Στου Οκτώβρη το αγνάντεμα πατώ
Περιβολάκι
Έχω τα μάτια μου κλειστά,
οσφραίνομαι αεράκι,
που ρχεται απ το
πέλαγο, της Βίγλας το ακρωτήρι.
Ως του Εσφιγμένου την αυλή
καίει το θυμιατήρι.
Βοήθα με Οικονόμισσα οι λέξεις να
αγιαστούνε
Χάρη να λάβουνε από Σε να
μοσχοβοληθούνε
Μεσίτευε Γερόντισσα, στείλε
μας ευλογία,
να μένει πάντα άληστη κι
αυτή η οδοιπορία…( ν.σκ.)
Μόλις τα δάκρυα μπλέκονται με του
μελανιού την μακραίωνη μνήμη, κάθε φορά που τελειώνει ένα οδοιπορικό ζωής και
ανόρθωσης της ελπίδας, η ίδια σκέψη τριγυρίζει στο μυαλό μου: Τι άλλο θα μπορέσω
να γράψω για το Περιβολάκι της Μάνας μας αν αξιωθώ να το ξαναπατήσω; Πόσες
λέξεις θα καταφέρω να βρω άμοιαστες με όλες τις προηγούμενες, που να
φανερώνουν νέες εικόνες, να κινούν τις ψυχές μας ξανά και να τις γυρίζουν
και πάλι πίσω στα αγιασμένα χώματα του Όρους;
Φτάνει η ώρα λοιπόν, τώρα που επιστρέψαμε
και από το φετινό μας προσκύνημα, τώρα που ξεκινώ να ανακαλώ στην πολυσύχναστη
θύμηση όλα εκείνα που εντυπώθηκαν πάνω της, σαν το πρώτο χρύσωμα από χέρι
ευλογημένο αγιογράφου αθανάτου, να ζητήσω την βοήθεια της Παναγίας Μητέρας του
Κυρίου μας. Τις δικές της μεσιτείες και την αντίληψη επικαλούμαι για να
ξεκινήσω. Και όπως οικονόμησε και πάλι σε όλα, έτσι να πράξει ξανά μόνο για να
δοξασθεί ο Τριαδικός Θεός μας και Υιός Της. Δέσποινα… βοήθησον ! Παναγιά μου
…Οικονόμησε!!
Την πρώτη Κυριακή του Οκτώβρη
λίγες μόλις ώρες μετά την Λειτουργία, η φετινή παρέα των φιλαγιορειτών
πήραμε τον δρόμο για το καθιερωμένο ελέω Κυρίου προσκύνημά μας στο Αγιώνυμο
Όρος. Νέα απολυτίκια ακούστηκαν στην φετινή διαδρομή, αυτή που τόσο λαχταρούσαν
οι ψυχές μας από το ξεκίνημα του Θέρους, τότε που ξεκίνησαν τα σχέδια και
οι συζητήσεις… Φέτος είχαμε δυο νέες προσθήκες στην συνήθη πεντάδα. Ο
Μιχάλης κι ο Νικόλας αξιώνονταν ξανά να κάνουν το ταξίδι μαζί με τον
Θεοδόσιο και τον Γιώργη που φέτος συμπλήρωσαν την ομάδα. Ως συνήθως λοιπόν
μετά την προσευχή των οδηγών, αυτή που επικαλείται τον συμπαραστάτη, πιστόν
οδηγόν, Άγγελον της Ειρήνης μα κυρίως τον Πλαστουργό και Κυβερνήτη της
ζωής μας, πρεσβείαις της Παναχράντου Του Μητρός, των φωτοειδών Αγγέλων, του
Μάρτυρος Χριστοφόρου και πάντων Του των Αγίων, ψάλαμε τα απολυτίκια των
προστατών Αγίων μας ζητώντας και τις δικές τους παρεμβάσεις, ώστε να αξιωθούμε
του τόσο ποθητού αγίου προσκυνήματος. Και έγινε πέρα για πέρα αντιληπτό απ’
όλους μας, πως μόνο με Θεϊκή οικονομία γίνονται ακόμα και τα ελάχιστα σε
τούτον τον κόσμο . όταν λίγες ώρες αφού είχαμε ξεκινήσει, ένα τρομερό δυστύχημα
με πολλούς αδελφούς μας να αφήνουν την τελευταία τους επίγεια πνοή,
επετράπη απ’ τον Κύριο να γίνει στο ύψος της Βέροιας… Κάναμε προσευχούλα
και ψάλαμε όλοι μαζί το… μετά των Αγίων, όταν το πληροφορηθήκαμε εν οδώ …
Συνέβη εκείνη την ώρα να
διερχόμαστε και από την κοιλάδα των Τεμπών… Η προσευχή μας αγκάλιασε και όλες
τις φωτεινές παιδικές και νεανικές ψυχούλες που εκεί στέκουν πάντα και μας
κοιτούν μέσα από φωτογραφίες και λουλουδοστόλιστα μνημεία, απομεινάρια λυγμών
και στεναγμών… εκεί που δεν φαίνεται ο Θεός… μα υπάρχει και αναπαύει και σώζει…
Στο πρώτο σουρούπωμα μπήκαμε… σχεδόν
σκιρτώντας από συγκίνηση στην Ουρανούπολη… Κάθε φορά η ίδια αίσθηση, ότι το
Όρος πλέον απέχει μια ανάσα, έναν αίνο μια πνοή δοξολογική… Η Θάλασσα ήρεμη,
και εκείνη δρόμος στρωμένος και ειρηνικός προς τα επίγεια Ουράνια… Βολευτήκαμε
στα κοντινά στο λιμάνι δωμάτια και κατηφορίσαμε προς την παραλία. Μικρά
παιδιά φαντάζαμε κείνες τις ώρες με ενθουσιασμό και ανυπομονησία, να κυλήσει
γοργά ο χρόνος ως το πρωινό ξύπνημα…
Λίγες στιγμές ύπνου μπλεγμένου με
ήχους της βροχής που την νύχτα ευώδιασε το χώμα…
Το πρωί ο ουρανός ήταν καθαρός μα
κράταγε καλά ακόμα το σκοτάδι όταν η Αγία Άννα ξεκίνησε για μέσα… Πολύς κόσμος
και θέσεις κενές μόνο στο κατάστρωμα …
Τεχνίτες οι γλάροι στο πέταγμά
τους… Πλησίαζαν άφοβα τους ολόχαρους προσκυνητές που είχαν βαλθεί να τους
φιλεύουν με αγάπη και να τους ψωμίζουν με στοργή… Θυμίζουν αυτά τα
υπέροχα πετεινά τους φύλακες αγγέλους των ανθρώπων…. Πλησίασμα και χάδι… πιστοί
ακόλουθοι… ταχεία επέμβαση… μα και αποστροφή όταν μια κίνηση άγαρμπη και
ανειρήνευτη θα τους τρομάξει …έστω προσωρινά…
Φτάσαμε πρωί γύρω στις 8 στη Δάφνη…
Τόσα χρόνια, πάντα διερχόμενοι δεν είχαμε καταφέρει να «ακούσουμε» την φωνή και
την ηχώ της στο εκστατικό ξεκίνημα του ταξιδιού παρά μόνο στο συνήθως
μελαγχολικό του τέλος. Μας δόθηκε ευκαιρία να περπατήσουμε στα λιγοστά
της μέρη που τόσα έχουν να σου «διηγηθούν» για Γεροντάδες αλλοτινών
εποχών που ανυπόμονα γύρευαν τρόπο επιστροφής στην μετάνοιά τους… Κλείνω τα
μάτια μου και προσπαθώ να μεταφερθώ στα αγιασμένα παλαιά, στο λιμανάκι της
Δάφνης …
Θυμάμαι μια ιστορία για τον
υποτακτικό πάτερ Μιχαήλ από την σκήτη της Αγίας Άννης… Τον φαντάζομαι να
στέκει κάπου εδώ που τώρα βρίσκομαι και να κοιτά θλιμμένα προς τα μέρη
του στην αγαπημένη του Καλύβη, αυτή των Ταξιαρχών… Ο γέροντάς του ο
Ανανίας τον έστειλε το χάραμα για διακόνημα και του είπε
αυστηρά πριν ξεκινήσει, το βράδυ το δίχως άλλο να έχει επιστρέψει …
Ξεκίνησε το πρωί με την
ονομαστή βαρκούλα του γερο-Γιωργάκη, που έπλεε καθημερινά από Αγιάννα
ως την Δάφνη και πίσω πάλι. Έφτασαν λοιπόν και ο πάτερ Μιχαήλ τελείωσε την
δουλειά που του είχε ανατεθεί.
Αλλά ενώ ετοιμαζόταν να
επιστρέψει, ο καιρός μάνιασε απότομα. Φύσηξε αγέρας δυνατός κι η θάλασσα
αγρίεψε και άφρισε τόσο που δύσκολα το γαλάζιο της φαινόταν. Ο Γερό –Γιωργάκης
ίσα που πρόλαβε να σύρει έξω την βάρκα και έφυγε για το κονάκι του αφού δεν
υπήρχε περίπτωση επιστροφής με τέτοιον κλύδωνα…
Φεύγαν κι οι άλλοι Ταξιδιώτες
Πατέρες, ανήμποροι πια, για την Σιμωνόπετρα και την Ξηροποτάμου τα μοναστηράκια
που είναι κάπως κοντά στην Δάφνη, να ξημερωθούν πλέον εκεί, μα ο
πάτερ Μιχαήλ δεν το κουνούσε όσο κι αν οι άλλοι του έλεγαν να φύγει γιατί δεν
υπήρχε περίπτωση να πλεύσει τίποτα προς τα πέρα με τέτοιο αγρίεμα. Εκείνος,
απλούς και ταπεινός, παιδί της αγιαστικής υπακοής θυμόταν μόνο αυτό που
του παρήγγειλε ο Γέροντάς του: Το βράδυ να έχεις επιστρέψει! Περίμενε λοιπόν
και έκανε κομποσκοίνι στην Παναγία να ξεφουρτουνιάσει η θάλασσα …
Έρχονται τότε και στέκονται
δίπλα του δυο νέα όμορφα παληκάρια αστραπόμορφα …
- Γιατί Πάτερ μου, είσαι θλιμμένος;
τι σου συνέβη;
- Ο Γέροντας είπε το βράδυ να
είμαι στην καλύβη και εγώ στέκω εδώ ανήμπορος… και νυχτώνει σε λίγο…
- Θες να σε πάμε εμείς ως την Αγία
Άννα; εκεί πάμε!
Δεν σκέφτηκε ο πάτερ Μιχαήλ ούτε
τον καιρό που είχε γίνει ακόμα πιο φοβερός ούτε τον κίνδυνο… όρμησε μες
στην βάρκα και περίμενε τους νέους και όλο τους ευχόταν: Να
σας έχει η Παναγιά καλά! Ευλογημένοι να είστε για την αγάπη που κάνετε! Έκανε
έλεος ο Κύριος και η Μητέρα Του σε μένα τον αμαρτωλό!
Δεν κατάλαβε για πότε έφτασαν.. Του
φάνηκε ότι γίνηκε τούτο σε μια στιγμή μονάχα… Τα κουπιά τα κίνησε ο ένας από
τους δυο λίγες φορές και το μουράγιο της Αγιάννας ξεπρόβαλε με μιας!
Ευχαριστώ αδελφοί μου! πρόλαβε να
πει τρέχοντας και ανεβαίνοντας τα σκαλιά… μόνο τον Γέροντά του σκεφτόταν που
τον περίμενε και την αγωνία που θα είχε…
Ανεβαίνοντας συνάντησε τον
πάτερ Γαβριήλ, από την Καλύβη του Ευγγελισμού ….
- Ευλογείτε, πάτερ Μιχαήλ.
Γιατί τρέχεις έτσι;
-Ο Κύριος! Γύρισα μόλις από
τη Δάφνη. Οικονόμησε η Παναγία μας και οι Ταξιάρχες και με πήραν
δύο νέα παληκάρια με τη βάρκα τους… Τρέχω για να επιστρέψω
στο κελί μου, για να είμαι στην ώρα μου όπως μου είπε ο Γέροντάς μου…. Συγχώρα
με που είμαι βιαστικός πάτερ Γαβριήλ!!
- Μα που είναι τώρα οι δυο νέοι
και η βάρκα τους; ρώτησε εκείνος.
- Τους άφησα στο λιμανάκι. Έφυγα
με βιασύνη και δεν σκέφτηκα να τους ρωτήσω ούτε που μένουν….
- Δεν βλέπω όμως καμιά βάρκα
στην θάλασσα αδελφέ μου!!
Γυρίζει τότε ο Μιχαήλ και βλέπει
τα κύματα να έχουν θεριέψει ακόμα περισσότερο… Σκέπαζαν τα πάντα και όλο το
μουράγιο σκεπασμένο από τα θεριασμένα κύματα… Πουθενά ούτε άνθρωπος ούτε
βάρκα!! Στρέφεται τότε να μιλήσει στον πάτερ Γαβριήλ αλλά …ουδαμού γης κι
εκείνος!!
Τότε φωτίστηκε, και μόνο
τότε ο πτωχός τω πνεύματι και μακάριος υποτακτικός κατάλαβε το θαύμα!
Ότι δηλαδή οι δύο νέοι ήταν οι αρχάγγελοι αρχιστράτηγοι των Ουρανίων στρατιών,
Μιχαήλ και Γαβριήλ. Ο Μιχαήλ έκανε κουπί, κι ο Γαβριήλ τον συνάντησε στα σκαλιά
κάνοντάς τον να γυρίσει προς την θάλασσα, αναγγέλλοντάς του έτσι το
θαυμαστό γεγονός.
Μπήκε στο κελί του Γέροντα συνταραγμένος
από το μέγα θαύμα… Ήθελε να εξιστορήσει την πρόνοια του Θεού, έτσι όπως μόλις
την βίωσε με τρόπο ανεπανάληπτο στον Γέροντά του Ανανία. Γονατιστό και
κλαίγοντας τον βρήκε εκείνον μπροστά στο καντήλι και το εικόνισμα των
Αρχαγγέλων…
Προσευχόταν το παιδί του το
αγαπημένο να επιστρέψει σώο και αβλαβές…. Σκέπη των πτερύγων της αΰλου
Αυτών δόξης …
Μπήκαμε στο λεωφορειάκι για Καρυές…
Από εκεί μαζί με τους Αιτωλούς αδελφούς μας θα πορευόμασταν προς τα μέρη του
Αγίου Αθανασίου του Αθωνίτου… Στο ζωντανό και αιώνιο θαύμα της Λαύρας και της
Οικονόμισσας Μητέρας του Θεού ημών… (συνεχίζεται)
Νώντας Σκοπετέας
Η Παναγία οικονόμησε
Ημερολόγιο Όρους 2014
Νάσαι ευλογημένος αδελφέ μου που μας μεταφέρεις έστω και νοερά στο Περιβόλι της Παναγίας μας!!
ΑπάντησηΔιαγραφήΝάσαι ευλογημένος Νώντα. Κι εσύ Γιάννη που τα δημοσιεύης
ΑπάντησηΔιαγραφή