Ὁ γερο-Ζαχαρίας, ἐγκατέλειψε τὰ
πολλὰ ἀνὰ τὸν κόσμον ταξίδια καὶ τὴν διδασκαλικὴ ἐπιτήδευσή του, καί, ἀφοῦ ἦλθεν
εἰς τὴν Σκήτη τῆς Ἁγίας Ἄννης, περὶ τὸ 1910, καὶ ἐδοκιμάσθη καὶ ἐκάρη μοναχὸς ὑπὸ
τοῦ Ῥαιδεστηνοῦ Παχωμίου, Γέροντος τῆς κάτωθι τῆς συνοδείας τῶν Καρτσωναίων
Καλύβης τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων, ἀκολούθως, πρὸς τῇ προσευχῇ καὶ τῇ ἀσκήσει, ἐπεδόθη
εἰς μελέτας καὶ συγγραφάς.
Εἰς αὐτὴν ἰδίως κατέλυε κατ’ ἔτος ὁ
Σεβασμιώτατος πρώην Καρπάθου Νεῖλος, ὅταν μετὰ τὴν πανήγυρη τοῦ Ἁγίου Ἀθανασίου
τῆς Λαύρας, περιόδευε εἰς τὴν ἔρημο τῆς Βίγλας, τῶν Καυσοκαλυβίων, τῶν
Κατουνακίων καὶ τῆς Μικρᾶς Ἁγίας Ἄννης. Παρέμενε παρὰ τῷ Γέροντι Ζαχαρίᾳ δύο ἕως
τρεῖς ἡμέρας, ἀπολαμβάνων τὴν ἀγάπη καὶ τὴν συντροφιά του, καὶ θαυμάζων τὴν ἠθελημένη
πτωχεία καὶ λιτότητά του.
Τὸ ἔτος 1914, μετὰ τὸ πέρας τῆς
πανηγύρεως τῆς Μεγίστης Λαύρας, συνεπείᾳ κοπώσεως ἐκ τῶν πολυώρων χοροστασιῶν
καὶ ἀγρυπνιῶν, ἐννοεῖται καὶ τῆς προκεχωρημένης ἤδη ἡλικίας του, ᾐσθάνθη τὰς
σωματικάς του δυνάμεις πολὺ καταβεβλημένας καὶ δὲν ἐτόλμησε νὰ ἐπιχειρήσει τὴν
καθιερωμένη ἀνὰ τὴν ἔρημο περιοδεία καὶ τὰς ἐπισκέψεις τῶν προσφιλῶν του ἀσκητῶν,
ἀλλ’ εὐθέως ἐπανέκαμψεν εἰς τὸ ἐν Καρυαῖς Κελλίον του.
Τότε ἀκριβῶς ἐπέλεξεν ὁ διάβολος νὰ
πλανήσει καὶ νὰ πειράξει τὸν Γέροντα Ζαχαρία, καὶ δὴ ὡς ἑξῆς:
Μόλις εἶχε δύσει καὶ ὁ
γερο-Ζαχαρίας δὲν εἶχε ἀποσυρθῆ εἰς τὴν ὑπερθερμανθεῖσαν ἐκ τοῦ ἡλίου Καλύβη
του, προτιμήσας νὰ παραμείνει ἐπ’ ὀλίγον ἀκόμη ἔξω εἰς τὴν αὐλή του καὶ νὰ
κάμει ἐκεῖ τὰς μετανοίας, καὶ τὰ κομβοσχοίνια τοῦ κανόνος του, ὅτε ἤκουσε
βήματα. Στρέφει τὸ πρόσωπό του πρὸς τὸ κάγκελο καὶ βλέπει τὸν ... Σεβασμιώτατο.
Ἐνεθυμήθη τὴν καθιερωμένη κατ’ ἔτος καὶ κατ’ ἐκείνας τὰς ἡμέρας τιμητικὴν δι’ αὐτὸν
ἐπίσκεψιν, καὶ ἀμέσως ἠγέρθη καὶ ἔσπευσεν εἰς ὑποδοχὴ καὶ ἀσπασμὸ τῆς χειρός
του.
-Καλῶς ἤλθατε εἰς τὸ φτωχικό μου,
Δέσποτα. Ὑπεβλήθητε καὶ πάλιν εἰς τόσον κόπον διὰ νὰ ἐπισκεφθῆτε τὸν ἀνάξιον
φίλο σας, καὶ μάλιστα προϊούσης ἤδη τῆς νυκτός· εἶπε, καὶ βαλὼν ἐδαφιαίαν
μετάνοιαν, ἠσπάσθη μετὰ σεβασμοῦ τὴν δεξιά του. Ἐνῷ δὲ ἐξηκολούθει κύπτων, ἵνα ἀντιληφθῆ
τὴν χεῖρά του εὐλογοῦσαν τὴν κεφαλήν του σταυροειδῶς, ὡς πάντοτε κατὰ τὸ
παρελθόν, ᾐσθάνθη αἴφνης τόσο δυνατὴ καὶ βιαία ὤθησιν, ὥστε κατέπεσε καὶ ἐκυλίσθη
κατὰ γῆς, ὁ δὲ «Σεβασμιώτατος» ἔγινε ἄφαντος. Αὐτοῦ τοῦ εἴδους «εὐλογία» ἔδωσε
εἰς τὸν δυστυχῆ Γέροντα ὁ μισόκαλος καὶ ἀπατεὼν διάβολος, ὅστις τὴν μορφὴν τοῦ
Μητροπολίτου Νείλου ὑπεδύθη, ἵνα τὸν κακοποιήσει καὶ ἐξουθενώσει.
Ἡμιθανὴς καὶ στένων κατέκειτο εἰς τὸ
ἔδαφος ὅλη τὴν νύκτα· τὴν δὲ πρωΐαν γείτων συνασκητής, ὅστις διὰ προσωπική του ὑπόθεση
μετέβη πρὸς συνάντηση, ἐνῷ, ὡς ἐννοοῦμεν, ἐπρόκειτο περὶ οἰκονομίας Θεοῦ, ἰδίως
τὴν ἐλεεινή του κατάσταση, τροχάδην ἐπέστρεψε εἰς τὴν Σκήτη καὶ εἰδοποίησε τοὺς
Πατέρας. Αὐθωρεὶ μετέβησαν ἐπὶ τόπου πολλοὶ ἱερεῖς καὶ ἀδελφοί, προσκομίσαντες
τὸ Τίμιο Ξύλο καὶ ἅγια λείψανα, καὶ ἐτέλεσαν πρὸς ἴασίν του Εὐχέλαιον, ἀνέγνωσαν
δὲ καὶ τοὺς ἐξορκισμοὺς τοῦ Μεγάλου Βασιλείου.
Βοηθείᾳ τοῦ Παναγάθου Θεοῦ, ἤρχισε ἐπανακτῶν
τὰς σωματικάς του δυνάμεις καὶ συνειδητοποιῶν τὸ πάθημα καὶ τὴν κατάστασή του.
Εἰς ὀλίγας ἡμέρας συνῆλθε τελείως καὶ ἦτο εἰς θέσιν νὰ διηγῆται ἐν πάσῃ
λεπτομερείᾳ τὰ εἰς βάρος του διατρέξαντα:
-Εἶχον κρυπτόμενον ἐγωϊσμὸν καὶ ἐξελάμβανα
τὸν ἑαυτό μου ὑπερέχοντα πολλῶν καὶ λίαν πεπειραμένον. Ἐταξίδευσαν εἰς πολλὰ
μέρη τοῦ κόσμου, ἐμελέτησα, ἔγραψα. Ἀλλ’ ἀπεδείχθην σμικρόνους καὶ ἐπιπόλαιος,
καὶ παραχωρήσει Θεοῦ κατήντησα παίγνιον τῆς πανουργίας καὶ τῆς κακότητος τοῦ
σατανᾶ, ὅστις μὲ ἐξηπάτησε μέχρι βαθμοῦ νὰ τὸν προσκυνήσω! Ἂν πρὸ τοῦ ἀσπασμοῦ
τῆς βδελυρᾶς χειρός του ἐποίουν τὸν Σταυρόν μου, θὰ ἐξέλιπεν ὡσεὶ καπνὸς ἔμπροσθέν
μου, καὶ ἐγὼ χαίρων καὶ σκιρτῶν θὰ ἐδόξασα τὸν Θεὸ καὶ Σωτῆρά μου. Τώρα, παθὼν
καὶ τεταπεινωμένος, προσεύχομαι διὰ συγχώρηση ἀπὸ Κυρίου Ἰησοῦ καὶ διὰ
συμπάθειαν καὶ πνευματικὴ βοήθεια παρ’ ἀνθρώπων. Ἂς εἶναι δεδοξασμένο τὸ Ὄνομά
Του, διότι δὲν ἐπέτρεψε τὴν ὁλοσχερῆ καταστροφὴ καὶ καταδίκη μου.
Τολμῶ νὰ νομίσω ταπεινῶς, ὅτι ἡ
παραχώρησις τοῦ Θεοῦ νὰ πειρασθῆ, συμφερόντως γιὰ τὴν ψυχή του, ὁ γερο-Ζαχαρίας
ἀπὸ τὸν διάβολο, ἦταν συγχρόνως καὶ οἰκονομία Του γιὰ νὰ προβληματίσει,
συνετίσει καὶ ὁδηγήσει τὸν πρώην Καρπάθου Νεῖλο εἰς μετάνοιαν. Κατηγορήθηκε, καὶ
ὄχι βέβαια άδίκως, ὅτι οἱ ὑπὲρ τῶν Ῥώσσων διαμεσολαβήσεις του καὶ οἱ ἐπηρεασμοὶ
τῶν ἐν ἀρχαῖς καὶ ἐξουσίαις, δὲν ἦσαν ἀνιδιοτελεῖς. Οἱ παλαιοί, τὸ Κελλὶ τοῦ
Νείλου εἰς τὰς Καρυάς τὸ ὀνόμαζαν «ἀγρὸν τοῦ Κεραμέως».εἶναι πλέον μαρτυρημένο,
ὅτι ὁ γηραιὸς ἱεράρχης, μετὰ τὸ συμβεβηκὸς τοῦτο, ἄρχισε ὅλα του τὰ χρήματα νὰ
τὰ σκορπᾷ σὲ ἐλεημοσύνες. Πρέπει δὲ νὰ ἦσαν πάρα πολλά, ἀφοῦ ἐγνώσθη ὅτι
πτωχοκομεῖα, γηροκομεῖα καὶ ἄλλα εὐαγῆ ἱδρύματα τῆς ἐν Κωνσταντινουπόλει, Σμύρνῃ
καὶ ἀλλαχοῦ ἀκμαούσης τότε ὁμογενείας ἔγιναν, ζῶντός του εἰσέτι, ἀποδέκται
σημαντικῶν χορηγιῶν του. Τέλος, μὲ τὴν ἐνυπόγραφη διαθήκη, ἀξίωσε καμμία ἰδιαιτέρα
τιμὴ νὰ μὴ τῷ προσγίνει κατὰ τὴν κοίμησή του, ἀλλὰ νὰ κηδευθῆ ἀποκλειστικῶς καὶ
μόνο ἀπὸ ἕναν ἱερέα, ποὺ δὲν θὰ φοροῦσε τίποτε ἄλλο ἐκτὸς ἀπὸ τὸ πετραχήλι.
(ἐπισκόπου Ῥοδοστόλου Χρυσοστόμου,
Πόθος καὶ Χάρις στὸν Ἄθωνα,
ἔκδοσις Λαυριώτικου Κελλίου Ἁγίων Πάντων, Ἅγιον Ὄρος,
2000)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου