε Ἐλέησον» καὶ «Παναγία βοήθα!»
Καὶ νὰ τὸ τηλεφώνημα: «Τί κάνεις;» σὰν νὰ σοῦ λέει «μὴν φοβᾶσαι. Δὲν εἶσαι μόνος». Καὶ πάντα τὴν κατάλληλη στιγμή.
Τὸν Φλεβάρη τοῦ 2017 ἐπισκέφθηκα τὴν Ἱ. Μ. Εὐαγγελισμοῦ τῆς Θεοτόκου στὴν Ὁρμύλια Χαλκιδικῆς. Εἶχα καιρὸ νὰ πάω καὶ χάρηκαν οἱ ἀδελφές. Μὲ τίμησαν καὶ μοῦ ’δωσαν νὰ διαβάσω Ἑξάψαλμο.
Θυμήθηκα
τὸν Γέροντα Αἰμιλιανό. Νόμιζες πὼς ἄκουγες τηλεφώνημα κατευθεῖαν στὸν Θεό. «Ὁ Θεός, ὁ Θεός μου πρὸς σὲ ὀρθρίζω…». Καὶ ἡ κραυγή: «Μὴ ἐγκαταλίπῃς με, Κύριε ὁ Θεός μου, μὴ ἀποστῇς ἀπ’ ἐμοῦ!
Πρόσχες
εἰς τὴν βοήθειάν μου, Κύριε τῆς σωτηρίας μου!». Ἕνα χαρμάνι ἀπὸ σπαραχτικὴ ἱκεσία καὶ κάτι ἀπὸ ἀπαίτηση, διαταγὴ τρόπον τινά! Πάλη μὲ τὸν Θεό!
Ὁ
Γέροντας Αἰμιλιανὸς θεωροῦσε τὴν ὥρα τοῦ Ἑξάψαλμου ἱερή, φοβερή! Κάποτε, πολὺ παλιά, μοῦ ἔκανε σφοδρὴ παρατήρηση, γιατὶ ἔβηξα τὴν ὥρα ποὺ διάβαζε τὸν Ἑξάψαλμο.
«Μά…,
τί νὰ κάνω; Δὲν τὸ ἤθελα!», δικαιολογήθηκα, «ἤμουν καὶ κρυωμένος…».
«Νὰ τὸν σταματήσεις, νὰ πνιγεῖς, ὅ,τι θέλεις κάνε, ἀλλὰ τὴν ὥρα τοῦ Ἑξάψαλμου μὴν ξαναβήξεις!»
Καὶ δὲν ξανάβηξα ἀπὸ τότε καὶ τὸ μόνο ποὺ προσπαθῶ εἶναι νὰ μὴν μὲ παίρνουνε τὰ δάκρυα…
Διαβάζοντας
τὸν Ἑξάψαλμο προσπάθησα νὰ μιμηθῶ τὴ χροιὰ τῆς φωνῆς του. Ὅσο περνοῦν τὰ χρόνια, τόσο περισσότερο μοῦ λείπει αὐτὴ ἡ φωνή.
Μετὰ τὴ λειτουργία ζήτησα καὶ μὲ πῆγαν νὰ τὸν δῶ, νὰ πάρω τὴν εὐχή του. Εἶχα χρόνια νὰ τὸν δῶ, συγκινήθηκα. Μὲ ἄφησαν καὶ λίγο μόνο μου μαζί του. Τοῦ εἶπα πράγματα, ζήτησα καὶ συγγνώμη ποὺ δὲν τὸν ἄκουσα καὶ ἔφαγα τὰ μοῦτρα μου καὶ ταπεινώθηκα πικρά.
Καὶ εἶμαι σίγουρος, μὲ ἄκουσε καὶ χάρηκε μὲ τὰ νέα μου καὶ προσεύχεται γιὰ μένα καὶ ἂς μὴν μοῦ ἔδωσε σημεῖο. Ὅμως, σὰν ἔφευγα, στὰ αὐτιὰ μου ἠχοῦσε ἡ γνώριμη φωνή:
«Τί
κάνεις;».
Το βιβλίο διατίθεται σε όλα τα βιβλιοπωλεία και
online εδώ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου