Με την είσοδο στον νέο αιώνα μια σειρά
γεγονότων πολιτικού και οικονομικού χαρακτήρα συμβαίνουν στην Ελλάδα. Η
προηγούμενη περίοδος με πρωταγωνιστή τον Τρικούπη και το μεγαλεπήβολο σχέδιό
του για ανάπτυξη είχε σαν αποτέλεσμα την χρεοκοπία του 1893 και την επέμβαση
του Διεθνούς Οικονομικού ελέγχου στην χώρα. Παράλληλα σειρά λανθασμένων
επιλογών στην εξωτερική πολιτική θα συνδεθούν με τον Μακεδονικό Αγώνα και την
εξέγερση της Κρήτης.[1]
.......Ακολουθεί η ανάληψη της πολιτικής εξουσίας από τον Βενιζέλο μετά το κίνημα στο Γουδί ( 1909) που θα σημάνει νέες εξελίξεις στο πολιτικό – οικονομικό γίγνεσθαι. Στην ήδη αστικοποίηση του πληθυσμού θα προστεθούν οι προσπάθειες εκσυγχρονισμού και εκβιομηχάνισης.[2] Η «πρόσω ολοταχώς» ανάπτυξη θα προσκρούσει στα ταραγμένα ύδατα της Μικρασιατικής εκστρατείας, την ολέθρια έκβασή της καθώς και στην ελλιπή πολιτική μέριμνα για ανάπτυξη.
.......Η συγκυρία των πολέμων και η στατική εικόνα της βιομηχανίας θα οδηγήσουν στην ύφεση την οικονομία.[3] Παράλληλα, η παγκόσμια κρίση του ΄29 θα επιδεινώσει την κατάσταση ενώ στον πολιτικό χώρο επικρατεί αστάθεια, συχνές εναλλαγές κυβερνήσεων και στρατιωτικά πραξικοπήματα όπου δυνάμεις της συντήρησης μάχονται με τις προοδευτικές.
.......Σε αυτήν την δύσκολη πραγματικότητα αντανακλάται η καλλιτεχνική δημιουργία μια και οι καλλιτέχνες από τους πρώτους αντιλαμβάνονται και εκφράζουν την κάθε εποχή. Ωστόσο παρατηρείται καλλιτεχνική «έκρηξη» η οποία βασίζεται στις άνευ προηγουμένου πολλαπλές αναζητήσεις των δημιουργών που εκτείνονται τόσο σε θέματα τεχνοτροπίας όσο και θεματογραφίας.[4]
.......Την καλλιτεχνική αυλαία του εικοστού ανοίγουν οι φυσιογνωμίες των Νικηφόρου Λύτρα, Μπουζιάνη, Γουναρόπουλου, Παπαλουκά, Στέρη και Κόντογλου. Την ίδια εποχή που στην Ευρώπη μεσουρανούν ο φωβισμός και ο εξπρεσιονισμός, οι Έλληνες καλλιτέχνες στρέφονται προς το Παρίσι[5] και καταφέρνουν να συμπορευτούν χρονικά για πρώτη φορά με την Δύση. [6]
.......Την δεύτερη δεκαετία του αιώνα κάνει την εμφάνισή της η Ομάδα Τέχνη με νεωτεριστές καλλιτέχνες όπως οι Παρθένης, Βυζάντιος, Τριανταφυλλίδης, Κογεβίνας που αναζητούν την «απαγκίστρωση» της τέχνης από τον στείρο ακαδημαϊσμό του Μονάχου[7] και στοχεύουν στην καλλιτεχνική αλλαγή.[8]
.......Οι ριζοσπαστικές απόψεις της ομάδας, απηχούν μια νέα άποψη για την τέχνη και συνάδουν με την προοδευτικότητα στην πολιτική και κοινωνική ζωή του τόπου. Ο κύριος εκπρόσωπος της, ο Παρθένης θα υποστηριχτεί τόσο από το εκσυγχρονιστικό πνεύμα του βενιζελισμού[9] όσο και από τον συντηρητικό λογοτέχνη Ζ. Παπαντωνίου.[10]
.......Ακολουθεί η ανάληψη της πολιτικής εξουσίας από τον Βενιζέλο μετά το κίνημα στο Γουδί ( 1909) που θα σημάνει νέες εξελίξεις στο πολιτικό – οικονομικό γίγνεσθαι. Στην ήδη αστικοποίηση του πληθυσμού θα προστεθούν οι προσπάθειες εκσυγχρονισμού και εκβιομηχάνισης.[2] Η «πρόσω ολοταχώς» ανάπτυξη θα προσκρούσει στα ταραγμένα ύδατα της Μικρασιατικής εκστρατείας, την ολέθρια έκβασή της καθώς και στην ελλιπή πολιτική μέριμνα για ανάπτυξη.
.......Η συγκυρία των πολέμων και η στατική εικόνα της βιομηχανίας θα οδηγήσουν στην ύφεση την οικονομία.[3] Παράλληλα, η παγκόσμια κρίση του ΄29 θα επιδεινώσει την κατάσταση ενώ στον πολιτικό χώρο επικρατεί αστάθεια, συχνές εναλλαγές κυβερνήσεων και στρατιωτικά πραξικοπήματα όπου δυνάμεις της συντήρησης μάχονται με τις προοδευτικές.
.......Σε αυτήν την δύσκολη πραγματικότητα αντανακλάται η καλλιτεχνική δημιουργία μια και οι καλλιτέχνες από τους πρώτους αντιλαμβάνονται και εκφράζουν την κάθε εποχή. Ωστόσο παρατηρείται καλλιτεχνική «έκρηξη» η οποία βασίζεται στις άνευ προηγουμένου πολλαπλές αναζητήσεις των δημιουργών που εκτείνονται τόσο σε θέματα τεχνοτροπίας όσο και θεματογραφίας.[4]
.......Την καλλιτεχνική αυλαία του εικοστού ανοίγουν οι φυσιογνωμίες των Νικηφόρου Λύτρα, Μπουζιάνη, Γουναρόπουλου, Παπαλουκά, Στέρη και Κόντογλου. Την ίδια εποχή που στην Ευρώπη μεσουρανούν ο φωβισμός και ο εξπρεσιονισμός, οι Έλληνες καλλιτέχνες στρέφονται προς το Παρίσι[5] και καταφέρνουν να συμπορευτούν χρονικά για πρώτη φορά με την Δύση. [6]
.......Την δεύτερη δεκαετία του αιώνα κάνει την εμφάνισή της η Ομάδα Τέχνη με νεωτεριστές καλλιτέχνες όπως οι Παρθένης, Βυζάντιος, Τριανταφυλλίδης, Κογεβίνας που αναζητούν την «απαγκίστρωση» της τέχνης από τον στείρο ακαδημαϊσμό του Μονάχου[7] και στοχεύουν στην καλλιτεχνική αλλαγή.[8]
.......Οι ριζοσπαστικές απόψεις της ομάδας, απηχούν μια νέα άποψη για την τέχνη και συνάδουν με την προοδευτικότητα στην πολιτική και κοινωνική ζωή του τόπου. Ο κύριος εκπρόσωπος της, ο Παρθένης θα υποστηριχτεί τόσο από το εκσυγχρονιστικό πνεύμα του βενιζελισμού[9] όσο και από τον συντηρητικό λογοτέχνη Ζ. Παπαντωνίου.[10]
Η ένταξη της Μακεδονίας στο ελεύθερο ελληνικό
κράτος αρχίζει το 1912 με την απελευθέρωσή της Θεσσαλονίκης που είναι το κέντρο
της περιοχής. Η παλιά συμβασιλεύουσα βρίσκεται σε κομβικό σημείο ανάμεσα
σε Ανατολή και Δύση, σταυροδρόμι πολιτισμών και τα κύρια χαρακτηριστικά της
τέχνης της είναι το θρησκευτικό και το λαϊκό στοιχείο.[11]
.......Μετά την Μικρασιατική Καταστροφή ο ελληνικός πληθυσμός της περιοχής θα αυξηθεί από τους πρόσφυγες[12] που θα ενισχύσουν παντοιοτρόπως την εθνική υπόθεση κυρίως όμως σε πνευματικό επίπεδο όντας φορείς ενός ιδιαίτερου πολιτισμικού μορφώματος που περιλαμβάνει ανατολικά και δυτικά χαρακτηριστικά. Την ίδια εποχή οι ανακαλύψεις από αρχαιολογικές ανασκαφές θα δώσουν στην πόλη την χαμένη αίγλη και θα τονίσουν την προαιώνια σχέση της με το βυζαντινό παρελθόν.
.......Στην πόλη παρατηρείται έντονη καλλιτεχνική κίνηση από δημιουργούς που είτε γεννήθηκαν στην Θεσσαλονίκη, είτε βρέθηκαν την συγκεκριμένη περίοδο σε αυτήν. Η φυσιογνωμία της Θεσσαλονίκης, η ανθρωπογεωγραφία της παράλληλα με την γειτνίαση με το Άγιο όρος, θα οδηγήσουν τα βήματα των περισσότερων καλλιτεχνών της πόλης στον Άθω[13] ώστε να αντλήσουν παραδείγματα από την μακραίωνη τέχνη του.[14]
.......Στους καλλιτέχνες της Θεσσαλονίκης οφείλουμε να κατατάξουμε πρώτα έναν ξένο στην πόλη, τον παρεπιδημούντα Μπαρκώφ, που με την πρωτόγνωρη εξπρεσιονιστική γραφή του ζωγράφισε με σίγουρο σχέδιο, και θερμά υδατοχρώματα το Κοιμητήριο της Μονής Σταυρονικήτα και την Μονή Καρακάλλου. Θα συνεχίσουμε με τον επίσης μη Θεσσαλονικιό Παπαλουκά, διότι πρώτος συμπεριέλαβε θέματα από το Άγιο Όρος στην έκθεσή του στον Λευκό Πύργο τον Δεκέμβριο του 1924, τα οποία ζωντάνεψαν τον θρύλο του Αγίου Όρους και αναζωπύρωσαν το ενδιαφέρον των καλλιτεχνών για την Αθωνιάδα.[15] Το παράδειγμά του ακολούθησε ο Πολύκλειτος Ρέγκος που θα γίνει Σαλονικιός,[16] θα πραγματοποιήσει αλλεπάλληλα ταξίδια στο Άγιο όρος ώστε να χαρακτηρίζεται ο κατεξοχήν ζωγράφος του Άθω.[17] Ο Ναξιώτης καλλιτέχνης ακολουθεί πιστά την βυζαντινή παράδοση στις αγιογραφίες αλλά «νεωτερίζει» στα υπόλοιπα έργα που δεν έχουν λατρευτικό σκοπό.[18] Σταδιακά οι διαφορετικές κατακτήσεις κάθε φορά θα τον οδηγήσουν σε ενιαίο και αναγνώσιμο ύφος,[19] αλλά επί της ουσίας από αυτόν ξεκινά η παράδοση της Θεσσαλονίκης.
.......Ακολουθεί ο Νίκος Φωτάκις, Ρεθυμνιώτης που θα μείνει επί μακρόν στη πόλη, θα έχει την ευκαιρία να μελετήσει την Χαλκιδική, να επισκεφτεί το Άγιο όρος το 1928 του οποίου τις εντυπώσεις του θα δημοσιεύει στον τύπο Νέα Αλήθεια.[20]Ο χώρος της Αθωνιάδας θα λειτουργήσει πάνω του ως αισθητικό ερέθισμα αλλά και ως πρόκληση για τον λάτρη των επίγειων ηδονών διότι εκεί θα δοκιμαστούν οι αντοχές του.
.......Ο εκ Πολύγυρου Χαλκιδικής Γιώργος Παραλής, με βιώματα από την βυζαντινή τέχνη θα βρει στο Άγιο όρος στοιχεία της μεταβυζαντινής περιόδου, θα αγιογραφήσει και θα εντάξει χαρακτηριστικά της στις προσωπογραφίες του. Ξεχωρίζει κυρίως για την ποιητική μεταμόρφωση της οπτικής πραγματικότητας.[21]
.......Ο λογοτέχνης και αυτοδίδακτος Θεσσαλονικιός ζωγράφος Νίκος Πεντζίκης που διακατέχεται από βαθιά προσήλωση στην Ορθοδοξία και θεωρεί τον Άθω θεμέλιο της, τόσο στο λογοτεχνικό όσο και το καλλιτεχνικό έργο, μεταπλάθει την θεματολογία μέσα από μυστικούς συμβολισμούς και κώδικες[22]παράλληλα με εμπρεσιονιστικά και μετεεμπρεσιονιστικά στοιχεία μετουσιωμένα σε μια προσωπική εκφραστική γλώσσα.[23] Το φαρμακείο του θα γίνει πόλος έλξης καλλιτεχνών και πνευματικών ανθρώπων. Θα ασκήσει επιρροή στον Γιώργο Δούκα που επίσης θα πάει στο Άγιο Όρος να μελετήσει χειρόγραφα και στην συνέχεια θα αποτυπώσει θέματα από την Αθωνιάδα με πολλούς τρόπους( ξυλογραφία, σινική μελάνη, κραγιόνια κλπ.). Νεότερος από όλους ο Νίκος Σαχίνης θα αποτυπώσει με ιδιαίτερο τρόπο γραφής αυτόν της αφαίρεσης το Άγιον Όρος. Όπως είδαμε οι παραπάνω καλλιτέχνες έχουν μια ιδιαίτερη σχέση με την Αθωνική πολιτεία. Ωστόσο θα μοιραστούν την γοητεία που ασκεί πάνω τους ο Άθως μαζί με λογοτέχνες που με την σειρά τους θα αναζητήσουν έμπνευση και δύναμη από το παρελθόν.
.......Η Αθωνική πολιτεία κρίκος μεταξύ καλλιτεχνών και λογοτεχνών.
.......Από τα τέλη του περασμένου αιώνα στο πλαίσιο αναζήτησης στοιχείων του παρελθόντος και αποκατάστασης του Βυζαντίου πολλοί λογοτέχνες και επιστήμονες επισκέφθηκαν το Άγιο Όρος για να βρουν τα στοιχεία της παράδοσης που ένωναν το παρελθόν με το παρόν και πιστοποιούσαν την « συνέχεια» του έθνους σύμφωνα με τον Παπαρηγόπουλο. Επιπλέον, το φυσικό τοπίο, η μυθολογία και οι θρύλοι- ιστορίες και παραδόσεις που συνδέονταν με την Αθωνιάδα αποτελούσαν πρόκληση για οποιονδήποτε άνθρωπο του πνεύματος ευελπιστούσε να βρει εκεί έμπνευση μέσα από τον χώρο και τον χρόνο, ανάμεσα στα θεολογικά συγγράμματα και τους αγιορείτικους πολιτισμικούς θησαυρούς. Εικόνες, ήχοι, περιβάλλον, η ερημιά και η απομόνωση, η ανάγκη – γιατί όχι- για το πνευματικό, «για να επικοινωνήσουν απ΄ ευθείας μ΄ ένα κόσμο «που προεκτείνει ως εμάς και πέρα από μας, στο μέλλον τη φωτιά της πνευματικής του ύπαρξης» οδήγησαν πολλούς από τους λογοτέχνες μας στο Άγιο όρος.[24] Ενδεικτικά αναφέρουμε τους Παπαδιαμάντη, Σικελιανό, Καζαντζάκη, Κόντογλου, Δούκα, Πεντζίκη, Θεοτοκά και Παπανούτσο αλλά και πλήθος άλλους που έγραψαν για την Αθωνική πολιτεία εμπνεόμενοι από τον μυστικισμό της και είδαν την μετάβασή τους σε αυτήν ως ταξίδι αυτογνωσίας για νέα νοήματα στους τύπους της παράδοσης.[25]
.......Οι καταγραφές των λογοτεχνών, οι μαρτυρίες τους, η μυσταγωγία και η πνευματικότητα συνέπεσαν χρονικά με τους καλλιτέχνες που επισκέφθηκαν τον Άθω, άλλοι κινούμενοι από βαθιά θρησκευτικότητα και άλλοι προσδοκώντας νέες πηγές έμπνευσης. Άλλωστε η αναγνώριση βυζαντινών χαρακτηριστικών στην μοντέρνα τέχνη ευνόησε την πρόσληψη νέων στοιχείων του μοντερνισμού κυρίως στους Θεσσαλονικείς καλλιτέχνες.[26] Ειδικότερα, κάποιοι όπως οι Κόντογλου και Πεντζίκης ταξίδεψαν με το διπλό ρόλο του λογοτέχνη και καλλιτέχνη. Βέβαια το Άγιον ‘Ορος προσφέρονταν για ιδεολογική εκμετάλλευση από την γενιά του ΄30 ως το κατεξοχήν μέρος της επιδιωκόμενης αισθητικής της ελληνικότητας.[27]
.......Μετά την Μικρασιατική Καταστροφή ο ελληνικός πληθυσμός της περιοχής θα αυξηθεί από τους πρόσφυγες[12] που θα ενισχύσουν παντοιοτρόπως την εθνική υπόθεση κυρίως όμως σε πνευματικό επίπεδο όντας φορείς ενός ιδιαίτερου πολιτισμικού μορφώματος που περιλαμβάνει ανατολικά και δυτικά χαρακτηριστικά. Την ίδια εποχή οι ανακαλύψεις από αρχαιολογικές ανασκαφές θα δώσουν στην πόλη την χαμένη αίγλη και θα τονίσουν την προαιώνια σχέση της με το βυζαντινό παρελθόν.
.......Στην πόλη παρατηρείται έντονη καλλιτεχνική κίνηση από δημιουργούς που είτε γεννήθηκαν στην Θεσσαλονίκη, είτε βρέθηκαν την συγκεκριμένη περίοδο σε αυτήν. Η φυσιογνωμία της Θεσσαλονίκης, η ανθρωπογεωγραφία της παράλληλα με την γειτνίαση με το Άγιο όρος, θα οδηγήσουν τα βήματα των περισσότερων καλλιτεχνών της πόλης στον Άθω[13] ώστε να αντλήσουν παραδείγματα από την μακραίωνη τέχνη του.[14]
.......Στους καλλιτέχνες της Θεσσαλονίκης οφείλουμε να κατατάξουμε πρώτα έναν ξένο στην πόλη, τον παρεπιδημούντα Μπαρκώφ, που με την πρωτόγνωρη εξπρεσιονιστική γραφή του ζωγράφισε με σίγουρο σχέδιο, και θερμά υδατοχρώματα το Κοιμητήριο της Μονής Σταυρονικήτα και την Μονή Καρακάλλου. Θα συνεχίσουμε με τον επίσης μη Θεσσαλονικιό Παπαλουκά, διότι πρώτος συμπεριέλαβε θέματα από το Άγιο Όρος στην έκθεσή του στον Λευκό Πύργο τον Δεκέμβριο του 1924, τα οποία ζωντάνεψαν τον θρύλο του Αγίου Όρους και αναζωπύρωσαν το ενδιαφέρον των καλλιτεχνών για την Αθωνιάδα.[15] Το παράδειγμά του ακολούθησε ο Πολύκλειτος Ρέγκος που θα γίνει Σαλονικιός,[16] θα πραγματοποιήσει αλλεπάλληλα ταξίδια στο Άγιο όρος ώστε να χαρακτηρίζεται ο κατεξοχήν ζωγράφος του Άθω.[17] Ο Ναξιώτης καλλιτέχνης ακολουθεί πιστά την βυζαντινή παράδοση στις αγιογραφίες αλλά «νεωτερίζει» στα υπόλοιπα έργα που δεν έχουν λατρευτικό σκοπό.[18] Σταδιακά οι διαφορετικές κατακτήσεις κάθε φορά θα τον οδηγήσουν σε ενιαίο και αναγνώσιμο ύφος,[19] αλλά επί της ουσίας από αυτόν ξεκινά η παράδοση της Θεσσαλονίκης.
.......Ακολουθεί ο Νίκος Φωτάκις, Ρεθυμνιώτης που θα μείνει επί μακρόν στη πόλη, θα έχει την ευκαιρία να μελετήσει την Χαλκιδική, να επισκεφτεί το Άγιο όρος το 1928 του οποίου τις εντυπώσεις του θα δημοσιεύει στον τύπο Νέα Αλήθεια.[20]Ο χώρος της Αθωνιάδας θα λειτουργήσει πάνω του ως αισθητικό ερέθισμα αλλά και ως πρόκληση για τον λάτρη των επίγειων ηδονών διότι εκεί θα δοκιμαστούν οι αντοχές του.
.......Ο εκ Πολύγυρου Χαλκιδικής Γιώργος Παραλής, με βιώματα από την βυζαντινή τέχνη θα βρει στο Άγιο όρος στοιχεία της μεταβυζαντινής περιόδου, θα αγιογραφήσει και θα εντάξει χαρακτηριστικά της στις προσωπογραφίες του. Ξεχωρίζει κυρίως για την ποιητική μεταμόρφωση της οπτικής πραγματικότητας.[21]
.......Ο λογοτέχνης και αυτοδίδακτος Θεσσαλονικιός ζωγράφος Νίκος Πεντζίκης που διακατέχεται από βαθιά προσήλωση στην Ορθοδοξία και θεωρεί τον Άθω θεμέλιο της, τόσο στο λογοτεχνικό όσο και το καλλιτεχνικό έργο, μεταπλάθει την θεματολογία μέσα από μυστικούς συμβολισμούς και κώδικες[22]παράλληλα με εμπρεσιονιστικά και μετεεμπρεσιονιστικά στοιχεία μετουσιωμένα σε μια προσωπική εκφραστική γλώσσα.[23] Το φαρμακείο του θα γίνει πόλος έλξης καλλιτεχνών και πνευματικών ανθρώπων. Θα ασκήσει επιρροή στον Γιώργο Δούκα που επίσης θα πάει στο Άγιο Όρος να μελετήσει χειρόγραφα και στην συνέχεια θα αποτυπώσει θέματα από την Αθωνιάδα με πολλούς τρόπους( ξυλογραφία, σινική μελάνη, κραγιόνια κλπ.). Νεότερος από όλους ο Νίκος Σαχίνης θα αποτυπώσει με ιδιαίτερο τρόπο γραφής αυτόν της αφαίρεσης το Άγιον Όρος. Όπως είδαμε οι παραπάνω καλλιτέχνες έχουν μια ιδιαίτερη σχέση με την Αθωνική πολιτεία. Ωστόσο θα μοιραστούν την γοητεία που ασκεί πάνω τους ο Άθως μαζί με λογοτέχνες που με την σειρά τους θα αναζητήσουν έμπνευση και δύναμη από το παρελθόν.
.......Η Αθωνική πολιτεία κρίκος μεταξύ καλλιτεχνών και λογοτεχνών.
.......Από τα τέλη του περασμένου αιώνα στο πλαίσιο αναζήτησης στοιχείων του παρελθόντος και αποκατάστασης του Βυζαντίου πολλοί λογοτέχνες και επιστήμονες επισκέφθηκαν το Άγιο Όρος για να βρουν τα στοιχεία της παράδοσης που ένωναν το παρελθόν με το παρόν και πιστοποιούσαν την « συνέχεια» του έθνους σύμφωνα με τον Παπαρηγόπουλο. Επιπλέον, το φυσικό τοπίο, η μυθολογία και οι θρύλοι- ιστορίες και παραδόσεις που συνδέονταν με την Αθωνιάδα αποτελούσαν πρόκληση για οποιονδήποτε άνθρωπο του πνεύματος ευελπιστούσε να βρει εκεί έμπνευση μέσα από τον χώρο και τον χρόνο, ανάμεσα στα θεολογικά συγγράμματα και τους αγιορείτικους πολιτισμικούς θησαυρούς. Εικόνες, ήχοι, περιβάλλον, η ερημιά και η απομόνωση, η ανάγκη – γιατί όχι- για το πνευματικό, «για να επικοινωνήσουν απ΄ ευθείας μ΄ ένα κόσμο «που προεκτείνει ως εμάς και πέρα από μας, στο μέλλον τη φωτιά της πνευματικής του ύπαρξης» οδήγησαν πολλούς από τους λογοτέχνες μας στο Άγιο όρος.[24] Ενδεικτικά αναφέρουμε τους Παπαδιαμάντη, Σικελιανό, Καζαντζάκη, Κόντογλου, Δούκα, Πεντζίκη, Θεοτοκά και Παπανούτσο αλλά και πλήθος άλλους που έγραψαν για την Αθωνική πολιτεία εμπνεόμενοι από τον μυστικισμό της και είδαν την μετάβασή τους σε αυτήν ως ταξίδι αυτογνωσίας για νέα νοήματα στους τύπους της παράδοσης.[25]
.......Οι καταγραφές των λογοτεχνών, οι μαρτυρίες τους, η μυσταγωγία και η πνευματικότητα συνέπεσαν χρονικά με τους καλλιτέχνες που επισκέφθηκαν τον Άθω, άλλοι κινούμενοι από βαθιά θρησκευτικότητα και άλλοι προσδοκώντας νέες πηγές έμπνευσης. Άλλωστε η αναγνώριση βυζαντινών χαρακτηριστικών στην μοντέρνα τέχνη ευνόησε την πρόσληψη νέων στοιχείων του μοντερνισμού κυρίως στους Θεσσαλονικείς καλλιτέχνες.[26] Ειδικότερα, κάποιοι όπως οι Κόντογλου και Πεντζίκης ταξίδεψαν με το διπλό ρόλο του λογοτέχνη και καλλιτέχνη. Βέβαια το Άγιον ‘Ορος προσφέρονταν για ιδεολογική εκμετάλλευση από την γενιά του ΄30 ως το κατεξοχήν μέρος της επιδιωκόμενης αισθητικής της ελληνικότητας.[27]
[1]Βακαλόπουλος, Κ, Νεοελληνική
Ιστορία( 1204-1940), Θεσσαλονίκη, Εκδοτικός οίκος αδερφών Κυριακίδη, 1993,
σ. 231-253.
[2] Σβορώνος, Ν, Επισκόπηση της Νεοελληνικής ιστορίας, Αθήνα, Θεμέλιο, στ΄έκδοση, σ.100-105.
[3] Κρεμμύδας, Β. ( επιμ) Εισαγωγή στη Νεοελληνική Οικονομική Ιστορία( 18ος -20ος αιώνας), Αθήνα, τυπωθήτω, 2003, σ.147-209. « Παρά το γεγονός ότι ο προσφυγικός πληθυσμός αποτέλεσε την δεξαμενή εργατικού δυναμικού και αρχικά έδωσε πνοή στην βιομηχανία».
[4] Χρήστου, Χρ. Η ελληνική ζωγραφική στον εικοστό αιώνα: 1882-1922, τομ Α., Αθήνα, Σύλλογος προς Διάδοσιν Ωφέλιμων Βιβλίων, 2000, σ.12-25.
[5] Κωτίδης, Α., ο.κ.Μαλέας, διδακτορική διατριβή, Θεσσαλονίκη, 1982, « Η στροφή στο Παρίσι ήταν η φυσική κίνηση του καλλιτέχνη που αναγνώριζε στον εαυτό του το δικαίωμα της αμφισβήτησης : επειδή αυτή η πόλη ήταν το κέντρο της αμφισβήτησης, της αναμέτρησης του παλιού με το νέο, και, , επομένως, της εξέλιξης».σ. 92.
[6] Προκοπίου, Α., Νεοελληνική τέχνη, Βιβλίο πρώτο, 1936. Σύμφωνα με τον Προκοπίου « το Παρίσι – Εμπρεσσιονισμός αποτελεί το τρίτο μέρος της τριλογίας της νεοελληνικής τέχνης.»σ. 30.
[7] Κωτίδης, Α., 1982, οπ.π.σ.96.
[8] Παπανικολάου, Μιλτ., Η Ελληνική Τέχνη του 20ου αιώνα, Ζωγραφική – Γλυπτική, Θεσσαλονίκη, Βάνιας, 2006., σ.49.
[9] Παπανικολάου, Μιλτ, 2006, οπ.π, σ. 49. «μεταρρυθμίσεις στο χώρο της οικονομίας, στην ιδιοκτησία της γης, στο φορολογικό σύστημα αλλά και με τον αγώνα των προοδευτικών κύκλων για την επικράτηση της δημοτικής γλώσσας»..
[10] Κωτίδης, Α., Μοντερνισμός και « Παράδοση» στην ελληνική τέχνη του Μεσοπολέμου, τόμος Α,Θεσσαλονίκη, University Studio Press, ,1993, οπ.π.,σ. 66-68.
[11] Παπανικολάου, Μιλτ, 2006, οπ.π,σ.89.
[12] Βακαλόπουλος, Κ., 1993, οπ.π.,σ.,445.
[13] Βακαλό, Ε., 1983, οπ.π, σ. 45.
[14] Γεωργιάδου – Κούντουρα, Ε. Θρησκευτικά θέματα στη νεοελληνική ζωγραφική 1900-1940, διδ. Διατριβή. Θεσσαλονίκη, 1984, σ. 27.
[15] Κιλεσοπούλου, Κ. στο Το Άγιον όρος στην ελληνική τέχνη, Αθήνα, Μ.Ι.ΕΤ., 2007.σ. 31.
[16] (Χαλκιά Νάξου 1903-Θεσσαλονίκη 1984).
[17] Χατζηφώτης,Ι.Ο Άθως στη νεοελληνική τέχνη, Αθήνα, Αλκυών, 1995, σ. 12.
[18] Γεωργιάδου – Κούντουρα, Ε. 1984, οπ.π., σ. 160..
[19] Παπανικολάου, Μιλτ., 2006, οπ.π.,σ.98.
[20] Κιλεσοπούλου, 2007, οπ.π.,.σ. 35.
[21] Χρήστου, Χρ. στο Δώδεκα Ζωγράφοι της Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη, Μακεδονική Καλλιτεχνική Εταιρεία, 1976., σ.12.
[22] Γεωργιάδου – Κούντουρα, Ε. 1984, οπ.π., σ. 161.
[23] Χρήστου, Χρ. 1976, οπ .π., σ σ.14.
[24]Χατζηφώτης, Ι., Άγιον Όρος, Ανθολογία λογοτεχνικών κειμένων, Αθήνα, Οι εκδόσεις των « κριτικών φύλλων», 1977. Κείμενο του Ξεφλούδα Στ. «Λογοτεχνία και Άγιον Όρος»σ. 179-180,
[25] Γεωργιάδου- Κούντουρα, Ε., στην εφημερίδα Μακεδονία Αφιέρωμα στον Πολύκλειτο Ρέγκο, Ιανουάριος, 2013., σ.31.
[26]Κιλεσοπούλου, Κ. 2007.οπ.π, σ. 32.
[27] Παπανικολάου, Μιλτ,. « Οι πρώτες φυσιογνωμίες,» στη Καθημερινή Επτά ημέρες, Αφιέρωμα στα Εικαστικά της Θεσσαλονίκης, Ιούνιος,1997, σ.11.
[2] Σβορώνος, Ν, Επισκόπηση της Νεοελληνικής ιστορίας, Αθήνα, Θεμέλιο, στ΄έκδοση, σ.100-105.
[3] Κρεμμύδας, Β. ( επιμ) Εισαγωγή στη Νεοελληνική Οικονομική Ιστορία( 18ος -20ος αιώνας), Αθήνα, τυπωθήτω, 2003, σ.147-209. « Παρά το γεγονός ότι ο προσφυγικός πληθυσμός αποτέλεσε την δεξαμενή εργατικού δυναμικού και αρχικά έδωσε πνοή στην βιομηχανία».
[4] Χρήστου, Χρ. Η ελληνική ζωγραφική στον εικοστό αιώνα: 1882-1922, τομ Α., Αθήνα, Σύλλογος προς Διάδοσιν Ωφέλιμων Βιβλίων, 2000, σ.12-25.
[5] Κωτίδης, Α., ο.κ.Μαλέας, διδακτορική διατριβή, Θεσσαλονίκη, 1982, « Η στροφή στο Παρίσι ήταν η φυσική κίνηση του καλλιτέχνη που αναγνώριζε στον εαυτό του το δικαίωμα της αμφισβήτησης : επειδή αυτή η πόλη ήταν το κέντρο της αμφισβήτησης, της αναμέτρησης του παλιού με το νέο, και, , επομένως, της εξέλιξης».σ. 92.
[6] Προκοπίου, Α., Νεοελληνική τέχνη, Βιβλίο πρώτο, 1936. Σύμφωνα με τον Προκοπίου « το Παρίσι – Εμπρεσσιονισμός αποτελεί το τρίτο μέρος της τριλογίας της νεοελληνικής τέχνης.»σ. 30.
[7] Κωτίδης, Α., 1982, οπ.π.σ.96.
[8] Παπανικολάου, Μιλτ., Η Ελληνική Τέχνη του 20ου αιώνα, Ζωγραφική – Γλυπτική, Θεσσαλονίκη, Βάνιας, 2006., σ.49.
[9] Παπανικολάου, Μιλτ, 2006, οπ.π, σ. 49. «μεταρρυθμίσεις στο χώρο της οικονομίας, στην ιδιοκτησία της γης, στο φορολογικό σύστημα αλλά και με τον αγώνα των προοδευτικών κύκλων για την επικράτηση της δημοτικής γλώσσας»..
[10] Κωτίδης, Α., Μοντερνισμός και « Παράδοση» στην ελληνική τέχνη του Μεσοπολέμου, τόμος Α,Θεσσαλονίκη, University Studio Press, ,1993, οπ.π.,σ. 66-68.
[11] Παπανικολάου, Μιλτ, 2006, οπ.π,σ.89.
[12] Βακαλόπουλος, Κ., 1993, οπ.π.,σ.,445.
[13] Βακαλό, Ε., 1983, οπ.π, σ. 45.
[14] Γεωργιάδου – Κούντουρα, Ε. Θρησκευτικά θέματα στη νεοελληνική ζωγραφική 1900-1940, διδ. Διατριβή. Θεσσαλονίκη, 1984, σ. 27.
[15] Κιλεσοπούλου, Κ. στο Το Άγιον όρος στην ελληνική τέχνη, Αθήνα, Μ.Ι.ΕΤ., 2007.σ. 31.
[16] (Χαλκιά Νάξου 1903-Θεσσαλονίκη 1984).
[17] Χατζηφώτης,Ι.Ο Άθως στη νεοελληνική τέχνη, Αθήνα, Αλκυών, 1995, σ. 12.
[18] Γεωργιάδου – Κούντουρα, Ε. 1984, οπ.π., σ. 160..
[19] Παπανικολάου, Μιλτ., 2006, οπ.π.,σ.98.
[20] Κιλεσοπούλου, 2007, οπ.π.,.σ. 35.
[21] Χρήστου, Χρ. στο Δώδεκα Ζωγράφοι της Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη, Μακεδονική Καλλιτεχνική Εταιρεία, 1976., σ.12.
[22] Γεωργιάδου – Κούντουρα, Ε. 1984, οπ.π., σ. 161.
[23] Χρήστου, Χρ. 1976, οπ .π., σ σ.14.
[24]Χατζηφώτης, Ι., Άγιον Όρος, Ανθολογία λογοτεχνικών κειμένων, Αθήνα, Οι εκδόσεις των « κριτικών φύλλων», 1977. Κείμενο του Ξεφλούδα Στ. «Λογοτεχνία και Άγιον Όρος»σ. 179-180,
[25] Γεωργιάδου- Κούντουρα, Ε., στην εφημερίδα Μακεδονία Αφιέρωμα στον Πολύκλειτο Ρέγκο, Ιανουάριος, 2013., σ.31.
[26]Κιλεσοπούλου, Κ. 2007.οπ.π, σ. 32.
[27] Παπανικολάου, Μιλτ,. « Οι πρώτες φυσιογνωμίες,» στη Καθημερινή Επτά ημέρες, Αφιέρωμα στα Εικαστικά της Θεσσαλονίκης, Ιούνιος,1997, σ.11.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου