του
Βασίλη Χαραλάμπους
=========
Τ’
αγιονορείτικο τοπίο
έξω
από το ταπεινόν κελλίον
φαντάζει
παλαιά ελαιογραφία.
Στο
καύμα τ’ αυγουστιάτικου ήλιου
το
κατάσκιο της ομορφάδας
προφταίνει
τα κελλία των Καρυών
το
Κελλί του Ραβδούχου
της
Μεγάλης Παναγιάς
του
Αγίου Νικολάου
του
Καπρούλη
του
Αγίου Σάββα
του
Αγίου Τρύφωνος.
Σκοντάφτει
κι η θωριά στα αγριόθαμνα
που
μάθαμε να δρασκελάμε
ανθιλύδες,
χαμαικίτιση, κορωνίδες
θάμνα
π’ ομορφαίνουν την αθωνική γη.
Σε
κείνο το ταπεινόν κελλίον των Καρυών
αναθυμούμαι
το γεροντάκι εκείνο
να
με προβοδίζει στη μισάνοιχτη πόρτα
φτιασίδι
κι απόηχος που λησμονιά θαρρώ δεν έχει.
Ακόμα
και για κείνο το τόσο απλό κι απέριττο
π’
άθελα πρωτοθαύμασα στο ταπεινό του κελλίον
κι
επίμονα ζητούσε οπωσδήποτε μαζί μου να πάρω.
Κι
έφυγα με το δώρημα εκείνο στην αμασχάλη
με
το δισταγμό ν’ ανεμίζει στο ερημικό αγεράκι.
Θυμητάρι
αλλιώτικο
φτερούγισμα
και τούτο
που
παραμονεύει στο ξέφωτο του δάσους των Καρυών.
(Από
την ποιητική συλλογή «Αθωνικόν δίκηρον»)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου