Πολλά είχα ακούσει για τον πατέρα
Πετρώνιο, τον ηγούμενο της Ρουμανικής Σκήτης του Προδρόμου. Έτσι αποφάσισα να
πάω διά θαλάσσης μέχρι τη Μεγίστη Λαύρα και από κει να συνεχίσω με τα πόδια.
Εκείνη την όμορφη φθινοπωρινή μέρα, στα πλάγια του μονοπατιού οι μουριές και οι
κουμαριές έγερναν γεμάτες καρπό, αλλά και οι βελανιδιές και τα πεύκα, λουσμένα
στο φως, έλαμπαν με μια βαθιά και μυστηριώδη χαρά. Την ίδια κιόλας μέρα,
μπόρεσα να μιλήσω με τον Πετρώνιο, άνθρωπο πολύ προχωρημένης ηλικίας, με
αριστοκρατικό παράστημα. Κατάγεται άραγε από οικογένεια ευγενών;
Δε θα το μάθω ποτέ, αλλά οι
κινήσεις του και η ευφράδειά του, τα θαυμάσια γαλλικά του μου έδιναν την
εντύπωση ότι είχα μπροστά μου ένα μέλος της βασιλικής οικογένειας.