Με αφορμή την έκδοση του βιβλίου The One and the Three: Nature, Person and Triadic Monarchy in the Greek andIrish Patristic Tradition,
του ιερομονάχου Χρυσοστόμου Κουτλουμουσιανού, δημοσιεύθηκε στην ιστοσελίδα http://www.johnsanidopoulos.com συνέντευξη του συγγραφέα, απόσπασμα της οποίας μεταφράσαμε και παραθέτουμε.
Ποια ήταν η αιτία και αφορμή που
σας ώθησαν να ασχοληθείτε με αυτό το θέμα;
Συμμετείχα σε ένα πολυάνθρωπο συλλείτουργο
σε μια μεγάλη χώρα. Πλήθος επισκόπων, ιερέων, τεράστιο εκκλησίασμα και ένα
εντυπωσιακό, όμορφο τελετουργικό έδιναν την αίσθηση του ουρανού επί γης. Αλλά
την ίδια στιγμή είχα μια παράξενη εντύπωση. Αντί της συνάντησης Εκκλησίας, ως
λαού του Θεού, και του ίδιου του Θεού, φαινόταν σαν να υπήρχαν τρεις τάξεις ή,
αν θέλετε, «κόσμοι» σε μια κατιούσα ιεράρχηση: ο Θεός, ο κλήρος, και ο λαός. Ο
πρώτος των λειτουργών φανέρωνε την υψηλή του θέση με κάθε δυνατό τρόπο. «Είναι
σωστά αυτά;» αναρωτήθηκα. Και ο λογισμός αυτός ενισχύθηκε ακόμη περισσότερο
βλέποντας ότι το ίδιο σχήμα υπήρχε και έξω από το μυστήριο. Ήταν ένα είδος
παιχνιδιού; Μελετώντας σύγχρονα θεολογικά κείμενα, συνειδητοποίησα ότι αυτό το
παιχνίδι όδευε ολοταχώς να καθιερωθεί ως υπερβατική αλήθεια, ως αντανάκλαση
μιας ουράνιας δομής, του Θεού του ίδιου. Το κλειδί ήταν μια συγκεκριμένη
ερμηνεία της Αγίας Τριάδος.
Γιατί είναι τόσο σημαντικό να
είμαστε θεολογικά ακριβείς ως προς τις έννοιες «φύση» και «πρόσωπο»;
Διότι αυτοί οι όροι αφορούν στο
μυστήριο του ανθρώπινου όντος αλλά και του Θεού, με τρόπο βέβαια ριζικά
διαφορετικό αλλά και ανάλογο. Ασφαλώς δεν πρέπει να λεπτολογούμε την καθημερινή
χρήση των λέξεων, όταν όμως εντοπίζεται μια διαστρέβλωση που επηρεάζει την
ανθρώπινη ύπαρξη και κοινωνία, τότε τα πράγματα αλλάζουν.
Πώς μπορεί η κατανόηση της φύσεως
και του προσώπου να επηρεάσει θετικά ή αρνητικά την προσέγγιση του Τριαδικού
δόγματος;
Νομίζω ότι πρωτεύον λάθος μας είναι
η εφαρμογή κατηγοριών του κτιστού κόσμου στο άκτιστο, πράγμα που παράγει
λανθασμένες εικόνες για την Τριάδα. Επιπλέον, οι σύγχρονες ερμηνείες της φύσεως
και του προσώπου βοηθούν στη σχετική ολίσθηση. Έχει λησμονηθεί η πατερική θέση
ότι το πρόσωπο είναι φύση με ιδιότητες. Αντίθετα, αποσπάσαμε το πρόσωπο από τη
φύση. Η φιλοσοφική υπερέξαρση του προσώπου σε ένα υπερβατικό πεδίο και η
καχυποψία έναντι αυτού που θεωρούμε ως φύση έχουν επηρεάσει το πώς
αντιλαμβανόμεθα την Τριάδα. Ορθόδοξοι θεολόγοι έφθασαν να θεωρούν την Θεότητα
ως αποτέλεσμα προσωπικού αιτίου και όχι ως Θεότητα από τη φύση της. Ανακάλυψαν
μέσα στην Τριάδα ένα πρόσωπο που βρίσκεται υπεράνω όλων και υπαγορεύει τα
πάντα, τον Πατέρα, ο οποίος έχει «προτεραιότητα», ως πρόσωπο, έναντι της ίδιας
της θείας φύσης του. Όμως, ο Θεός είναι φύσει Θεός, και η Θεία φύση είναι ο «πλούτος»
στον οποίον «ενθεωρούνται» τα Πρόσωπα. Για τους αρχαίους Πατέρες πρόσωπο,
ετερότητα, ισότητα, ενότητα, ποικιλία, αναδεικνύονται και στηρίζονται στην
κοινή φύση. Εάν η τελευταία παραθεωρείται ή υποτιμάται, όλα χάνουν το ουσιώδες
περιεχόμενό τους.
Υπάρχουν θεολογικές και
ανθρωπολογικές συνέπειες από μια λανθασμένη κατανόηση της σχέσης φύσεως και
προσώπου;
Κάθε λανθασμένη αντίληψη έχει
συνέπειες στη ζωή μας. Η σύνδεση φύσεως και ανάγκης—στην οποία συνηγορούσε ο
Αρειανισμός όσο και η μοντέρνα φιλοσοφία—και η ταύτιση της φύσεως με την
πτωτική κατάσταση της δημιουργίας, υποκίνησαν μια μακρά διαλεκτική σύγκρουση
ανάμεσα στη φύση και το πρόσωπο, και τελικώς υπερύψωσαν το πρόσωπο, όχι απλά ως
ύψιστη αξία αλλά ως οντολογική κατηγορία. Η κτιστή φύση θεωρήθηκε ως πηγή της
αμαρτίας και της φθοράς. Αντίθετα, η αγάπη και η θέληση αποδόθηκαν στο πρόσωπο
ως υπεράνω της φύσεώς του. Αν λοιπόν δούμε την αγάπη και τη θέληση ως
προσόντα-ιδιότητες του προσώπου, καλλιεργούμε εγωκεντρικά θελήματα και
αλαζονικές γνώμες (αφού αγάπη και θέληση γίνονται ίδιον κτήμα). Από την άλλη
μεριά, η αποδοχή του προσώπου ως υπέρτατης οντολογικής κατηγορίας περικλείει τη
έννοια της δομής και της υποταγής. Σκεφθείτε την ιδέα ότι το πρόσωπο ταυτίζεται
με το είναι σας, και αυτό το είναι δεν είναι μέρος της ανθρώπινης φύσης σας,
αλλά είναι δώρο που χαρίζεται από τον άλλον (άνθρωπο), του οποίου η ‘προσωπική’
αγάπη δίνει σε σας την ταυτότητά σας. Δεν μπορεί να υπάρξει πιο εκλεπτυσμένη
και υπόγεια ανατροπή των ιδεών της αμοιβαιότητας, της ελευθερίας, της ευθύνης,
ακόμη και της δημοκρατίας. Πιο ενδιαφέρον γίνεται το θέμα αν η παραπάνω
ερμηνεία εφαρμοσθεί στην εκκλησιολογία. Δίνοντας τόσο μεγάλη έμφαση στον ρόλο
του ‘πρώτου’ στην ιεραρχία—του προσώπου, δηλαδή, που προβάλλεται στην θέση του
Θεού-Πατρός—δημιουργούμε απολυταρχικά μοντέλα Εκκλησίας και κοινωνίας, όπου ο
θεσμός—εν προκειμένω, ο θεσμός του πρωτείου—καταντά το μέσον που ενώνει τους
ανθρώπους με τον Θεό.
Το βιβλίο χαρακτηρίσθηκε ως «πολιτισμένη
αλλά πολυεπίπεδη κριτική» στις θέσεις του μητροπολίτου Περγάμου Ιωάννη
Ζηζιούλα.
Ο Σεβασμιώτατος έχει καθιερωθεί ως
ο θερμότερος υποστηρικτής αυτής της περσοναλιστικής θέσης. Ο τριαδικός
περσοναλισμός του έχει οδηγήσει σε ένα είδος επισκοπομονισμού και μια νέα
εκτίμηση της ιδέας του πρωτείου. Δεν είναι βέβαια ούτε ο μόνος ούτε ο πρώτος
θεολόγος που υιοθέτησε μια περσοναλιστική ερμηνεία της Τριάδος. Η αιτία που
εστιάζω στο έργο του είναι το ότι σε αυτόν οφείλεται η ανάμειξη της Ελληνικής
πατερικής παράδοσης στη σύγχρονη συζήτηση για το πρόσωπο. Ταυτόχρονα επιμένω
ότι σε μια εποχή παθιασμένων αψιμαχιών, θερμών αντιδράσεων και επιθετικών
συμπεριφορών οφείλουμε να παραμείνουμε πολιτισμένοι και ευγενείς.
Γιατί πιστεύετε ότι η μοναστική
θεολογική μαρτυρία είναι σημαντική για την κατανόηση της σχέσης φύσης και
προσώπου;
Ο πυρήνας της θεολογικής μαρτυρίας
του μοναχισμού είναι η θέα του Θεού ή, με άλλη ορολογία, η μετοχή στις άκτιστες
ενέργειές Του. Αυτή είναι μια κατάσταση που απαιτεί ασκητικό αγώνα. Ο αγώνας
αυτός στοχεύει στην καθαρότητα της καρδίας, δηλαδή, την ταύτιση του προσωπικού
θελήματος (που είναι καρπός της φιλαυτίας) με το φυσικό θέλημα, που ακολουθεί
τον Θεό και το αγαθό. Διά του ασκητικού αγώνα, εν χάριτι Θεού, ο άνθρωπος
βρίσκει την ενότητά του με την ανθρωπότητα και βλέπει όλη την ανθρωπότητα ως
τον ένα Αδάμ. Συνάμα, ο μοναχισμός επιβεβαιώνει τον προσωπικό χαρακτήρα των
πνευματικών χαρισμάτων, και μαρτυρεί για το αξίωμα κάθε προσώπου και για την
αμεσότητα της σχέσης του με τον Θεό. Η ωραία μουσική παράγεται από διαφορετικές
νότες. Στον μοναστικό βίο πρόσωπο και φύση δεν θεωρούνται σε αντιπαράθεση. Η
φύση δηλώνει ισότητα, αξιοπρέπεια, και επίσης δυνατότητα ενώσεως με τον Θεό,
αφού μάλιστα ο Θεός την προσέλαβε και την θέωσε. Από την άλλη, ανθρωπότητα δεν
νοείται παρεκτός μέσα σε συγκεκριμένα πρόσωπα, και κάθε μοναχός, ως πρόσωπο,
καλείται να φθάσει σε αυτή την ενότητα με την ανθρωπότητα. Αγωνιζόμενος για την
απλότητα με μια ιερή σύμπτυξη-ενοποίηση όλων των διαιρέσεων σε θεοειδή μονάδα
(κατά τον άγιο Διονύσιο), ξανασμίγει τους δύο αυτούς «κόσμους», το συγκεκριμένο
πρόσωπο με τη φύση, το όλον. Αυτά δεν είναι «πνευματικότητα» για μια ελίτ, αλλά
η καρδιά του Χριστιανισμού.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου