Με «όπλα» του ένα κοπίδι, το κοφτερό ξυράφι του μπαρμπέρη, μια μικρή
μεταλλική τσιμπίδα και μια κοινή κόλλα εμπορίου, ο 66χρονος καλλιτέχνης Μιχάλης
Βασιλόπουλος φτιάχνει εδώ και 14 χρόνια μνημεία-μινιατούρες
Στους πάγκους και στα ράφια ενός μικρού υπογείου
στους πρόποδες του λόφου Φιλοπάππου «στριμώχνονται» οι Μονές του Αγίου Ορους, η
Αγια-Σοφιά, η Βουλή και ο Πύργος της Πίζας! Με «όπλα» του ένα κοπίδι, το
κοφτερό ξυράφι του παραδοσιακού μπαρμπέρη, μια μικρή μεταλλική τσιμπίδα και μια
κοινή κόλλα εμπορίου κατάλληλη για ξύλο, ένας 66χρονος καλλιτέχνης με καθαρό
βλέμμα και ζεστό χαμόγελο κατασκευάζει εδώ και 14 χρόνια πιστά αντίγραφα
μνημείων, ιερών ναών και κτιρίων που «κουβαλούν» μεγάλο ιστορικό φορτίο, δίνοντας
έμφαση ακόμα και στην τελευταία λεπτομέρεια!
Η ομοιότητα
«Κάθε σχέδιό μου είναι κατά 90%-95% ίδιο με το
πρωτότυπο. Τα περισσότερα έργα μου όμως δεν τα έχω δει από κοντά. Βρίσκω
φωτογραφίες σε περιοδικά ή στο διαδίκτυο και προσπαθώ να τις αποδώσω με
ακρίβεια. Σε κάποιες περιπτώσεις, βέβαια, όταν υπάρχουν πλευρές κτιρίων που δεν
φαίνονται, καταφεύγω στον αυτοσχεδιασμό» λέει στην «κυριακάτικη δημοκρατία» ο
καλλιτέχνης, Μιχάλης Βασιλόπουλος. Στους τοίχους του εργαστηρίου του κρέμονται
πίνακες ζωγραφικής, εικόνες αγίων από ξύλινες ψηφίδες, πορτρέτα και
καρικατούρες πολιτικών. Δίπλα στα σκαλιά της εισόδου, πάνω σε μια πλαστική
διάφανη προθήκη, φιγουράρει το Ηρώδειο και λίγο πιο κάτω ξεπροβάλλουν το Ρολόι
της Σμύρνης, οι Αέρηδες, η Πύλη του Αδριανού, βυζαντινές εκκλησίες, τουρκικά
τζαμιά, κυκλαδίτικα σπίτια, αρχαίες τριήρεις, άμαξες και αεροπλανάκια.
«Αρχισα τις κατασκευές το 2000, φτιάχνοντας δύο
εκκλησίες. Στη συνέχεια έκανα πλοία, βυζαντινούς ναούς, περίπου 10 μοναστήρια
του Αγίου Ορους και διάφορα άλλα σχέδια. Το ξύλο που χρησιμοποιώ λέγεται
μπάλσα, είναι πολύ ελαφρύ και δίνει μια αίσθηση πέτρας. Πρώτα φτιάχνω έναν
σκελετό από χαρτόνι και ύστερα τον ντύνω με ξύλο πάχους λίγων χιλιοστών, που το
κόβω με ξυράφι στο 1/4 ή το 1/5 του σπίρτου. Στα ξυράφια κάνω μεγάλη
κατανάλωση, χαλάω τέσσερα πέντε τον μήνα! Για να κολλήσουν όλα τα κομμάτια
χρειάζονται αρκετές εβδομάδες, ίσως και μήνες. Οπως έλεγε και ένας δάσκαλός
μου, πρέπει να έχει κανείς υπομονή... ισοβίτη» αναφέρει ο κ. Βασιλόπουλος.
Η πόρτα του εργαστηρίου του ανοίγει συνήθως στις
έξι επτά το πρωί: «Οταν αποφασίζω να φτιάξω ένα έργο, αφοσιώνομαι σε αυτό. Το
δουλεύω από το πρωί ως το βράδυ, χωρίς διακοπή». Ακόμα όμως και όταν μια
κατασκευή τελειώνει και παίρνει τη θέση της δίπλα στις υπόλοιπες, τα φώτα του
υπογείου σπάνια κλείνουν πριν πέσει το σκοτάδι. «Αγαπώ πολύ αυτό που κάνω και
το καφενείο δεν μου άρεσε ποτέ. Προτιμώ λοιπόν να έρχομαι εδώ και να κάθομαι
μόνος μου, με τις ώρες, δουλεύοντας ή ψάχνοντας για τα επόμενα σχέδια. Τώρα
τελευταία το έχω ρίξει στη ζωγραφική».
Σκυμμένος πάνω σε ένα παλιό τραπέζι γεμάτο χάρακες,
καρφίτσες, πινέλα, κόλλες, μπογιές, ψαλίδια και άλλα εργαλεία, έχει για
συντροφιά μόνο ένα μαύρο στερεοφωνικό που παίζει τα αγαπημένα του τραγούδια.
«Καμιά φορά ακούω και ειδήσεις, αλλά όλη αυτή η... φασαρία με κουράζει. Με τη
μουσική ξεχνιέμαι, ταξιδεύω».
Η συλλογή
Κατά καιρούς ταξιδεύουν όμως και ορισμένα από τα
700 κομμάτια της συλλογής του, προκειμένου να παρουσιαστούν σε εκθέσεις, σε
μεγάλες ελληνικές πόλεις. Η τελευταία έκθεσή του με θέμα το Αγιον Ορος
πραγματοποιήθηκε στα τέλη του περασμένου καλοκαιριού στην Καστοριά, ενώ οι
χειροποίητες μονές του κ. Βασιλόπουλου θα «επισκεφτούν» τους επόμενους μήνες
και άλλες περιοχές, όπως η Πάτρα, η Θεσσαλονίκη, η Λήμνος, η Κεφαλλονιά και η
Κύπρος. «Στο Αγιον Ορος δεν έχω πάει μέχρι σήμερα, θεωρώ όμως ότι είναι κάτι
που αξίζει να... εξερευνήσει κανείς. Θα ήθελα λοιπόν να το δουν όσο
περισσότεροι μαθητές γίνεται» λέει ο 66χρονος καλλιτέχνης.
«Μα, πώς να τα... πουλήσω»
Γεννήθηκε στη Νέα Σμύρνη, πέρασε τα μαθητικά του
χρόνια στην Ευαγγελική Σχολή και στο Α' Γυμνάσιο Πλάκας και τη δεκαετία του
1970 φοίτησε στη Σχολή Δοξιάδη, με καθηγητές σπουδαίους ανθρώπους της τέχνης,
όπως ο Δημήτρης Μυταράς, ο Πέτρος Ζουμπουλάκης, ο Γιώργος Γεωργιάδης και η
Μαρίνα Λαμπράκη - Πλάκα. Σπούδασε σχέδιο, μακέτα και διακόσμηση, δίδαξε για
μερικά χρόνια στη Σχολή Μποζάρ και εργάστηκε στον χώρο της διακόσμησης σπιτιών
και καταστημάτων, κερδίζοντας δύο φορές το βραβείο του Δήμου Αθηναίων για την
καλύτερη βιτρίνα της πόλης.
«Εχω αλλάξει πολλές δουλειές, αλλά δεν ήθελα ποτέ
να έχω αφεντικό στο κεφάλι μου και να έχω συγκεκριμένο ωράριο. Η ενασχόλησή μου
με τις μακέτες με βοήθησε πολύ σε αυτό που κάνω τώρα. Επειδή οι περισσότεροι
πελάτες μου δεν μπορούσαν να καταλάβουν τις κατόψεις και τα σχέδια που τους
έδειχνα, έφτιαχνα τη μακέτα του καταστήματος, ώστε να δουν πώς ακριβώς θα είναι
ο χώρος, πώς θα φαίνεται η βιτρίνα ή πού θα μπουν τα δοκιμαστήρια» λέει ο
66χρονος Μιχάλης Βασιλόπουλος.
Πολύτεκνος και παππούς ενός κοριτσιού, ασχολείται
πλέον με τη μελέτη και την ανάδειξη της αρχιτεκτονικής ιστορίας μνημείων, ναών
και παλαιών κτιρίων και -παρά τα συνεχή αιτήματα- αρνείται πεισματικά να βγάλει
στο σφυρί κομμάτια της σπάνιας συλλογής του. «Για να φτιάξω ένα έργο μπορεί να
χρειαστεί να δουλέψω ακόμα και δύο μήνες. Πώς να το κοστολογήσω αυτό; Αν
πρόκειται για έναν πίνακα ή για μια παραγγελία, εντάξει. Αλλά πώς να πουλήσω
την Αγια-Σοφιά;» αναφέρει χαρακτηριστικά.
Μπάλσα, το «μαγικό» ξύλο
To μπάλσα είναι ένα από τα τρία τέσσερα πιο ελαφριά
ξύλα στον κόσμο και προέρχεται από ένα φυλλοβόλο δέντρο που αναπτύσσεται στα
τροπικά δάση της Κεντρικής και Νότιας Αμερικής, κυρίως σε περιοχές όπως το
Εκουαδόρ, η Γουατεμάλα, η Κόστα Ρίκα και το νότιο Μεξικό. Το σκληρό αλλά
ευλύγιστο ξύλο πήρε το όνομά του από την ισπανική λέξη μπάλσα, που σημαίνει
σχεδία, λόγω της ιδιότητάς του να επιπλέει στο νερό, ενώ στο Εκουαδόρ το
αποκαλούν boya, που στα ισπανικά σημαίνει σημαδούρα. Τα δέντρα μπάλσα
μεγαλώνουν γρήγορα, φτάνουν σε ύψος τα 15-28 μέτρα και σε διάμετρο τα 30-120
εκατοστά, και λειτουργούν σαν ασπίδα για μικρότερα δέντρα, που αναπτύσσονται
αργά και δεν αντέχουν τον καυτό ήλιο της ζούγκλας.
Οι υλοτομημένοι κορμοί ψεκάζονται με φάρμακο, ώστε
να μην προσβληθούν από μύκητες και ζωύφια, τεμαχίζονται, αποξηραίνονται σε
κλίβανο και διατίθενται στο εμπόριο σε φύλλα διαφόρων διαστάσεων και
πυκνοτήτων. Το μπάλσα συνδυάζει τη μεγάλη αντοχή με το μικρό βάρος και κόβεται
εύκολα, με απλά εργαλεία. Οι κάτοικοι της Νότιας Αμερικής το χρησιμοποιούσαν
για να φτιάχνουν σχεδίες, οι Βρετανοί κατασκεύασαν με μπάλσα κατά τη διάρκεια
του Β' Παγκοσμίου Πολέμου ένα ελαφρύ και γρήγορο ανιχνευτικό αεροπλάνο, ενώ οι
αρχιτέκτονες και οι μοντελιστές θεωρούν ότι είναι το ιδανικό υλικό για μακέτες και
διάφορες κατασκευές.
Αγια-Σοφιά: Το πιστό αντίγραφο του μεγαλοπρεπούς
ναού-συμβόλου της χριστιανικής πίστης «χτίστηκε» σε διάστημα δυόμισι μηνών με
περίπου 10.000 μικροσκοπικά κομμάτια μπάλσα, πάχους 4 χιλιοστών. «Είχα
επιχειρήσει και στο παρελθόν να φτιάξω την Αγια-Σοφιά, σε μικρότερο μέγεθος.
Αυτή η κατασκευή έγινε κομμάτι κομμάτι, ενώ το πιο δύσκολο τμήμα της ήταν ο
τρούλος. Η μισή δουλειά βέβαια ήταν η μακέτα, ώστε να τοποθετηθούν πάνω οι
ξύλινες ψηφίδες. Για το βάψιμο και τη συντήρηση χρειάζεται βερνίκι, ενώ έπειτα
από λίγο καιρό το έργο θα καθαριστεί προσεκτικά με οδοντόβουρτσα, όπως όλα τα
υπόλοιπα, για να μην πιάσει σκόνη» λέει ο κ. Βασιλόπουλος.
Μονή Παντελεήμονος (Ρωσική), Αγιον Ορος: «Σε αυτό
το έργο το μπάλσα μοιάζει ακόμα περισσότερο με πέτρα. Στην μπροστινή όψη του
μοναστηριού χρησιμοποίησα μικρά κομμάτια φελλού, ενώ πρόσθεσα και ένα καραβάκι.
Λένε ότι η Μονή Παντελεήμονος είναι μια από εκείνες που επισκέπτεται ο Ρώσος
πρόεδρος Βλαντιμίρ Πούτιν κάθε φορά που ταξιδεύει στο Αγιον Ορος». Η μονή
ιδρύθηκε στις αρχές του 11ου αιώνα, φιλοξενούσε πάντα Ελληνες και Ρώσους
μοναχούς και διαθέτει τη δεύτερη μεγαλύτερη καμπάνα στον κόσμο, βάρους 13
τόνων. Στις εγκαταστάσεις της φυλάσσονται σπάνια κειμήλια, εικόνες και περίπου
20.000 ελληνικά και ρωσικά βιβλία, ενώ η θεία λειτουργία τελείται στο καθολικό
και στις δύο γλώσσες (εκ περιτροπής).
Μονή Αγίου Παύλου, Αγιον Ορος: Σε περίοπτη θέση,
ακριβώς στο κέντρο του εργαστηρίου, βρίσκεται και το αντίγραφο της μονής που
ιδρύθηκε στα τέλη του 9ου αιώνα από τον Παύλο Ξεροποταμηνό ή Ξεροποταμίτη, πάνω
στα ερείπια ενός μικρού κελιού των Εισοδίων της Θεοτόκου. «Η μπροστινή και οι
πλαϊνές όψεις είναι σχεδόν ίδιες με το πρωτότυπο. Στην πίσω πλευρά όμως
αναγκάστηκα να αυτοσχεδιάσω, επειδή δεν κατάφερα να την βρω σε καμία
φωτογραφία». Η μονή είναι αφιερωμένη στην Υπαπαντή του Χριστού, βρίσκεται σε
υψόμετρο 140 μέτρων και φιλοξενεί περίπου 30 μοναχούς. Ανάμεσα στα κειμήλιά της
ξεχωρίζει τμήμα των Τίμιων Δώρων που πρόσφεραν οι μάγοι στον νεογέννητο Χριστό.
Πύργος της Πίζας: Ο ξακουστός κεκλιμένος πύργος, το
ανεξάρτητο καμπανίλε (καμπαναριό) του καθεδρικού ναού της ιταλικής πόλης, δεν
θα μπορούσε να λείπει από τη συλλογή του κ. Βασιλόπουλου. «Ηταν μια δύσκολη
κατασκευή, επειδή το ξύλο έπρεπε να κοπεί σε πολλά διαφορετικά μεγέθη, ενώ
έπρεπε να πετύχω και τη σωστή κλίση. Το αποτέλεσμα ήταν καλό, αν και μερικές
φορές αναρωτιέμαι μήπως... γέρνει περισσότερο» λέει ο ίδιος γελώντας. Το αρχιτεκτονικό
σύμβολο της ιταλικής πόλης, με κλίση 3,99 μοιρών, κατασκευάστηκε σε διάφορα
στάδια, μεταξύ του 1174 και του 1370 και αναστηλώθηκε τη διετία 1999-2001, ώστε
να μην απειληθεί με κατάρρευση για τα επόμενα 300 χρόνια.
Γεράσιμος Κόντος
Σχετικά
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου